Τι (φανταζόμαστε ότι) γίνεται στο «Μπρούσκο»

Το Menshouse δηλώνει ευθαρσώς ότι βρίσκεται μέσα στο 1% παγκοσμίως που δεν έχει δει ποτέ “Star Wars” και «Μπρούσκο», όμως δε δίνει δεκάρα για το πρώτο και βάζει τα δυνατά του να φανταστεί τι ακριβώς γίνεται στο δεύτερο…

Βράδυ. Βλέπουμε ένα αυτοκίνητο να κινείται. Οδηγός είναι ο Σήφης (ένας εκ των πρωταγωνιστών) και δίπλα του κάθεται η Άναμπελ (η πρωταγωνίστρια).

eleni

«Βρισκόμαστε σε αδιέξοδο», λέει η Άναμπελ βαριά.

«Το βλέπω», απαντά ο Σήφης και της δείχνει την ταμπέλα του αδιεξόδου ακριβώς μπροστά τους. «Πρέπει να έστριψα λάθος, ο μαλ…»

«Δεν εννοώ αυτό, Σήφη», τον διακόπτει η Άναμπελ. «Εμείς- η σχέση μας έφτασε σε αδιέξοδο. Η μητριά σου δεν πρόκειται ποτέ να με δεχτεί επειδή στα 18 μου αναγκάστηκα να κάνω την πόρνη 3 ολόκληρα χρόνια για να ζήσω και μετά την έκανα άλλα 8 από συνήθεια, αλλά κι επειδή είμαι κλινική περίπτωση νυμφομανούς».

«Μη σε νοιάζει η μητριά μου», φτύνει μία-μία τις λέξεις ο Σήφης. «Δεν βγήκα από τη δική της μήτρα».

«Ναι, αλλά η δική μου μήτρα είναι μπερδεμένη. Δεν ξέρω αν θέλω εσένα ή τον Μανωλιό Τζόσενμπεργκ περισσότερο», ομολογεί τα αισθήματά της η Άναμπελ.

Ο Σήφης γυρίζει και την κοιτάζει σαν στήλη έμβιου άλατος.

«Ο-ο-οοοχι», καταφέρνει να ψελλίσει. «Όχι τον Μανωλιό Τζόσενμπεργκ. Τι παραπάνω έχει αυτός από μένα εκτός από σπίτια, αμάξια με θερμαινόμενα καθίσματα, ένα εξοχικό 356 τετραγωνικών με τζακούζι και την Giant που την πήρε από τον Γιάνγκο, όταν αυτός έπαψε να λάμπει στη Λάμψη;».

giagos

Ξαφνικά, η Άναμπελ βρίσκει τρομερό ενδιαφέρον στις μύτες των παπουτσιών της. Τις κοιτάζει για πολλή ώρα, χωρίς να μιλάει.

«Πες μου, το έχετε κάνει;», θέλει να μάθει ο Σήφης.

«Σήμερα όχι», απαντά η Άναμπελ.

«Αχρεία!», εκρήγνυται ο Σήφης Μπακουράκης, ο οποίος δεν είναι υπέρμαχος των υβριστικών εκφράσεων προς τις γυναίκες.

Έπειτα, χάνει τον έλεγχο του αυτοκινήτου και πατάει ασυναίσθητα το γκάζι, γιατί με 30 που πήγαινε είναι απίθανο να συνέβαινε το οτιδήποτε στους πρωταγωνιστές. Αρχίζει ν’ ακούγεται το “Carmina Burana” (όχι μόνο επειδή η Κρήτη είναι ΠΑΣΟΚοφωλιά) και η ένταση χτυπάει κόκκινο.
https://www.youtube.com/watch?v=HKkVh0USaqE
Εκτός από την ένταση, χτυπάνε και ο Σήφης με την Άναμπελ- σ’ ένα πλάτανο 400 ετών. Το αυτοκίνητο καταστρέφεται ολοσχερώς μετά τις 9 τούμπες και το ένα τετραπλό τόλουπ, όμως το μακιγιάζ τόσο του ενός, όσο και της άλλης, δεν έχει πειραχτεί στο ελάχιστο.

