Βρισκόμαστε στο μέλλον. Για την ακρίβεια, βρισκόμαστε μερικά χρόνια μετά το 2017 και μια μεγάλη κοινωνική καταστροφή αλλά η εποχή που γράφτηκε η συγκεκριμένη ιστορία ήταν οι αρχές της δεκαετίας του ’80 και τότε το 2017 φάνταζε ένα μακρινό μέλλον. Σε αυτό το υποθετικό μέλλον λοιπόν, η Αμερική είναι μια ολοκληρωτική κοινωνία, αυταρχική και καταπιεστική. Εκεί, ένας αστυνομικός που πιλοτάρει το δικό του ελικόπτερο, διατάσσεται να πυροβολήσει εναντίον πολιτών που εξεγείρονται για φαγητό. Αρνούμενος να πυροβολήσει εναντίον αθώων πολιτών, φυλακίζεται, καταδικάζεται με κατασκευασμένες κατηγορίες και τοποθετείται στη φυλακή. Μικρή αλλά σημαντική λεπτομέρεια: τον αστυνομικό ενσαρκώνει ο Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ…
Μια μέρα, ο Άρνολντ και μερικοί συγκρατούμενοί του δραπετεύουν από την φυλακή και τα τηλεοπτικά πλάνα της απόδρασης τους τραβούν το βλέμμα του κορυφαίου τηλεοπτικού παρουσιαστή και ιθύνοντα νου ενός reallity που σπάει ταμεία. Λέγεται «Running Man» και μοιάζει με μια σύγχρονη εκδοχή ρωμαϊκής αρένας: διάφοροι καταδικασμένοι μονομάχοι κυνηγιούνται από πληρωμένους δολοφόνους ενώ ένα ζωντανό κοινό ζητωκραυγάζει στο ειδικά διαμορφωμένο στούντιο μπροστά στη θέα του αίματος, εκατομμύρια τηλεθεατές σπάνε τα κοντέρ τηλεθέασης και στους εξαθλιωμένους δρόμους άπειροι άνθρωποι παίζουν στοιχήματα.
Ο πρωταγωνιστής μας προφανώς θα βρεθεί σε αυτό το σαδιστικό στούντιο και θα πρέπει να επιβιώσει. Και αυτό ακριβώς είναι το στόρι του «Running Man» μιας ταινίας του 1987, σε μια εποχή που ο Σβαρτσενέγκερ είχε μόλις παίξει στο πρώτο «Terminator», είδε ήδη εδραιωθεί ως απόλυτος action star και η παρουσία του σε τέτοιες ταινίες ήταν σίγουρη συνταγή επιτυχίας. Πλέον βέβαια, το «Running Man» είναι αντικειμενικά μια cult ταινία αλλά παρ’ όλα αυτά παραμένει πέρα για πέρα διασκεδαστική. Η πρώτη ύλη της άλλωστε, το ομόνυμο μυθιστόρημα στο οποίο βασίζεται, δεν είναι κάποιο τυχαίο βιβλίο.
Και αν το όνομα Ρίτσαρντ Μπάκμαν, που υπογράφει το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, δεν λέει πολλά τότε αρκεί να διευκρινιστεί πως είναι το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε ο Κινγκ στα 80s για να διαπιστώσει αν πουλάει λόγω ονόματος ή αν οι ιστορίες του είναι πράγματι καλές. Προφανώς, το βιβλίο είναι πολύ πιο σκοτεινό, πολύ πιο σκεπτόμενο και πέρα για πέρα συμβολικό, καθώς παρά το γεγονός ότι το δυστοπικό Sci Fi στο οποίο εντάσσεται δεν είναι το πεδίο που ο Κινγκ μεγαλουργούσε, ο ίδιος παραμένει ένας πολύ σημαντικός γραφιάς, που δεν μπορεί να δημιουργήσει κάτι αδιάφορο.
Η ταινία είναι πολύ πιο ελαφριά και αυτό δεν αφορά μόνο το αλλαγμένο φινάλε, το οποίο είναι απείρως πιο σκοτεινό και απαισιόδοξο στο βιβλίο αλλά εν γένει την ατμόσφαιρα και τη λογική της ιστορίας καθώς αν και το έμπειρο μάτι μπορεί να δει πως στην ψυχή αυτού του φιλμ κρύβεται κάτι βαρύ και ασήκωτο, η μορφή αυτής της τυπικής 80s action ταινίας -με πρωταγωνιστή τον πιο τυπικό εκπρόσωπο του είδους στα 80s άλλωστε- έχει κατά βάση ως στόχο να σε κάνει να περάσεις καλά.
Την έχουμε ξαναδεί αυτή τη συνταγή με την «Ολική Επαναφορά», περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας με τον Σβαρτσενέγκερ και με τσίτα τα γκάζια, που όμως βασίζεται σε ένα πολύ πιο βαρύ βιβλίο του Φίλιπ Ντικ. Μπορεί την σκηνοθεσία του «Running Man» να μην υπογράφει ο «πολύς» Πολ Βερχόβεν αλλά ο ταπεινός Πολ Μάικλ Γκλέιζερ αλλά αν γουστάρεις την «Ολική Επαναφορά» δεν παίζει να μην περάσεις καλά με το πνευματικό αδερφάκι του, που είναι το «Running Man». Τσεκαρέ το στο Netflix όπου και βρίσκεται και θα πειστείς…