«Έχεις συνηθίσει να κυνηγάς τέρατα»: Αντέχεις να δεις το sequel της κορυφαίας ταινίας τρόμου ever;

Από τις πιο ευχάριστες (τηλεοπτικές) εκπλήξεις της περιόδου.

Όταν το 1991 κυκλοφορούσε η ιστορική «Σιωπή των Αμνών» του Τζόναθαν Ντεμ, ένα αστυνομικό θρίλερ που δικαιωματικά θεωρείται από πολλούς ως η κορυφαία στιγμή του είδους στα 90s, -ίσως, εδώ που τα λέμε, και η κορυφαία στιγμή του είδους συνολικά- γινόμασταν μάρτυρες μιας ιστορίας προσωπικής, βαθιά γυναικείας απελευθέρωσης. Ο λόγος για την ιστορία της νεαρής πράκτορας του FBI, Κλαρίς Στάρλινγκ και της εμπλοκής της με δύο εξαιρετικά καλοδουλεμένους villain: αφενός, τον Μπάφαλο Μπιλ, τον μάνιακο serial killer που η νεαρή Κλαρίς κυνηγούσε και αφετέρου, τον Χάνιμπαλ Λέκτερ, τον φυλακισμένο κανίβαλο που απέκτησε χαρακτηριστικά μέντορα για την πρωταγωνίστρια της ταινίας.

Η Τζόντι Φόστερ άφησε εποχή στον ρόλο ωστόσο ο χαρακτήρας της ποτέ δεν κατάφερε να αποσυνδεθεί από τη φιγούρα του Χάνιμπαλ. Στο σίκουελ που ακολούθησε εννιά χρόνια μετά, η Κλαρίς (παιγμένη από την Τζούλιαν Μουρ αυτή τη φορά) ήταν ξεκάθαρα υποτιμημένη ως χαρακτήρας και ο Χάνιμπαλ η αναμφισβήτητα μεγάλη επιστροφή. Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή: ο Χάνιμπαλ έγινε ο απόλυτος πρωταγωνιστής αυτού του σύμπαντος, ο απόλυτος ηγεμόνας του, καθόρισε άλλες τρεις ταινίες και ένα (αριστουργηματικό) σίριαλ. Στον αντίποδα ωστόσο, η Κλαρίς, ο συνεσταλμένος και γοητευτικός χαρακτήρας που είχε λάμψει το 1990 στη «Σιωπή των Αμνών» μετουσιώθηκε εν τέλει σε μια λεπτομέρεια της όλης ιστορίας.

Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που όταν έγινε γνωστό πως η χαρακτήρας της θα επιστρέψει για μια τηλεοπτική σειρά, η οποία θα αποτελεί ουσιαστικά το απευθείας σίκουελ της «Σιωπής των Αμνών» και θα πιάνει το νήμα της προσωπικής της ιστορίας από το φινάλε της ιστορικής δημιουργίας του Ντεμ και μετά, δεν προκλήθηκε ακριβώς παροξυσμός. Βασικό ρόλο στο γεγονός ότι η είδηση πέρασε στα ψιλά ήταν και το ότι το ταπεινό CBS που ανέλαβε την παραγωγή δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τα δικαιώματα του χαρακτήρα του Χάνιμπαλ. Αντίθετα, στη σειρά επιβλήθηκε ο περιορισμός πως το όνομα του θρυλικού χαρακτήρα δεν θα πρέπει καν να αναφερθεί. Και κάπως έτσι, για πρώτη φορά ever, η Κλαρίς ήταν μόνη της, χωρίς τον μέντορά της…

Το «Clarice» έκανε πρεμιέρα περίπου ταυτόχρονα με τη συμπλήρωση 30 χρόνων από την κυκλοφορία της αλλά σε πολύ χαμηλούς τόνους. Από το πρώτο μόλις επεισόδιο ωστόσο κατάφερε να γυρίσει το κλίμα. Όχι ολοκληρωτικά αλλά πολλοί ήταν εκείνοι που είπαν πως η σειρά έχει να δώσει πολλά πράγματα ως προς την εμβάθυνση του χαρακτήρα της Κλαρίς, μια αναγκαιότητα που πολύ άδικα αγνοήθηκε από το Χόλιγουντ. Μετά το δεύτερο επεισόδιο οι οπαδοί ήταν παραπάνω, μετά το τρίτο ακόμα περισσότεροι. Ο πρώτος κύκλος της σειράς δεν έχει καν ολοκληρωθεί αλλά το «χαρτί» μοιάζει να έχει γυρίσει για το (αρχικά) αγνοημένο «Clarice».

