Οι προσδοκίες, όπως μπορεί να έχουμε αναφέρει πολλάκις εδώ, είναι πάντοτε ο καθοριστικός παράγοντας του βαθμού απόλαυσης μιας εμπειρίας, μιας συναναστροφής, μιας ταινίας. Και το The Pale Blue Eye είναι μια ταινία που ξεπερνά τις προσδοκίες.
Όταν είδαμε το trailer, θεωρήσαμε πως αποτελεί μια ταινία που το Netflix μπορεί να ποντάρει για καμία υποψηφιότητα στα Όσκαρ. Και θεωρήσαμε πως αυτός που έχει το ποντάρισμα, είναι ο Κρίστιαν Μπέιλ. Αμ δε…
Όπως αμ δε και για την πλοκή που περιμέναμε, αφού ήταν κάτι πολύ περισσότερο από την εξιχνίαση μιας δολοφονίας από έναν ειδικό κάπου στη Νέα Υόρκη του 19ου αιώνα.
Το The Pale Blue Eye μας μεταφέρει σε ένα στρατόπεδο του βρετανικού στρατού, όπου ένας στρατιώτης βρίσκεται νεκρός, κρεμασμένος για την ακρίβεια σε ένα δέντρο. Κρεμασμένος είναι τη στιγμή που τον βρίσκει ένας άλλος στρατιώτης.
Γιατί από τη στιγμή που αυτός ο στρατιώτης τρέχει να ενημερώσει για αυτό που αντίκρυσε, μέχρι την εμφάνιση των αρμοδίων, το πτώμα έχει μεταφερθεί αλλού και κάποιος του έχει βγάλει την καρδιά.
Οι ανώτεροι αξιωματικοί έχουν ακούσει για έναν πολύ ικανό ντετέκτιβ, έναν άνθρωπο με γνώσεις σε μυστήρια και στον αποκρυφισμό-μυστικισμό, τον Λάντορ. Του αναθέτουν λοιπόν την υπόθεση, έχοντας και την πίεση των ανωτέρων για να βρεθεί άμεσα ο ένοχος.
Κατά την άφιξή του στο στρατόπεδο, ο Λάντορ συναντά, μεταξύ πολλών άλλων, τον Έντγκαρ Άλαν Πόε. Βλέπει γρήγορα σε αυτόν κάτι το ιδιαίτερο και δεν αργεί να τον κάνει άτυπα βοηθό του. Του αναθέτει λοιπόν να αποκρυπτογραφίσει δύο γράμματα που άφησε ο νεκρός.
Η συμπεριφορά των υπόλοιπων στρατιωτών ως προς την απώλεια ενός συναδέλφου τους, είναι μάλλον παγερή. Οι υποψίες κινούνται γύρω απ΄όλους.
Μετά την κηδεία του στρατιώτη, υπάρχει ένας ακόμα που βρίσκεται νεκρός. Αυτός είχε δώσει στη μητέρα του πρώτου νεκρού το ημερολόγιο του και της είχε πει, δήθεν αδιάφορα, να το κάψει.
Ένας τρίτος φαντάρος, φίλος με τους δύο νεκρούς – οι τρεις τους έκαναν παρέα – εξαφανίζεται φοβούμενος πως είναι ο επόμενος.
Στο εν τω μεταξύ, ο Πόε έχει αρχίσει τις ρομαντικές συναντήσεις με την κόρη του ιατροδικαστή της μονάδας, η οποία έλκεται από την πεισιθάνατη ψυχοσύνθεσή του, από την αγάπη του για το σκοτεινό. Οι δυο τους μοιράζονται ότι πιστεύουν πως μιλάνε με τους νεκρούς. Μόνο που για εκείνη, υπάρχει κάτι πολύ πιο πολύπλοκο από πίσω.
Το The Pale Blue Eye έχει στα 90 από τα 125 λεπτά της αφήγησης του ένα κλασικό στόρι εξιχνίασης ενός εγκλήματος σε ένα χειμωνιάτικο και ομιχλώδες σκηνικό.
Έχει κάποιες ενδιαφέρουσες στιγμές στο brainstorming του Λάντορ με τον Πόε, κάνει κι ένα μικρό character building για τους δύο βασικούς ήρες, φέρνει πιο μέσα στο κάδρο ως υπόπτους αρκετούς, φανερώνει για άλλους πως γνωρίζουν πολλά ή καθιστά ως περίεργο το έντονο ενδιαφέρον τους για την υπόθεση και τον Λάντορ ως άνθρωπο, όχι κάτι παραπάνω.
Είναι μέχρι αυτό το σημείο μια καλή ταινία που δεν σου αφήνει κάτι περισσότερο. Μένει βέβαια έντονα η τρομερή ερμηνεία του Χάρι Μέλινγκ (του πιτσιρικά που έκανε τον ξάδελφο του Χάρι Πότερ) ως Πόε.
Σε αυτό το σημείο, στο 90, είναι που έρχεται η κλιμάκωση, που είναι όντως πολύ καλή, και σου δίνει μια επίλυση ως προς τους ενόχους. Μόνο που δεν τελειώνει το ματς. Έχει παράταση. Και στην παράταση η αφήγηση αποκαλύπτει πως υπήρχε ένα δεύτερο υπόστρωμα, μια παράλληλη εξέλιξη που ανατρέπει όσα παγίωσε το φαινομενικό τέλος.
Αν μπορούσαμε να το πούμε σχηματικά, από μια ταινία που την βλέπεις Παρασκευή βράδυ χωρίς να σε νοιάζει αν θα σε πάρει ο ύπνος, το The Pale Blue Eye γίνεται μέσα σε λίγα λεπτά μια ταινία Σάββατο απόγευμα ή Κυριακή βράδυ, έχει δηλαδή μια βαρύτητα, σου ζητάει περισσότερα γιατί σου δίνει και περισσότερα.
Περισσότερα ή, έστω, πολύ διαφορετικά απ΄αυτά που περίμενες. Και κάποιες φορές, το διαφορετικό, κι ας μην είναι ανώτερο, σου φαίνεται καλύτερο, άρα ανώτερο.
Αυτό είναι το The Pale Blue Eye.