Ας φανταστούμε έναν κόσμο όπου οι δεινόσαυροι και οι άνθρωποι συνυπάρχουν πάνω στον πλανήτη. Όχι ωστόσο στις συνθήκες του προϊστορικού κόσμου αλλά στις σημερινές συνθήκες, με τη σημερινή τεχνολογική εξέλιξη, τώρα που είναι οι άνθρωποι οι κυρίαρχοι της Γης και όχι αυτά τα υπέροχα αλλά τόσο τρομακτικά πλάσματα, οι δεινόσαυροι. Σε αυτό το σημείο μας άφησε η προηγούμενη ταινία του franchise του Jurassic Park και από αυτό το σημείο ξεκινάει και η καινούρια.
Στο «Jurassic World: Dominion», την έκτη ταινία αυτού του σύμπαντος, εισαγόμαστε σε μια κατάσταση όπου οι άνθρωποι χωρισμένοι σε δυο κατηγορίες προσπαθούν να διαχειριστούν με εκ διαμέτρου αντίθετους τρόπους αυτή την περίεργη κατάσταση. Από τη μια πλευρά, είναι οι «κακοί»: λαθρέμποροι και κυνηγοί δεινοσαύρων και φυσικά μια μεγάλη πολυεθνική εταιρεία που θέλει να βγάλει λεφτά μέσα από αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση. Από την άλλη πλευρά, είναι οι «καλοί»: εκείνοι που επιθυμούν την αρμονική συνύπαρξη με τους δεινόσαυρους και ξέρουν πως πρέπει να συγκρουστούν με τους πρώτους.
Είναι, αν μη τι άλλο, πολύ ενδιαφέρουσα η αφετηρία πάνω στην οποία στήνεται το «Jurassic World: Dominion». Όχι μόνο σε επίπεδο ιδεών αλλά και σε επίπεδο σχολιασμού, καθώς επιχειρεί ουσιαστικά να μιλήσει για την αληθινή συνθήκη της κλιματικής αλλαγής και το πώς οι άνθρωποι πρέπει να διαχειριστούν. Τα προβλήματα ωστόσο ξεκινάνε από εκεί και πέρα: με εξαίρεση αυτά, το «Dominion» δεν έχει να πει τίποτα άλλο. Έχει μια προσχηματική και αδούλευτη πλοκή, διακατέχεται από αρπακολατζίδικη δράση και φυσικά, δεν υπάρχει ίχνος ψυχής και συναισθήματος ώστε να μιλήσει στην καρδιά του θεατή.
Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα τυπικό σίκουελ του Jurassic Park. Διότι εδώ που τα λέμε, αν εξαιρεθεί η πρώτη ταινία του 1993, τότε που ο Στίβεν Σπίλμπεργκ έδωσε ρέστα και έφτιαξε μια ταινιάρα που όσες φορές και να την δούμε πάντα θα την απολαμβάνουμε, ο τίτλος, ταινία με την ταινία, απλά επιβεβαιώνει πως η συνέχεια εκείνου του ιστορικού φιλμ ήταν περιττή. Και όμως, με αυτά και με αυτά, φτάσαμε στην έκτη ταινία και οι προσδοκίες πως τα συναισθήματα του θαύματος του 1993 θα μπορούσαν να αναγεννηθούν σε κάποιο σίκουελ διαψεύστηκαν για πέμπτη συνεχόμενη φορά.
Το «Dominion» μάλιστα, υποπέπτει τόσο εξόθφαλμα στην παραδοχή πως είναι τμήμα ενός συνολικά αποτυχημένου franchise που με πλεόνασμα κυνισμού κουβαλάει πίσω στα πλατό την πρώτη, κλασική φουρνιά της σειράς ταινιών (δηλαδή τον Σαμ Νιλ, την Λόρα Ντερν και τον Τζεφ Γκόλντμπλουμ) και τους βάζει μέσω μιας σεναριακής ξεπέτας να δράσει μαζί με την σύγχρονη φουρνιά της τελευταίας, επιμέρους τριλογίας, η οποία φυσικά έχει αποτύχει εκκωφαντικά να φτιάξει τη δική της παράδοση και να αγαπηθεί από το κοινό.
Δεν είναι να προκαλεί απορία βέβαια το γεγονός ότι ούτε καν αυτό το τρικ δεν πετυχαίνει: ακόμα και η επίκληση στην νοσταλγία θέλει μια μαεστρία και το «Jurassic World: Dominion» είναι μια τόσο βαριεστημένα φτιαγμένη ταινία που δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί τα ίδια τα κόλπα της. Τελικά, το μόνο που σου μένει είναι η επιθυμία να γυρίσεις και πάλι στην αρχική ταινιάρα του Στίβεν Σπίλμπεργκ μπας και πάρεις μια τζούρα από αληθινό όραμα. 29 χρόνια μετά άλλωστε, το φιλμ εκείνο παραμένει αξεπέραστο και κάθε ταινία που έρχεται να εκμεταλλευτεί την παρακαταθήκη του μας το υπενθυμίζει εμφατικά μέσα από την αποτυχία του.