Στο top-3 της 20ετίας: Δες απόψε εντελώς δωρεάν την ελληνική ταινία που θα καρφωθεί στο μυαλό σου για μέρες

Πραγματική γροθιά στο στομάχι...

Στην καρδιά του ελληνικού καλοκαιριού, με τον καύσωνα να καίει όλη την Αττική, κάπου στον Κορυδαλλό, μέσα σε ένα μεσαίου μεγέθους διαμέρισμα, μια οικογένεια βιώνει άλλη μια μέρα ρουτινιάρικης καθημερινότητας. Ο πατέρας, ιδιοκτήτης καφενείου με συνεργάτη τον κουνιάδο του, βρίσκεται διαρκώς στην τσίτα για την δουλειά και εκνευρίζεται με την κακομαθημένη κόρη του, την σχέση της οποίας δεν εγκρίνει και με τον τεμπέλη γιο του, που δεν λέει να πάρει ζεστά την οικογενειακή επιχείρηση. Και η μητέρα μοιάζει να μην την παλεύει μέσα σε αυτό το τοξικό κλίμα και γίνεται και η ίδια τοξικιά, αναβαθμίζοντας την ένταση εντός των τεσσάρων τοιχών του ασφυκτικού και τρομερά ζεστού διαμερίσματος.

Είναι μια μέρα σαν όλες τις άλλες, ξεκινάει με ένταση και φωνές, συνεχίζεται με μικροσυζητήσεις και κουτσομπολιά, καταλήγει σε ένα ξέσπασμα που αποσυμπιέζει την βαβούρα όλης της ημέρας και λήγει χαλαρά με ένα παγωτό μπροστά από την τηλεόραση πριν τον βραδινό ύπνο. Άλλη μια συνηθισμένη μέρα που πέρασε, αύριο είναι μια άλλη μέρα. Όχι πολύ διαφορετική. Μέσα σε αυτό το κολασμένο από την καλοκαιρινή ζέστη διαμέρισμα, που μοιάζει περισσότερο με ένα μεγάλο σπιρτόκουτο, έτοιμο να πιάσει φωτιά από την ένταση των κατοίκων του, που σαν άλλα σπίρτα εντός του ασφυκτιούν και θέλουν να βγουν από αυτό πιάνοντας φωτιά.

Σπιρτόκουτο: αυτός ήταν ο τίτλος μιας ταινίας που άλλαξε για πάντα το ελληνικό σινεμά, φτιαγμένη με ελάχιστα μέσα και όλη την πλοκή να εξελίσσεται μέσα σε ένα σπίτι. Μια ταινία κλειδαρότρυπας με τους θεατές σε ρόλο παρατηρητών, που σαν άλλοι γείτονες αυτής της φωνακλάδικης οικογένειας δεν αντέχουν τις συνεχόμενες, καθημερινές φωνές τους και τους τσακωμούς τους αλλά παρ’ όλα αυτά δεν μπορούν να πάψουν να τους παρατηρούν. Γιατί σε αυτές τις διαολεμένες, πυκνοκατοικημένες συνοικίες της Αθήνας, με τα διαμερίσματα – σπιρτόκουτα μαθαίνεις να συμβιώνεις με αυτό που δεν αντέχεις.

Ο Γιάννης Οικονομίδης είναι σήμερα ένας από τους πιο πρωτοκλασάτους σκηνοθέτες του ελληνικού σινεμά. Δίνει διαρκώς συνεντεύξεις, κάθε νέα ταινία τον θέλει για έναν μικρό ρόλο ώστε να την αναβαθμίσει λιγάκι με την παρουσία του, δεν δυσκολεύεται να βρει λεφτά για τις δημιουργίες του και όλοι οι Έλληνες ηθοποιοί θέλουν όσο τίποτα να παίξουν σε αυτές. Το στιλ του παραμένει, με παραλλαγές και αυξομειώσεις, το ίδιο φωνακλάδικο στιλ: μια σπουδή πάνω στο λούμπεν στοιχείο. Αλλά ποτέ, μα ποτέ δεν θα ξεπεραστεί η αρχική του προσπάθεια, η πιο ταπεινή και η πιο ερασιτεχνική, η απαρχή όλων, η πιο ατόφια και η πιο αληθινή, η φτιαγμένη σαν ντοκιμαντέρ. Ή ορθότερα, σαν ριάλιτι σόου με πρωταγωνιστές απελπισμένους και γεμάτους εσωτερική οργή και αγανάκτιση μικροαστούς.

Το μακρινό 2002 που το «Σπιρτόκουτο» βγήκε στην Ελλάδα, οι εταιρείες διανομής δεν του έδωσαν σημασία. Παίκτηκε για πολύ καιρό μόλις σε ένα σινεμά της Αθήνας, τον θρυλικό «Μικρόκοσμο» της Συγγρού, το σινεμά – καταφύγιο τέτοιων προσπαθειών. Η φήμη του «Σπιρτόκουτου» εξαπλώθηκε στόμα με στόμα, μεγάλο κατόρθωμα στις εποχές που δεν υπήρχε ούτε ως υπόννοια το διαδίκτυο στις ζωές μας, ο «Μικρόκοσμος» κατάληγε ασφυκτικά γεμάτος μέρα με τη μέρα από θεατές που δεν την πάλευαν με τις αγριοφωνάρες των πρωταγωνιστών της ταινίας αλλά δεν μπορούσαν να πάρουν τα μάτια τους από την οθόνη.

Ο Οικονομίδης έκανε μια μικρή επανάσταση με το «Σπιρτόκουτο». Ανέδειξε μια Ελλάδα που όλοι γνώριζαν πως υπάρχει αλλά εκείνες τις εποχές, τις εποχές πριν την οικονομική κρίση και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τις εποχές των ψευδαισθήσεων για μεγάλες οικονομικές ανελίξεις, άπαντες προτιμούσαν να κάνουν πως δεν υπάρχει. Την έβγαλε στην μεγάλη οθόνη και όσοι δεν είδαν σε αυτήν έναν καθρέφτη, είδαν τους φωνακλάδες γειτονές τους, αυτούς του διπλανού Σπιρτόκουτου: αν δεν ζεις κάπου στα πολυτελή προάστια της Αθήνας, σίγουρα έχεις πετύχει ένα τέτοιο Σπιρτόκουτο στη γειτονιά σου…

Μεγάλη, ιστορική ταινία το «Σπιρτόκουτο», ό,τι πρέπει για να την δει κανείς τώρα που η θερμοκρασία ανεβαίνει, η Αθήνα βράζει και τα Σπιρτόκουτα φλερτάρουν με την φωτιά.

Την ανέβασε και το Ertflix πρόσφατα και είναι κρίμα να χαθεί η ευκαιρία να την δει κάποιος ένα ζεστό μεσημέρι…