Αν αυτό είναι το φινάλε του Maestro τότε ο τίτλος δίνει ένα preview για όσα θα διαβάσεις από δω και πέρα. Αν δεν είναι, διότι ο Παπακαλιάτης δεν έχει δηλώσει ρητά πως εδώ τελειώνει η ιστορία, τότε τα όσα θα δεις από δω και κάτω, ελάχιστη αξία θα έχουν και θα ακυρωθούν. Τουλάχιστον ως προς τη μεγάλη εικόνα μιας σπουδαίας ελληνικής παραγωγής.
Οι δύο σεζόν του Maestro που προηγήθηκαν, είχαν μια εξελικτική πορεία προς την κορύφωση. Τα 4 επεισόδια της 3ης σεζόν μας μοιάζουν ως αποτέλεσμα μιας πιεστικής διαδικασίας να γραφτεί κάτι, χωρίς να υπάρχει επί της ουσίας υπόθεση.
Αν δηλαδή αυτά τα 4 επεισόδια ήταν 1 ή 2 επεισόδια που θα κολλούσαν με τα 6 επεισόδια της 2ης σεζόν που κυκλοφόρησε τον Μάιο, ίσως να μιλούσαμε για το ύψιστο της ελληνικής μυθοπλασίας από το Maestro.
Σε αυτά τα 4 επεισόδια δεν υπάρχει κάποια κλιμάκωση, ο Παπακαλιάτης με το σενάριό του απλά παρουσιάζει το κλείσιμο της περιόδου ψεμάτων, φόβου, κρυψίνοιας για τους πρωταγωνιστές και την έναρξη μιας ανθηρής περιόδου, όπου έχουν πια αποδεχτεί τα πράγματα και προχωράνε τη ζωή τους.
Τι συμβαίνει στην 3η σεζόν του Maestro
Κεντρικός χαρακτήρας είναι ο αστυνομικός Δημοσθένης που μοχλεύει διαρκώς τους εμπλεκόμενους στη δολοφονία του Χαράλαμπου, έχοντας εντοπίσει το πού έχει θαφτεί το όπλο, αλλά με τον Σπύρο και τον Αντώνη να προλαβαίνουν να το ξεθάψουν και να το πετάξουν στη θάλασσα πριν το βρει.
Ο Δημοσθένης έχει μυριστεί τι πάνω κάτω συνέβη, φαίνεται να μη θέλει να τιμωρήσει όσους διέπραξαν κι όσους συγκάλυψαν, αντιλαμβανόμενος ότι ο Χαραλάμπης ήταν ένας παλιάνθρωπος, καλείται όμως να υπηρετήσει τον νόμο και να πάει κόντρα στην αυτοδικία. Παράλληλα, έχει αντιληφθεί κι ότι ο Φάνης, ο δήμαρχος, έχει σκοτεινές δοσοληψίες με την ιταλική μαφία.
Οπότε, κινείται με ελαφρύ βήμα, δεν πηγαίνει σε φουλ επίθεση, διότι δεν έχει τα στοιχεία για να δέσει την υπόθεση. Και η παραμικρή βιασύνη, μπορεί να καταστρέψει την προσπάθειά του.
Την ίδια στιγμή, ο Φάνης πιέζεται από τον Τζιοβάνι να φροντίσει να τελειώσει η έρευνα του Δημοσθένη με το καλό ή με το κακό. Ο Φάνης έχει να αντιμετωπίσει την παρουσία των παιδιών του, με τα οποία δεν τα πάει καλά, ο Αντώνης μοιάζει αβοήθητος με εξαίρεση την Κλέλια που τον στηρίζει, οι γύρω δε χάνουν ευκαιρία να αποκαλέσουν εκείνον και τον Σπύρο «πούστηδες», όμως όλα αυτά μοιάζουν με τον επιθανάτιο ρόγχο μιας αφόρητης ζωής.
Το μέλλον μοιάζει πιο αισιόδοξο, καθώς οι δυο τους κυκλοφορούν ερωτευμένοι ελεύθερα στο νησί, όπως το ίδιο συμβαίνει και για την Κλέλια με τον Ορέστη που, σε αυτά τα 4 επεισόδια, με εξαίρεση την αρχή του πρώτου επεισοδίου, είναι δεύτεροι χαρακτήρες, έξω από το επίκεντρο.
Όλα τα παραπάνω είναι στοιχεία που συνθέτουν ένα Maestro μάλλον αδιάφορο, που δεν σου ιντριγκάρει το μυαλό, δεν σου προκαλεί αγωνία με εξαίρεση αυτό που γίνεται στο φινάλε του 3ου επεισοδίου που, γρήγορα γρήγορα, ανατρέπεται στην αρχή του 4ου.
Όσο κι αν το προσπαθήσουμε, δε μπορούμε να πούμε πως μένει τελικά κάτι από αυτά τα 4 επεισόδια που είναι σαν τους τίτλους τέλους σε μια ταινία ή σειρά, όπου σου περιγράφει το πως εξελίσσεται η ζωή των πρωταγωνιστών στα επόμενα χρόνια ή και μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Δεν είναι βέβαια αρκετά 4 επεισόδια για να χαλάσουν τόσο πολύ τον καμβά του Maestro, αλλά σίγουρα αφήνουν την αίσθηση του ατελούς, του ελλιπούς.
Τα 4 επεισόδια είναι λίγα για να αναπτύξει ο Παπακαλιάτης κάτι, οπότε το ιδανικό θα ήταν ή 1-2 επεισόδια τσοντάρισμα στην 2η σεζόν ή μια 3η σεζόν με 8 επεισόδια.