Για αρκετούς ο Τζιμ Κάρεϊ είναι στην χειρότερη ένας μέτριος κωμικός και στην καλύτερη ένας πολύ καλός μίμος. Στην πραγματικότητα ο Τζιμ είναι απείρως πολλά περισσότερα. Το Eternal Sunshine είναι το πιο εύκολα ανασυρόμενο από τη μνήμη επιχείρημα. Το Truman Show το δεύτερο πιο προσπελάσιμο. Υπάρχει όμως και ένα τρίτο. Το Lemony Snicket’s, η ταινία του 2004, αποτέλεσε έναν ρόλο όπου ο Κάρεϊ έδωσε διαπιστευτήρια ικανοτήτων που δεν τα περίμεναν αρκετοί. Δικαίως ή αδίκως είναι μια άλλη κουβέντα. 13 χρόνια μετά, ο Νιλ Πάτρικ Χάρις έχει το πολύ δύσκολο έργο να αναμετρηθεί με αυτή την ιδιαζόντως άψογη ερμηνεία στο Series of Unfortunate Events.
Τον Κάρεϊ ως Count Olaf θα τον τοποθετούσα άνετα στα πιο παρανοϊκά τρομακτικά πράγματα που έχει προσφέρει το new age cinema. Πιθανότατα και στην κορυφή των παράταιρων ρόλων μιας ιστορίας που δεν εμπίπτει επακριβώς σε κάποιο είδος. Έχει στοιχεία κωμωδίας, κανονικής και μαύρης, έχει στοιχεία που προσιδιάζουν σε ελαφρό/καλτ θρίλερ. Και κάμποσα ακόμα. Στο Series of Unfortunate Events ο Νιλ Πάτρικ Χάρις ξεφεύγει αρκετά από τα στεγανά που έθεσε στον ρόλο ο προκάτοχος του, και αυτό είναι κάτι που του πιστώνεται θετικά. Δεν θυμίζει και δεν επιχειρεί να θυμίσει τον Τζιμ. Αν το έκανε ίσως έμοιαζε σαν τσαρλατάνος.
Αυτό είναι και το πρόβλημα της νέας σειράς του Netflix. Ατονεί πολύ στο τελικό αποτέλεσμα. Τόσο ώστε να σκέφτεσαι αν υπήρχε νόημα να ξαναγίνει κάποιο εγχείρημα γύρω από τις ατυχείς ιστορίες.
Χωρίς να σημαίνει αυτό ότι δεν έχει ενδιαφέροντα στοιχεία που εξυπηρετούν την πλοκή. Είτε πρόκειται για τον Γουόρμπαρτον ως αφηγητή είτε για τα παιδιά που υποδύονται τα ορφανά Baudelaire. Υπό την σκηνοθετική οδηγία και σύνολη δημιουργία του Μπάρι Σόνενφελντ, τα βλέμματα πέφτουν αναγκαστικά πάνω στον Χάρις, που τουλάχιστον εδώ, δε δείχνει να έχει αυτό το quality. Να μπορεί δηλαδή να προκαλέσει τον τρόμο στον θεατή. Δεν πρόκειται για κάποιου είδους προσκόλληση στο πρωτότυπο από μέρους μου. Είναι μια υποκειμενική αλήθεια γύρω από το βασικό συστατικό της ταινίας.
Ίσως βέβαια σε βάθος μιας σειράς 8 επεισοδίων να χανόταν η ένταση της αίσθησης που άφηνε ο Κάρεϊ. Αρκετά επικεντρωθήκαμε όμως σε αυτήν την διαφορετικότητα. Είναι ωραίο που τα εφέ προσπαθούν να είναι λακωνικά, που το CGI δεν είναι σε τόσο υπερβολικό βαθμό και που καλύπτεται η ατμόσφαιρα από έναν meta-μπαρόκ παραλογισμό. Είναι καλό στο αποτέλεσμα που ο αφηγητής γίνεται πιο ενεργός και επιδίδεται σε αυτό το παιχνίδισμα με την επεξήγηση του ειδικού λεξιλογίου. Τέλος, πιο σημαντικό παρουσιάζεται το δεύτερο στοιχείο που το Series of Unfortunate Events ξεφεύγει από την ορίτζιναλ ιστορία. Οι γονείς εδώ δεν είναι σίγουρα νεκροί. Δύο κρυτπικές φιγούρες ζουν και επιχειρούν να ξεφύγουν από μια αιχμαλωσία για να φτάσουν στα παιδιά τους. Το αν πρόκειται για τους γονείς των Baudelaire δεν διαλευκάνεται μέχρι το 7ο επεισόδιο.
Από κει και πέρα, το γεγονός ότι ο χρόνος αναπαράστασης των ιστοριών είναι τετραπλάσιος και βάλε, δίνει την ευκαιρία να απλωθούν περισσότερο τα γεγονότα, οι λεπτομέρειες, ενώ ταυτόχρονα ορισμένα σημεία κινούνται με μια γρήγορη αφέλεια.
Τη βλέπεις ευχάριστα μεν, αναπόφευκτα κάνεις συγκρίσεις με το παρελθόν δε.