Μιούζικαλ. Ένα από τα πιο «παραδοσιακά» είδη του Χόλιγουντ, μάλλον ξεχασμένο εδώ και κάποιες δεκαετίες. Βγαίνουν φυσικά αραιά και που ορισμένα μιούζικαλ, δεν είναι πως το είδος έχει εξαφανιστεί για τα καλά. Θα ήταν ωστόσο μάλλον εύλογο να ειπωθεί πως πρόκειται για ένα είδος, που μετά τις χρυσές δεκαετίες του από τα 30s μέχρι τα 60s, ξεπεράστηκε και ακόμα και οι σύγχρονες προσπάθειες δεν στοχεύουν τόσο στην αναβίωσή του αλλά στην κατάθεση ενός φόρου τιμής στο ένδοξο παρελθόν του.
Τι είναι αυτό που λείπει για να αναβιώσει ως είδος το μιούζικαλ; Η αθώoτητα που το Χόλιγουντ εξέμπεμπε εκείνες τις εποχές και που ήθελε να μεταλαμπαδεύσει στους θεατές του. Και τώρα ας κάνουμε ένα πείραμα: ας πάρουμε την αθωότητα των παλιών μιούζικαλ του Χόλιγουντ, ας την τοποθετήσουμε μέσα στην διαχρονική γοητεία της Νέας Υόρκης και ας συνδυάσουμε αυτά τα στοιχεία με μια κλασική πλοκή ταινίας του Γούντι Άλεν, του μεγαλύτερου δηλαδή οπαδού της Νέας Υόρκης. Γίνεται το τελικό αποτέλεσμα να μην είναι αριστουργηματικό; Απλά δεν γίνεται…
Αυτός ο συνδυασμός επιτεύχθηκε με θαυμαστή αρμονία το 1997 όταν και κυκλοφόρησε το «Όλοι λένε Σ’ αγαπώ», ένας ύμνος του Γούντι Άλεν στο μιούζικαλ, την Νέα Υόρκη, την αγάπη και τα περίπλοκα δεδομένα της. Η υπόθεση είναι τυπικά «γουντιαλενική»: Ο Τζο (ο Γούντι Άλεν δηλαδή) είναι ένας μεσήλικας συγγραφέας που ζει στο Παρίσι. Όταν η Γαλλίδα σύντροφός του τον χωρίζει βρίσκεται σε ένα ψυχολογικό αδιέξοδο, γεμάτο από υπαρξιακά ερωτήματα και ανασφάλειες της μέσης ηλικίας. Ξεπερνάει τις αυτοκτονικές του τάσεις και αποφασίζει να γυρίσει στην αγαπημένη του Νέα Υόρκη.
Εκεί συναντάει την πρώην γυναίκα του και τον νυν άντρα της με τους οποίους διατηρεί άψογες σχέσεις – για την ακρίβεια, είναι οι καλύτεροι φίλοι του. Θα ξανασυναντήσει και τα παιδιά του αλλά και τα παιδιά που έχει κάνει πλέον η πρώην γυναίκα του με τον νυν άντρα της. Το κάθε μέλος αυτής της «διευρυμένης» οικογένειας μοιράζεται μια κοινή αγωνία: πως διαχειρίζεσαι την αγάπη; Είτε όταν βρίσκεσαι στην εφηβεία είτε όταν βρίσκεσαι στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής σου είτε διανύεις τη μέση ηλικία, η σπαζοκεφαλιά παραμένει και ας αλλάζουν τα δεδομένα.
Το «Όλοι λένε Σ’ αγαπώ» είναι ένα ψηφιδωτό από διάφορες ιστορίες αγάπης με τα δικά τους προβλήματα η κάθε μία αλλά στο κέντρο του βρίσκεται ο Τζο που ερωτεύεται με την πρώτη ματιά την Βον (χαρακτήρα που ζωντανεύει από την Τζούλια Ρόμπερτς). Και στην προσπάθειά του να την κατακτήσει θα έχει ως βασική συμβουλάτορά του την έφηβη κόρη του, με την οποία έχουν μια καταπληκτική σχέση στο εσωτερικό της οποίας πολύ συχνά αντιστρέφεται το ποιος είναι ο ανώριμος και το ποια η ενήλικη.
Όπως κάθε μιούζικαλ φυσικά, το «Όλοι λένε Σ’ αγαπώ» αποτελείται από συνεχόμενα τραγούδια που διακόπτουν την «ορθόδοξη» πλοκή με τον Γούντι Άλεν να έχει την έμπνευση να αφήνει τον κάθε ηθοποιό να τραγουδάει με τη φωνή του τα τραγούδια που προκύπτουν αντί να τα ντουμπλάρει με ερμηνείες αληθινών τραγουδιστών.
Το αποτέλεσμα είναι παράδοξο αλλά πέρα για πέρα ρομαντικό: οι ερμηνείες είναι πολλές φορές φάλτσες και κακόφωνες αλλά ο Γούντι Άλεν ξέρει πως η ουσία του μιούζικαλ δεν είναι η επίδειξη τεχνικών αρετών αλλά το ζωντάνεμα μια αίσθησης ότι πολλά πράγματα δεν μπορούν να ειπωθούν αλλιώς, παρά μόνο με ένα τραγούδι. Και κάπως έτσι, το μιούζικαλ του αγγίζει τρελά επίπεδα ρομαντισμού και αθωότητας.
Το «Όλοι λένε Σ’ αγαπώ» στριμάρει ελεύθερα στο Ertflix. Αμαρτία να μην το δείτε…