Μπορεί η Ρεμπέκα Μπριντς να ξενίζει στις πρώτες της σκηνές ως Κλαρίς αλλά αν απαλλαχθείς από τον (δικαιολογημένο φυσικά) ψυχαναγκασμό να αντιλαμβάνεσαι τον χαρακτήρα μόνο υπό τη μορφή της Τζόντι Φόστερ, θα εκτιμήσεις τη δουλειά που κάνει. Αντίστοιχα πρέπει να απαλλαχθείς και από άλλους ψυχαναγκασμούς: εδώ βλέπεις τηλεόραση και μάλιστα, όχι την τηλεόραση του HBO ή του Netflix που έχουν τη δυνατότητα να εδραιώνουν κινηματογραφικό κλίμα, αλλά την τηλεόραση του CBS. Αν ωστόσο είσαι από εκείνους που τους έχει λείψει αυτή η αίσθηση της παλιάς, παραδοσιακής «τηλεορασίλας» και δεν σε χαλάει που δεν βλέπεις κάτι ανάμεσα στην ποιότητα του «Sopranos» και του «Game of Thrones» -αν αγκαλιάσεις το b στοιχείο της σειράς με άλλα λόγια- θα αντιληφθείς πως το μεράκι της σειράς είναι τόσο έντονο που δεν έχει εν τέλει και τόση σημασία να είναι τα πάντα αψεγάδιαστα.

Η μεγάλη μαγκιά της σειράς είναι ότι (μάλλον όχι άθελά της αλλά απόλυτα συνειδητά) διορθώνει μια μεγάλη αδικία που είχε να κάνει με τη «Σιωπή των Αμνών»: η πληθωριστική παρουσία του Χάνιμπαλ είχε επισκιάσει άδικα την έτερη μεγάλη απειλητική παρουσία της ταινίας, δηλαδή τον Μπάφαλο με τον οποίο η Κλαρίς αναμετριέται στο φινάλε του επεισοδίου. Από το πρώτο επεισόδιο ωστόσο γίνεται κατανοητό: αυτός ο τύπος υπήρξε τόσο τρομακτικός που πανεύκολα μπορεί να καθορίσει την ψυχολογία μιας νεαρής γυναίκας όπως η Κλαρίς του 1991. Και αυτό ακριβώς βλέπουμε.

Το στόρι του «Clarice» χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια του κεντρικού χαρακτήρα να εδραιωθεί στον ανδροκρατούμενο χώρο του FBI -άλλωστε, η ατομική της επιτυχία έχει προκαλέσει περισσότερη ζήλια τριγύρω της και αυτό είναι τόσο μα τόσο ρεαλιστικό- προσπαθώντας ταυτόχρονα να ξεπεράσει τους εφιάλτες που έχει κληροδοτήσει από τη μεγάλη σύγκρουσή της με τον Μπάφαλο. Ναι, η Κλαρίς τον νίκησε αλλά όχι αναίμακτα: ξυπνάει ακόμα το βράδυ ακούγοντας τις κραυγές των θυμάτων του, βλέπει ακόμα στους εφιάλτες της εκείνες τις τρομοκρατικές στιγμές στο σκοτεινό υπόγειό του, αυτή η παράδοξη εμπειρία την «δένει» με έναν περίεργο τρόπο με τη μοναδική διασωθέντα από τα χέρια του, εκείνη που η ίδια έσωσε. Και τελικά, η σειρά κάνει κατανοητό το εξής: τι κι αν δεν έχεις δικαίωμα να χρησιμοποιήσεις τον Χάνιμπαλ όταν μπορείς να αξιοποιήσεις τον Μπάφαλο; Διόρθωση μεγάλης ιστορικής αδικίας πραγματικά…

Το «Clarice» φυσικά έχει και άλλα πλεονεκτήματα: η whodunit υπόθεσή του -πάλι στα χνάρια ενός serial killer βρίσκεται η Κλαρίς- είναι παραπάνω από αξιοπρεπής, οι δυναμικές των χαρακτήρων του επίσης. Όλα αυτά δένουν με το μεράκι για το πρωτογενές υλικό και το αποτέλεσμα χαρίζει δικαιωματικά τον ορισμό «διαμαντάκι» σε αυτό το σίριαλ. Θα το σηκώσει μέχρι το φινάλε; Θα δείξει. Για την ώρα πάντως, οι οπαδοί της «Σιωπής των Αμνών» έχουμε βρει μια πολύ γοητευτική ασχολία.