Είναι κάποιες σειρές που, από το σενάριό τους και μόνο, σε κάνουν να θες να τις δεις, ακόμα κι αν στην πράξη, οι ηθοποιοί και οι σκηνοθεσία δεν έχουν σταθεί αντάξιοι του σεναρίου. Αυτό συμβαίνει με τη νέα σειρά του ALPHA που έκανε πρεμιέρα το βράδυ της Κυριακής.
Η Διάφανη Αγάπη είναι μια σειρά που χαρακτηρίζεται από ένα πρωτότυπο (αν μπορεί να ειπωθεί κάτι τέτοιο το 2024), σενάριο, αφηγείται μια ιστορία που δεν έχει στοιχεία όμοια με όσα άλλα έχουμε δει στην ελληνική τηλεόραση τα τελευταία χρόνια, και πάει να αγγίξει μοτίβα και προσέγγιση αστυνομικών σειρών της αμερικανικής τηλεόρασης.
Βλέποντας βέβαια το πρώτο επεισόδιο, στην πράξη, ο τρόπος με τον οποίο κινείται η σκηνοθεσία και οι ερμηνείες των ηθοποιών, είναι σαν να προκαλούν ένα χτύπημα στην ποιότητα του σεναρίου, χωρίς όμως αυτό να επηρεάζει την διάθεση του θεατή να θέλει να συνεχίσει να βλέπει τη σειρά και να περιμένει τη συνέχεια της. Ειδικά έτσι όπως τελείωσε το πρώτο επεισόδιο.
Στη Διάφανη Αγάπη βλέπουμε έναν αστυνομικό, τον Στέφανο Λεοντή (Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης), ο οποίος κινείται μόνος, είναι ανένταχτος, πάει κόντρα στις αστυνομικές νόρμες και λειτουργεί πιο παρορμητικά στις υποθέσεις του, παρακάμπτοντας τα πρωτόκολλα. Αυτό τον έχει καταστήσει κάπως σαν μαύρο πρόβατο και συγκρούεται με όλους.
Αυτή η σύγκρουση τον φέρνει χωρίς back up στο κυνήγι ενός εμπόρου ναρκωτικών που ονομάζεται Φάντασμα, κι εκεί που έχει πιάσει ένα βαποράκι, τρώει δυο σφαίρες και πεθαίνει.
Κάπου εκεί αρχίζει το μεταφυσικό, μιας και ο Στέφανος παραμένει σε μια παράλληλη διάσταση και βλέπει τι συμβαίνει στον κόσμο των ζώντων. Κανείς όμως δεν μπορεί να τον δει.
Κανείς εκτός από μια κοπέλα. Εκεί τελειώνει το πρώτο επεισόδιο και δημιουργεί το ενδιαφέρον για να δούμε πώς θα εξελιχθεί τελικά αυτή η ιδιαιτερότητα της κοπέλας, πώς θα εξηγηθεί, πώς με τη δική της βοήθεια θα οδηγήσει τους ζωντανούς συναδέλφους του στη σύλληψη του Φαντάσματος. Και πώς θα μπορέσει να αποτρέψει την επόμενη δολοφονία.
Ποια είναι αυτή; Της Άννας, της συντρόφου του, με την οποία είχαν τσακωθεί άσχημα πριν πεθάνει και έμεναν χωριστά για καιρό, η οποία είναι επίσης στην αστυνομία.
Ανέφερα προηγούμενως ως ελάττωμα τη σκηνοθεσία. Την ανέφερα γιατί θεωρώ πως ο σκηνοθέτης είναι αυτός που κατευθύνει τους ηθοποιούς. Στην τηλεόραση όμως, αυτό δεν μπορεί να συμβεί και δε συμβαίνει. Ειδικά σε σειρές των 30-40 επεισοδίων μίνιμουμ. Εδώ δε συμβαίνει στο εξωτερικό σε σειρές των 20 επεισοδίων. Ο κάθε ρόλος είναι δουλειά του ηθοποιού να τον ερμηνεύσει σε κάθε σκηνή.
Οπότε, αποσύρω αυτή μου την αναφορά, γιατί με εξαίρεση αυτό το κομμάτι, η σκηνοθεσία είναι καλή. Όχι κάτι το εντυπωσιακό, αλλά καλή. Είναι συμβατή με την ιστορία. Δεν την αναδεικνύει περισσότερο, αλλά δεν την χαντακώνει κιόλας.
Είναι και μια δύσκολη περίπτωση αυτή η σειρά, διότι πρέπει να βλέπουμε σκηνές στις οποίες υπάρχει ένας νεκρός ανάμεσα σε ζωντανούς και να κινείται ο ηθοποιός-νεκρός με τρόπο που να μην υπάρξει σωματική επαφή, διότι δεν μιλάμε για σειρά με οπτικά εφέ κινηματογράφου. Μια απλή σειρά στην ελληνική τηλεόραση είναι.
Γι’ αυτό και υπάρχουν διπλά πλάνα σε κάποιες σκηνές, πότε με τον νεκρό που βλέπουμε εμείς οι θεατές, πότε με κενό χώρο στο σημείο που βλέπουμε εμείς τον νεκρό, για να έχουμε την οπτική των άλλων χαρακτήρων.
Παρότι στο καστ έχουμε καλούς ηθοποιούς, βρήκα υπερβολικές αρκετές σκηνές, όπως το καταπιεσμένο ξέσπασμα της Άννας (Χαρά Μάτα-Γιαννάτου) όταν έμαθε πως πέθανε ο Στέφανος, τις περισσότερες στιγμές του Στέφανου (Παπαδοκωνσταντάκης) και κάποιες αντιδράσεις του ρόλου του Μιχάλη Οικονόμου.
Αυτό βέβαια δεν έχει να κάνει, θεωρώ, με τους ηθοποιούς, αλλά με τον χρόνο που είχαν να δουλέψουν την κάθε σκηνή. Γι’ αυτό και τείνω να πιστέψω πως στα επόμενα επεισόδια θα εκλείψουν σκηνές που πάνε για το δράμα και καταλήγουν να είναι καρικατούρες συναισθημάτων.
Αυτοί που μου άρεσαν και θεώρησα πως ερμήνευσαν, με βάση τα δικά μου κριτήρια, άρτια, είναι ο Μιχάλης Σαράντης, η Χάρα Μάτα-Γιαννάτου (με εξαίρεση αυτή την ως και αστεία σκηνή), ο Ανδρέας Κωνσταντίνου και ο Νίκος Ψαρράς.
Η Διάφανη Αγάπη είναι σίγουρα μια περίπτωση που αξίζει να δεις, με συγκρατημένη αισιοδοξία, κρίνοντας από το πρώτο επεισόδιο, αλλά υποσχόμενη, σου επιτρέπει να σκεφτείς πως στα επόμενα επεισόδια, όπου θεωρητικά κι ο κεντρικός ήρωας βρίσκει πώς να συμπεριφερθεί ως «νεκρός μεταξύ ζωντανών», τα πράγματα θα πάνε καλύτερα ερμηνευτικά και δε θα «κλωτσάει» κάτι στις ερμηνείες, μην επιτρέποντας σου να αναγνωρίσεις το καλό σενάριο.