Βέβαια, έχουν ματώσει από πάνω μέχρι κάτω, αλλά με έναν σέξι τρόπο.

Ανάμεσα στα σιδερένια χαλάσματα, ο Σήφης βρίσκει τη δύναμη να μιλήσει.

«Θέλω… ν…να… ξέρω: τον-τ-τον αγαπάς;»

«Δ-δδεν ξέρω», ψιθυρίζει η Άναμπελ. «Αλή-θει-α δδε… δεν ξέρω».

«Είναι… αυτά… τα… τελευταία… σου… λόγια;»

Η Άναμπελ δεν απαντά. Πεθαίνει.

Ναι, αυτά είναι τα τελευταία της λόγια.

κερι

Το «Μπρούσκο», όπως μπορεί να καταλάβει κανείς, απ’ όλα τα διαθέσιμα γεωμετρικά σχήματα- το εξάγωνο, φερ’ ειπείν-, επέλεξε να είναι το (ερωτικό) τρίγωνο.

Η ιστορία της Άναμπελ- την οποία τη βίαζε ο πατέρας της μαζί με το θείο της, τον κουνιάδο του, τον περιπτερά και δύο οικοδόμους όταν ήταν μικρή- του Σήφη (που έχει beach bar στα Χανιά, το γνωστό “PaΣήφηk Ocean”) και του Μανωλιού Τζόσενμπεργκ (ενός Ελληνοσουηδού επιχειρηματία που εμπορεύεται πλαστικά κουταλάκια), θυμίζει κάτι από το «Ρωμαίοι και Ιουλιέτα» σε μια πιο σύγχρονη εκδοχή.

romaioi

Στον πρώτο κύκλο, βλέπουμε τους δύο αντίζηλους να μην έχουν γίνει αντίζηλοι ακόμα, αλλά να είναι κολλητοί- φοράνε ένα κρεμαστό στο στήθος τους, μάλιστα: “Be- frie” γράφει του Σήφη και “st-nds” του Μανωλιού.

Όταν μια μέρα, όμως, ο Μανωλιός πηγαίνει μια παραγγελία από 3 τόνους πλαστικά κουταλάκια για τις φρουτοσαλάτες που σερβίρει το “PaΣήφηk” και βλέπει το φίλο του να χαμογελά, τον ρωτά:

«Γιατί είσαι χαρούμενος, Σήφη;»

«Γιατί χθες έκανα σεξ με την Άναμπελ».

«Όλοι έχουν κάνει σεξ με την Άναμπελ».

«Ναι, αλλά εγώ δεν πλήρωσα, Μανωλιό. Τα ’χουμε. Θα σταματήσει να εκδίδεται».

«Δεν είναι βιβλίο ρε φίλε, πόρνη είναι», λέει πικρόχολα ο Μανωλιός, ο οποίος αντιδρά άσχημα γιατί πάντα ήταν ερωτευμένος με την Άναμπελ (ο πατέρας του ήταν ο ένας εκ των δύο οικοδόμων και την ήξερε από μικρή).

«Μη μιλάς έτσι, γαμώ την πουτάνα μου!».

«Οκ, το καταλάβαμε: έκανες σεξ με την Άναμπελ, δεν είναι ανάγκη να το διατυμπανίζεις».

tymbaro

Στο δεύτερο κύκλο, βλέπουμε τον Μανωλιό να έχει απομακρυνθεί οικειοθελώς από τον Σήφη, γιατί δεν μπορεί να τον βλέπει στην αγκαλιά της Άναμπελ. Μια μέρα που δεν μπορεί να τον βλέπει, όμως, συναντιέται τυχαία με την κοπέλα του πρώην κολλητού του στο δρόμο.

«Γεια σου Άναμπελ», τη χαιρετά.

