Γιατί έχουν ξετρελαθεί όλοι με το IQ 160 στο STAR;
Βρείτε μας στο

Τα τελευταία δύο χρόνια έχουμε δει αυτό το έργο πολλές φορές. Μια σειρά κάνει πρεμιέρα, τα σχόλια στα social media είναι διθυραμβικά, δημιουργείται ένα hype και αυτό λειτουργεί σαν bandwagon effect. Το ίδιο συνέβη και με το IQ 160.

Κάθε ένας που έβλεπε τη σειρά και έγραφε γι’ αυτήν, ήταν σαν να προσκαλούσε έναν ακόμα να την δει. Λες και είναι γάμος και φέρνει το plus one του.

Πρόκειται για την πιο πετυχημένη σειρά που έχει βάλει το STAR την τελευταία 20ετία βάσει τηλεθέασης. Και βάσει του πόσο συζητιέται στα social.

Και πρόκειται για τη μοναδική σειρά της ιδιωτικής τηλεόρασης που έχει όντως κάτι το διαφορετικό. Έχουμε μπουχτίσει στο δράμα και στην κλάψα του κάθε Σασμού και του κάθε Παράδεισου των Κυριών. Κάπου θες και να φύγει η μιζέρια.

Μπορεί το IQ 160 να έχει και σκηνές δραματικές, να καταπιάνεται με φόνους, αλλά είναι μια ευχάριστη αστυνομική σειρά, μια ντετεκτιβική κομεντί, με χαρατηριστικά που θυμίζουν κάτι από το Monk και εναρμονισμένη με την αναρρίχηση στα ψηλά πατώματα του είδους αυτού στην παγκόσμια μυθοπλασία.

Ο Ράιαν Τζόνσον με το Knives Out δημιούργησε ένα ρεύμα και το IQ 160 εντάσσεται σε αυτή την τάση και με τρόπο επιτυχημένο.

Χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν ταλανίζεται από τις αιώνιες παιδικές ασθένειες της τηλεοπτικής μυθοπλασίας.

Σε αρκετές σκηνές η ερμηνεία των ηθοποιών είναι αταίριαστη και σχεδόν κακή. Όχι από τους βασικούς πρωταγωνιστές, αλλά από τους γκεστ και από τους πιο…περιφερειακούς.

Παίκτης προπονητή: Το αθόρυβο πολυεργαλείο του ΠΑΟΚ, στα δύσκολα είναι πάντα εκεί
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Παίκτης προπονητή: Το αθόρυβο πολυεργαλείο του ΠΑΟΚ, στα δύσκολα είναι πάντα εκεί

Η Σμαράγδα Καρύδη είναι πολύ καλή, με τα κλασικά της ερμηνευτικά χαρακτηριστικά, το ίδιο και ο Νίκος Κουρής. Είναι όμως σαφές πως σε κάποιες στιγμές για κάποιο λόγο δεν έχουν ξεδιπλώσει όλο τους το potential.

Ίσως η αιτία να είναι πως αυτό το είδος αφήγησης, το πιο crime novel, δεν είναι και τόσο οικείο στην ελληνική καλλιτεχνική κοινότητα. Ίσως να γίνεται δηλαδή με όρους αμερικάνικους και όχι με τον θεατρικό, δραματικό τρόπο που το γνωρίζουν, που μοιάζει με μια εξερεύνηση που θα οδηγήσει στην πορεία στο πετρέλαιο.

Η βασική ιδέα του IQ 160 είναι έξω από τις κλισεδιές και τις νόρμες των ιδεών στην ελληνική τηλεόραση. Η ιδέα μόνη της είναι ανώτερη από κάθε ιδέα τύπου Maestro, ας πούμε. Αν δηλαδή το Maestro έφτασε στο Netflix διεθνώς, το IQ 160 δεν βλέπω λόγο να μην το κάνει επίσης.

Μια γυναίκα που δουλεύει ως καθαρίστρια, έχει προσληφθεί σε ένα αστυνομικό τμήμα και ένα βράδυ πέφτει πάνω στον πίνακα με τα στοιχεία μιας υπόθεσης και αλλάζει τα δεδομένα. Το μυαλό της είναι παραπάνω από ξυράφι, αφού έχει iq 160 και η αστυνομία την προσλαμβάνει για να φωτίζει τα στοιχεία που δε μπορούν να φωτίσουν.

Μόνο που η σχεδόν αρτιότητα του ρόλου της Καρύδη, τονίζει τις αβλεψίες στους άλλους ρόλους. Δηλαδή δεν γίνεται να είναι τόσο κραυγαλέα πιο έξυπνη σε βασικά πράγματα που πρέπει να κάνει ένας αστυνομικός σε μια σκηνή εγκλήματος. Χαρακτηριστική η σκηνή με την πετσέτα του μπάνιου στο 2ο επεισόδιο.

Αν μάλιστα βγάλουμε τον Κουρή για λίγο εκτός συζήτησης, οι υπόλοιποι της αστυνομίας είναι οριακά περαστικοί χωρίς καμία ανάμειξη στην ανακάλυψη του ενόχου την κάθε φορά. Μοιάζουν σαν να πήραν τη θέση με μέσο.

Το IQ 160 είναι στην θεωρία μόνο κάτι πέρα από τα τετριμμένα, στην πράξη όμως δεν είναι κάτι το καταφανώς παραπάνω σε σχέση με την πλειάδα των σειρών που έχουμε δει φέτος και σχεδόν τις ξεχάσαμε. Αποθέωση γνώρισε στην πρεμιέρα και η σειρά του Παπαδόπουλου στην ΕΡΤ. Θυμάται κανείς τι πραγματεύεται; Αποθέωση γνώρισαν και όλες οι υπόλοιπες και πια, απλώς τις παρακολουθεί το κοινό παθητικά.

Στην πράξη λοιπόν, απ’ όσα έχουμε δει σε αυτά τα λίγα επεισόδια, το IQ 160 έχει κάποιες φορές την πλάκα του. Αλλά δεν βλέπω ούτε την προσοχή στη λεπτομέρεια, ούτε και ερμηνείες από την Καρύδη και τον Κουρή που θα έμπαιναν στο top-5 τους, σκεπτόμενος το πόσο καλοί ηθοποιοί είναι και πόσο εύκολα προσαρμόζονται στην εκάστοτε ανάγκη.

Στο τέλος της ημέρας, είναι απλά ο ενθουσιασμός του νέου και η συνήθεια του τηλεοπτικού κοινού να αποθεώνει κάτι απλά και μόνο επειδή είναι ελληνική παραγωγή. Και καταλήγουμε απλά να ακούμε τα ίδια σχόλια για όλες τις σειρές, ώστε τελικά τίποτα δεν είναι ιδιαίτερο.