Για όλους τους μεγάλους ηθοποιούς υπάρχουν δύο χαρακτηριστικοί ρόλοι. Ο ένας είναι εκείνος που τον αναδεικνύει. Ο άλλος εκείνος που αποτελεί το μεγάλο του υποκριτικό αριστούργημα όταν πλέον έχει εδραιωθεί ως σημαντικός. Είναι εκείνος ο ρόλος που μέσα στην πληθώρα των ποιοτικών και εντυπωσιακών ερμηνειών, μένει να ξεχωρίζει ένα κεφάλι ψηλότερα από όλους τους υπόλοιπους.
Για τον Αλ Πατσίνο δεν υπάρχει καμία αμφιβολία όσον αφορά το ποιος είναι ο ρόλος που τον ανέδειξε: προφανώς, είναι εκείνος του «Νονού». Όμως ποιος είναι ο ρόλος που ανήκει στην δεύτερη κατηγορία; Αντικειμενικά, η καριέρα του χωρίζεται στο μετά και το πριν τον «Σημαδεμένο»: πριν από την ταινία του Ντε Πάλμα, στο 70s παρελθόν του και με αποκορύφωμα αλλά και απαρχή τον «Νονό», ο Πατσίνο είναι ένας ηθοποιός εσωτερικός, υπόγειος, παίζει με το βλέμμα του και μια ηρεμία μοιάζει να χαρακτηρίζει τη δυναμική του.
Μετά τον «Σημαδεμένο» και με αφετηρία αυτόν, ο Πατσίνο είναι ένας πληθωρικός ηθοποιός, φασαριόζος, με μεγάλο και προφανές εκτόπισμα. Όμως, η ταινία που οι δυνατότητες αυτής της εντυπωσιακής αλλαγής πλεύσης γίνονται απόλυτα κατανοητές βρίσκεται σε επίπεδο περιεχομένου πολύ μακριά από τους ρόλους του γκάνγκστερ ή του αστυνομικού, μακριά από τις crime δημιουργίες που καθόρισε. Μιλάμε για το «Άρωμα Γυναίκας».
Η ταινία που χάρισε στον Πατσίνο για πρώτη φορά το Όσκαρ, μοιάζει να έχει στηθεί εξ’ ολοκλήρου για αυτόν. Ριμέικ της αντίστοιχης ιταλικής ταινία του 1974 με το ίδιο όνομα, αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού μαθητή ο οποίος προσλαμβάνεται ως βοηθός ενός τυφλού και οξύθυμου συνταξιούχου στρατιωτικού. Αν και οι δυο τους αρχικά μοιάζουν -και είναι- δυο άνθρωποι από διαφορετικούς κόσμους που δύσκολα θα καταφέρουν να συνεννοηθούν ή να ταιριάξουν τα χνώτα τους, καταλήγουν να δένονται με ένα ιδιότυπο τρόπο μέσα από την μεταξύ τους αλληλεπίδραση και τη σχέση μέντορα-καθοδηγούμενου που δομούν.
Ο Πατσίνο κλέβει την παράσταση με ευκολία τόσο ζηλευτή που ελάχιστες ταινίες στην ιστορία του σινεμά μπορούν να θεωρηθούν τόσο «one man show» όσο είναι το «Άρωμα Γυναίκας» για εκείνον. Και το εντυπωσιακό είναι πως κάνοντάς το, δίνει την εντύπωση πως του είναι τόσο εύκολο σαν να βάζει να πιει ένα ποτήρι νερό. Ολόκληρη η πλοκή, η εξέλιξη της ταινίας, οι κλιμακώσεις της και οι αποκλιμακώσεις μοιάζουν να υπηρετούνται από το ταπεραμέντο και την γοητεία του Αλ Πατσίνο.
Πρόκειται με διαφορά για την πιο ώριμη, υποκριτική του περίοδο – εν γένει τα 90s είναι αυτό για τον Πατσίνο αλλά το «Άρωμα Γυναίκας» είναι η απόλυτη αποθέωση του ταλέντου του. Δεν πρόκειται πια για τον νεαρό Πατσίνο που λάμπει σαν αστέρι που μόλις γεννήθηκε αλλά ούτε και για τον Πατσίνο της βιολογικής και υποκριτικής τρίτης ηλικίας του, εκεί όπου πλέον το στιλ που τον καθιέρωσε έχει γίνει μια επαναλαμβανόμενη μανιέρα. Είναι ακριβώς στη μέση των δυο αυτών εποχών και είναι μια απόλαυση υπό μορφή ηθοποιού.
Για καλή μας τύχη, το «Άρωμα Γυναίκας» στριμάρει στο Netflix αυτόν τον καιρό. Πολύ μεγάλη ευκαιρία για να πάει χαμένη…