Σχέση γιου-μητέρας έχουμε δει σε αρκετές ταινίες. Σχέση πατέρα-γιου, με πολλές διαφοροποιήσεις, πάλι έχουμε δει. Όμως μια ταινία που να μιλάει για τη σχέση ανιψιού-θείου, δεν είχαμε δει και το C’mon C’mon παρουσιάζει τη δική του οπτική.
Στο C’mon C’mon έχουμε τη Βιβ και τον Τζόνι. Η Βιβ και ο Τζόνι είναι δύο αδέλφια που μετά το θάνατο της μητέρας τους, κάπως απομακρύνθηκαν. Είναι σωματικά ούτως ή άλλως μακριά, αφού η Βιβ ζει στο Λος Άντζελες και ο Τζόνι στη Νέα Υόρκη. Αλλά είναι μεγαλύτερη η απόσταση ανάμεσα στα συναισθήματα τους.
Όπως όλα τα αδέρφια, φέρουν παράπονα και τραύματα του παρελθόντος ως προς τη σχέση με τους γονείς τους και δη τη μητέρα τους. Η Βιβ θεωρεί πως ο Τζόνι της έκανε τα χατίρια ενώ δεν έπρεπε και καλείτο να κάνει την κακιά και τη σκληρή.
Αυτά ανήκουν στο παρελθόν, μα επηρεάζουν κάπως το παρόν. Η Βιβ έχει έναν γιο τον Τζέσι κι έναν άντρα, τον Πολ. Ο Πολ έχει ψυχικές διαταραχές και δεν μπορεί να υποστηρίξει τον εαυτό του. Γι΄αυτό η Βιβ πρέπει να πάει να τον βρει εκεί που ζει και να τον φροντίσει για μερικές ημέρες, πείθοντας τον να μπει σε μια κλινική. Αφήνει τον Τζέσι στη φροντίδα του Τζόνι.
Ο Τζόνι είναι ένας ερευνητής που κάνει μια μεγάλη έρευνα σε μικρά παιδιά. Τα ρωτάει τι σκέφτονται για τον κόσμο, ποια είναι η άποψη τους για τους μεγάλους, τι φόβους έχουν, τι όνειρα, πώς συνδέονται με τον τόπο τους. Για τις ανάγκες της έρευνας πρέπει να ταξιδεύει αρκετά.
Για μερικές ημέρες πάει στο Λος Άντζελες να περάσει χρόνο με τον Τζέσι. Γρήγορα καταλαβαίνει πως ο Τζέσι είναι ένα παιδί που αντιλαμβάνεται τα πάντα γύρω του. Κι επηρεάζεται απ΄αυτά. Ξέρει τι τραβάει η μητέρα του, του λείπει ο μπαμπάς του. Όλα αυτά γίνονται ένα συναίσθημα. Κι αυτό δεν του επιτρέπει να έχει φίλους. Ο Τζόνι είναι γι΄αυτό ένας κόσμος εξερεύνησης.
Τον ρωτάει γιατί είναι ανύπαντρος, αν αγαπούσε την πρώην σύντροφό του, τον αντιμετωπίζει με όλη την ειλικρίνεια και την αμεσότητα ενός παιδιού. Και με κάτι ακόμα όμως. Με μια κραυγή που πηγάζει από βαθιά μέσα του. Ο Τζέσι έχει ανάγκη ένα ενήλικο στήριγμα και πιστεύει ότι ίσως ο θείος του να είναι.
Όμως ο Τζόνι πρέπει και ο ίδιος να υπερβεί τον εαυτό του, να γίνει πατέρας του ανιψιού του. Τον παίρνει στη Νέα Υόρκη, η Βιβ κάθεται κι άλλες μέρες με τον χαμένο Πολ, ο Τζέσι αγχώνεται και όλα αυτά σε μια πολιτεία, σε μια πόλη που δεν έχει τον ήλιο να τα καλύπτει όλα.
Στο C’mon C’mon ο Χοακίν Φοίνιξ είναι ο θείος που κάθεται με τη νεολαία
Έχει τις βροχές της, έχει το κρύο της να σταματά την κίνηση του σώματος και να ενεργοποιεί την κίνηση των ματιών, της παρατήρησης, της σκέψης, της ανάλυσης. Οι συγκρούσεις ανάμεσα στον Τζόνι και τον Τζέσι αρκετές. Πολύ περισσότερες όμως οι στιγμές αλληλοκατανόησης.
Το C’mon C’mon είναι μια μελαγχολική ομορφιά των ανθρωπίνων σχέσεων και δη των συγγενικών. Με το γκρίζο χρώμα της εικόνας να μην αλλάζει ούτε δευτερόλεπτο, ο σκηνοθέτης Μάικ Μιλς (20th Century Women) και ο κινηματογραφιστής Ρομπ Ράιαν θέτουν τον τόνο για τον θεατή.
Όλα έχουν μια νωχέλεια. Η ζωή σε αυτή την πόλη της βιασύνης. σταματά. Πάει με βήμα αργό και όχι γοργό. Είναι μια ξένη εικόνα για τη Νέα Υόρκη. Οι άνθρωποι δεν τρέχουν, οι άνθρωποι υπάρχουν και το βιώνουν, δεν τους ξεφεύγει η εμπειρία της ζωής στο κυνήγι μιας κάποιας ψευδαίσθησης.
Κάτω απ΄αυτό το πέπλο το C’mon C’mon περιγράφει την ψυχική ένωση δύο ανθρώπων. Μπορεί να τους χωρίζουν τα χρόνια και οι εμπειρίες, αλλά όσα δε γνωρίζει ο Τζέσι, άλλα τόσα δε γνωρίζει ο Τζόνι ως προς τον Τζέσι. Ξεκινούν από την ίδια εκκίνηση.
Με τον ήχο να παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στο C’mon C’mon, αφού ο Τζόνι μαγνητοφωνεί τις συνεντεύξεις, έχουμε μια ταινία μοναδικά συγκινητική. Ακούμε τις φωνές των ηθοποιών, ξέχωρα από την εικόνα. Σαν οι άνθρωποι να αφηγούνται τις στιγμές τους, σαν να έχουν βγει από το σώμα τους και να ζουν την σκηνή για να την περιγράψουν σε εμάς τους θεατές.
Οι μελωδίες, η ακουστική μέσω του μικροφώνου που έχει ο Τζόνι, διαφοροποιούν την αίσθηση. Υποβάλλουν εκ των πραγμάτων τον θεατή σε μια βαθύτερη προσοχή, σε μια ενδόμυχη σύνδεση. Κι η ταινία δικαίως κερδίζει το χειροκρότημα και την επευφημία στις κριτικές.
* Το C’mon C’mon κυκλοφορεί στις αίθουσες την Πέμπτη από την Tanweer.