«Πάμε σπίτι μου», του λέει αυτή και μέχρι να φτάσουν στο αυτοκίνητο έχει γδυθεί ήδη.

Αυτό συνεχίζεται για 6 χρόνια κάτω από άκρα μυστικότητα, την ώρα που ο τόπος βουίζει.

vouitop

Στον τρίτο κύκλο, η μητριά του Σήφη (η μητέρα του σκοτώθηκε σ’ ένα ατύχημα, όταν μια μέρα έλεγε επί ένα τρίωρο στον άντρα της πως χαράμισε για χάρη του τα καλύτερά της χρόνια, και αυτός την πυροβόλησε στο τέλος) σχεδόν απαιτεί να χωρίσει την Άναμπελ.

«Την είδα να πηγαίνει με άλλον».

«Μα εσύ, μητριά μου», ξεκινά ο Σήφης, «έχεις προχωρημένο γλαύκωμα».

Η κάμερα εστιάζει στο γυάλινο μάτι της μητριάς.

Η ιμιτασιόν μητέρα του Σήφη σιωπά για λίγο. Και μετά για λίγο περισσότερο. Και για λίγο περισσότερο. Μέχρι που την παίρνει ο ύπνος.

ypnosgiagia

Στον τέταρτο και τελευταίο κύκλο, το ερωτικό τρίγωνο έχει αρχίσει ν’ αποκτά τόσο ρευστή μορφή που όλα μπορούν να συμβούν.

Στην κορύφωση του 7564ου επεισοδίου, αποδεικνύεται πως η μητέρα του Σήφη ζει, καθώς μπορεί ο πατέρας της να πυροβόλησε, όμως αυτή φορούσε αλεξίσφαιρο γιλέκο.

«Γιε μου, είμαι ’γω, η mommy», του λέει σε μια ηλεκτρισμένη σκηνή που διαδραματίζεται στην πλατεία του χωριού το ξημέρωμα.

«Μαμά, εσύ;».

«Εγώ, ναι!».

«Εσύ;;;».

«Ναι, ναι!».

«Εσύ;;;»

«Ε είπαμε ναι ρε μούλικο, εγώ».

Ο Σήφης από τη χαρά του θέλει να ρίξει δυο μπαλοθιές στον αέρα, όμως κατά λάθος χαμηλώνει το όπλο και τινάζει στον αέρα τα μυαλά της μάνας του.

Είναι και πάλι ορφανός από μαμά.

tsoks

Σα να μην έφτανε αυτό, μια μέρα ύστερα από την τέλεση της κηδείας, πηγαίνει να πάρει την Άναμπελ για μια βόλτα με το αυτοκίνητο προκειμένου να ξεχαστεί. Όταν ο Σήφης κάνει (κινούμενα) σχέδια, όμως, ο Θεός γελά μέχρι δακρύων.

Έτσι, τον στέλνει στον έρημο δρόμο. Η Άναμπελ του αποκαλύπτει τον δεσμό της με τον κολλητό του.

Τρακάρουν και η κοπέλα πεθαίνει. Το ίδιο και ο Σήφης, ο οποίος αφήνει την τελευταία του πνοή, μιας και η προτελευταία δεν ήταν και της καλύτερης ποιότητος.

Ο πρώτος που καταφτάνει στο σημείο του δυστυχήματος, είναι ο Μανωλιός, ο οποίος περνούσε από κει κατόπιν εντολής του σκηνοθέτη.

btho

Βλέπει τι έχει συμβεί. Βγάζει μια χάρτινη σακούλα μ’ ένα μπουκάλι. Πίνει, πίνει, πίνει. Έπειτα, παίρνει από την τσέπη του σακακιού του ένα σχοινί, το περνάει στο δέντρο που χτύπησαν Σήφης και Άναμπελ και κρεμιέται.

Ξεψυχά.

Κοντινό στην χαρτοσακούλα και το κρασί που με τόση μανία έπινε ο Μανωλιός.

Πάνω γράφει μια λέξη.

Είναι: «Μπρούσκο».

brus