Το παιχνίδι που άλλαξε το NBA: Ο «διάδοχος» του «The Last Dance» βρίσκεται στο Netflix

Όσοι εθιστήκατε με το διάσημο πλέον ντοκιμαντέρ για τον ΜJ, μην χάνετε χρόνο και δείτε το νέο ντοκιμαντέρ του Netflix.

Όταν στις απαρχές της πρώτης καραντίνας ελέω κορωνοϊού, όλος ο έγκλειστος πλανήτης κόλλησε μπροστά στο Netflix βλέποντας το (διάσημο πλέον) «The Last Dance», το ντοκιμαντέρ 8 επεισοδίων που εξιστορούσε την πορεία του Μάικλ Τζόρνταν στους Σικάγο Μπουλς, υπενθυμίστηκε σε όλους μας με τον πιο εμφατικό τρόπο το ποια είναι η βαθιά ουσία του αθλητισμού, αυτή που μας κάνει να κολλάμε μαζί του πέρα και έξω από το θέαμα καθαυτό: οι ιστορίες που παράγει.

Το «The Last Dance» δεν χιλιοαγαπήθηκε μόνο για λόγους νοσταλγίας. Χιλιοαγαπήθηκε κυρίως εξαιτίας της καταπληκτικής αφήγησής του όσον αφορά την ιστορία που επέλεξε να διηγηθεί. Και ταυτόχρονα, εξαιτίας των επιμέρους ιστοριών που εμπεριείχε. Διότι πλάι σε αυτή του MJ μπορούσες να δεις ταυτόχρονα και όλες τις ιστορίες των θρυλικών αντιπάλων του, εκείνων των παικταράδων και των εκπληκτικών ομάδων τους που είχαν την ατυχία να πέσουν πάνω στους μεγάλους Μπουλς και αναπόφευκτα περιορίστηκαν σε ρόλους κομπάρσων.

Η ανάδειξη όλης αυτής της πραγματικότητας φαίνεται πως άνοιξε τον δρόμο για περισσότερες προσπάθειες τέτοιου τύπου. Το ντοκιμαντέρ «Undold», που μόλις ξεκίνησε στο Netflix, αντλεί ξεκάθαρα την επιρροή του από το «The Last Dance»: σε κάθε επεισόδιο θα αφηγείται μια ξεχασμένη αθλητική ιστορία φωτίζοντας πτυχές της που δεν υπήρξαν ποτέ κυρίαρχες. Και το πρώτο επεισόδιο δεν θα μπορούσε να μην αναφέρεται στον μαγικό κόσμο του NBA.

«Malice at the Palace» είναι ο τίτλος του πρώτου επεισοδίου και αναφέρεται στο επικό διαστάσεων ξύλο που είχε πέσει το φθινόπωρο του 2004 στην έδρα των (εν ενεργεία πρωταθλητών NBA τότε) Ντιτρόιτ Πίστονς όταν οι τελευταίοι υποδέχθηκαν τους Ιντιάνα Πέισερς. Η κόντρα των δυο ομάδων κρατούσε από την προηγούμενη σεζόν και τη συνάντησή τους στον τελικό της Ανατολικής Περιφέρειας. Οι Πέισερς του μεγάλου Ρέτζι Μίλερ, στην τελευταία του σεζόν στο NBA και ύστατη (και αποτυχημένη) προσπάθειά του να κλείσει την καριέρα του με ένα πρωτάθλημα, περνούσαν ένα ανέλπιστα άνετο βράδυ στην έδρα των Πίστονς και τα πάντα κυλούσαν ονειρικά για αυτούς όταν 40 δεύτερα πριν τη λήξη έγινε κάτι που δεν θα το περίμενε κανείς.

Μια συμπλοκή ανάμεσα στους παίκτες των δυο ομάδων θα μπορούσε να είναι απλά μια κακή στιγμή σε οποιοδήποτε άλλο γήπεδο του πρωταθλήματος. Όχι όμως στο γήπεδο των Πίστονς, της πιο «ευρωπαϊκής» κερκίδας του NBA. Όποιος δεν γνωρίζει την ιστορία δεν θα πιστεύει αυτά που αποτυπώνει το ντοκιμαντέρ: οι παίκτες των Πέισερς βρέθηκαν να παίζουν ξύλο τόσο με τους μεθυσμένους οπαδούς των Πίστονς όσο και με τους αγωνιστικούς αντιπάλους τους, τα επεισόδια θύμιζαν κάτι από γαλατικό χωριό μόνο που αντί για Γαλάτες πρωταγωνιστούσαν υπεραθλητές του ΝΒΑ και οπαδοί.

Το γεγονός καθόρισε ολοκληρωτικά τη σύγχρονη εποχή της πιο διάσημης μπασκετικής λίγκας του κόσμου. Η διοργανώτρια αρχή επέλεξε να διαχειριστεί ως αποδιοπομπαίους τράγους τους παίκτες των Πέισερς εξαντλώντας όλη την αυστηρότητά της πάνω τους και τελειώνοντας ουσιαστικά κάθε ελπίδα της ομάδας από την Ιντιανάπολις για πρωτάθλημα. Ταυτόχρονα, ένα αφήγημα στενά συνδεδεμένο με την έτσι κι αλλιώς ρατσιστική οπτική της μέσης αμερικάνικης συνείδησης αναπτύχθηκε: οι μαύροι αθλητές που ξεκίνησαν από τα πιο φτωχά στρώματα της χώρας για να γίνουν εκατομμυριούχοι μπασκετμπολίστες, μπορεί να έφυγαν από τα γκέτο αλλά τα γκέτο δεν έφυγαν ποτέ από μέσα τους. Παραμένουν αλήτες με νοοτροπία γκάνγκστερ και αυτό χαλάει το ακριβό προϊόν που λέγεται NBA. Οι οπαδοί δε έμειναν στο απυρόβλητο: πως να στοχοποιήσεις τους καταναλωτές;

Το «Malice at the Palace» φωτίζει τις πτυχές που δεν φωτίστηκαν τότε, αναφέρει τις μειοψηφικές οπτικές γωνίες που φιμώθηκαν το 2004 και χρησιμοποιώντας υλικό που πρώτη φορά δίνεται στην δημοσιότητα, προσεγγίζει εκ νέου το γεγονός που άλλαξε το NBA. Αν πρέπει ντε και καλά να βρούμε ένα ψεγάδι είναι η ξεκάθαρη συμπάθεια που δείχνει για τους Ιντιάνα Πέισερς και η υποτίμηση της οπτικής των παικτών των Πίστονς. Κατά τα άλλα, αν γουστάρατε με το «The Last Dance», μην χάνετε χρόνο…