Όταν ο Σάσα Μπάρον Κόεν υπέγραφε το «Borat» πραγματοποιούσε μια πραγματικά πρωτοποριακή σκέψη: ο ήρωάς του, πρωταγωνιστής ενός ντοκιμαντέρ υποτίθεται, σεργιάνιζε τις ΗΠΑ και έσπασε πλάκα με αληθινούς πολιτικούς ξεφτιλίζοντας όσα δεν μπορούσε η σοβαροφάνεια να αφήσει να ξεφτιλιστούν. Το «Bruno» ήταν η προσπάθειά του να κάνει κάτι παρόμοιο αλλά έπρεπε αναγκαστικά να αλλάξει περσόνα μιας και ο «Borat» είχε «καρφώσει» τις επιδιώξεις του. Τρίτη φορά δεν γινόταν να κάνει το ίδιο κόλπο…
Έτσι, ο ταλαντούχος ηθοποίος (αν και είναι μάλλον περιοριστικό να τον ορίζουμε ως ηθοποιό, μάλλον για περφόμερ πρόκειται) έπρεπε αναγκαστικά να το ρίξει στην μυθοπλασία. Ο «Δικτάτορας» ήταν το αποτέλεσμα της αναγκαστικής στροφής στο παραδοσιακό σινεμά που έπρεπε να κάνει το φαινόμενο που άκουγε στο όνομα Σάσα Μπάρον Κόεν. Και αν και η κωμωδία αυτή ήταν εξ’ ορισμού κάτι πολύ πιο συγκροτημένο σε σχέση με το άναρχο παρελθόν του, το κοφτερό μυαλό του συνέχιζε να μην μπαίνει σε καλούπια.
Μέσω του «Δικτάτορα» ο Κόεν σατιρίζει όλες αυτές τις ηγεμονικές μορφές τύπου Καντάφι, Σαντάμ και Κιμ Ιλ Γιονγκ οικειοποιούμενος τον… δικτάτορα μιας φανταστικής χώρας όπου ο ίδιος απλά κάνει σε αυτή ό,τι γουστάρει. Διατηρεί ατόφια την δομή του ντοκιμαντέρ -μόνο που εδώ αναγκαστικά μιλάμε για ψευδόντοκιμαντερ- και μέσα από την ξεκαρδιστική περσόνα του τα χώνει δίχως αύριο στον αυταρχισμό ορισμένων κρατών που μοιάζουν τσακωμένα με την έννοια της δημοκρατίας.
Και αν εκ πρώτης όψεως, μια τέτοια προσπάθεια αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να γίνει μια αφ’ υψηλού κωμωδία που κοιτάει με ελιτισμό και μέσα από την αμερικάνικη οπτική της τον «μη πολιτισμένο» (σε σχέση με την Αμερική…) κόσμο, ο Κόεν είναι πολύ έξυπνος για να πέσει στην παγίδα. Διότι σε μια στροφή της (ας μην γελιόμαστε: κατά βάση προσχηματικής) πλοκής της ταινίας, ο Δικτάτοράς του βρίσκεται στις ΗΠΑ ως άγνωστος μεταξύ αγνώστων: στη χώρα του είναι ο πιο σημαντικός άνδρας αλλά στις ΗΠΑ απλά ένας ακόμα…
Και κάπου εκεί γίνεται το «έλα να δεις». Ο Κόεν επιστρέφει και πάλι στην αγαπημένη του θεματική, δηλαδή τις ΗΠΑ. Και δεν αφήνει τίποτα όρθιο. Παίζοντας με τους κανόνες του stand up και προσδίδοντας έναν κοφτερό πολιτικό σχολιασμό που δεν αφήνει τίποτα όρθιο, ο «Δικτάτορας» γίνεται μια αληθινή ωδή στην κωμωδία και σε κάνει να μην σταματάς να κρατάς την κοιλιά σου από τα γέλια μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο. Αν μη τι άλλο, στις σκοτεινές εποχές που ζούμε αυτό το έχουμε πολύ ανάγκη.
Όταν μάλιστα το γέλιο που προκύπτει από όλο αυτό το πανηγύρι καταφέρνει να πετύχει την άκρως πολιτική ισορροπία να σατιρίσει δίχως έλεος τόσο τον αυταρχισμό που συναντά κανείς εκτός Δύσης αλλά και την ίδια την Μέκκα της υποτίθεται πολιτισμένης Δύσης, τότε δεν υπάρχει αμφιβολία: η ταινία λάμπει σαν χρυσός.
Ο «Δικτάτορας» βρίσκεται στο Netflix και με βάση τις σχετικές μετρήσεις είναι στο νούμερο 6 των προτιμήσεων. Η συγκυρία το αδικεί: θα έπρεπε να βρίσκεται χαλαρά στο νούμερο 1…