Θα ακούσεις κάποιες φορές να λένε πως μια ταινία ήταν κάτι πολύ σημαντικό για την εποχή της και πως σε άλλη εποχή δεν έχει την ίδια αξία. Ακούγεται αόριστο. Με τις δύο ταινίες Don’t Breathe μπορείς να καταλάβεις τι εννοεί όποιος το λέει.
Είναι δύο ταινίες που ποιοτικά βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Η πρώτη, η ορίτζιναλ, έχει πιο έντονο το θρίλερ, αλλά η απόσταση είναι μηδαμινή. Η δεύτερη είναι ένας συνδυασμός του θρίλερ με τη δράση και θυμίζει περισσότερο ταινίες Βαν Νταμ.
Κι όμως, η πρώτη, που κυκλοφόρησε το 2016, ήταν από τις ταινίες που σηματοδοτούσαν την επάνοδο του θρίλερ και του horror, ενώ η δεύτερη πέρασε στα ψιλά, δεν ακούμπησε καθόλου τον ίδιο ακριβώς θεατή. Εκτός από εμάς.
Γιατί σε αυτά τα 98 λεπτά που διαρκεί το Don’t Breathe 2, που ανέβηκε στο Netflix, βλέπεις πολύ satisfying ξυλίκι από τον πρωταγωνιστή, έχεις ανατροπή στην ανατροπή και έχεις και μπόλικο σπλάτερ και βιαιότητα ακραίου βαθμού.
Είναι εύστοχο που αναποδογυρίζει το σενάριο την θέση του πρωταγωνιστή, που αλλάζει την οπτική του θεατή για εκείνον, σε σχέση πάντα με την πρώτη ταινία. Είναι σαν εκείνο το meme που λέει ότι όταν βλέπεις ένα ντοκιμαντέρ από την πλευρά του λιονταριού, χαίρεσαι όταν τρώει το ελάφι. Όταν το βλέπεις από τη μεριά του ελαφιού, στενοχωριέσαι.
Στο πρώτο Don’t Breathe ο ήρωας είναι ο κακός της υπόθεσης που αιχμαλωτίζει 4 νέους στο σπίτι του και τους σκοτώνει έναν προς έναν. Εδώ, στο δεύτερο, είναι ο καλός της υπόθεσης. Ή μήπως είναι ο ακόμα πιο κακός; Ή ο καλός; Ή τίποτε από τα δύο κι είναι απλά ένας επιζών, ένας τύπος που ξέρει να εκμεταλλεύεται κάθε ήχο και κίνηση.
Όντας τυφλός, ο ήρωας καλείται να τα βάλει με μια ομάδα 5 βετεράνων στρατιωτικών, που πάνε στο σπίτι του για να απαγάγουν την εγγονή του, αφού πρώτα έχουν σκοτώσει τη γυναίκα που έχει προσλάβει για να την πηγαίνει βόλτα και να της κάνει παρέα.
Φαίνεται πως η μικρή, που τον θεωρούσε μπαμπά της, είναι κόρη κάποιου άλλου, ενός από τους 5, του αρχηγού, ο οποίος έχει πάει για να την πάρει και να σκοτώσει τον τυφλό ΟΥΚα. Από αυτή την πρόταση θα πίστευε κανείς πως η ανατροπή της ταινίας είναι ότι ο ΟΥΚας έχει κάνει πάλι κάτι απάνθρωπο.
Πολύ γρήγορα όμως, καταλαβαίνουμε πως ο μπαμπάς της δεν εμφανίστηκε μετά από τόσα χρόνια γιατί την αγαπάει και του έλειψε. Την θέλει για να της πάρει τα όργανα και να τα μεταμοσχέυσει στη μητέρα της, τη γυναίκα του, επειδή το κοριτσάκι είναι ο μόνος συμβατός της δότης.
Με 10 καλά εκπαιδευμένους και πλήρως οπλισμένους άντρες τα βάζει ο τυφλός και τους ξεπαστρεύει, πριν καταλήγει στην τελική μάχη με τον πατέρα του κοριτσιού. Εκεί όπου θα κάνει ένα λάθος, το οποίο θα καθορίσει και την τελική έκβαση της διεκδίκησης του δικαιώματος προστασίας της.
Το Don’t Breathe είναι πολύ καλοδουλεμένο στις σκηνές μάχης, έχει ευφυείς αποφάσεις σε αρκετά σημεία τους και προκαλεί, όσο κι αν φαίνεται παράξενο με τόσο αίμα και τόση βία, μια εσωτερική ικανοποίηση ηθικής φύσεως. Ότι τελικά το σωστό επικρατεί. Α, και ότι δεν είναι κανένας μας κακός σε όλες τις ιστορίες.
Κάποιοι, όπως ο ΟΥΚας, είναι καλοί σε κάποιες ιστορίες και πολύ κακοί σε άλλες. Και μια τέτοια ισορροπία τρόμου, φέρνει, νομοτελειακά τον θάνατο.