12 εκατ. τηλεθεατές νόμιζαν ότι χάλασε η TV τους: Το τέλος που κάθε σειρά ονειρεύεται, το πέτυχε μόνο μία

Και, ω Θεέ μου, τι τέλος ήταν αυτό.

Μία θελκτική ασχήμια. Κτήρια που είναι βέβαιο ότι έχουν γνωρίσει καλύτερες μέρες, τώρα βλέπουν τον Χρόνο να γλείφει με τη δυσώδη γλώσσα του το εξωτερικό τους, μέχρις ότου να φτάσει στην τούβλινη ψυχή τους. Ο ήλιος ψηλά, σταθερά, να φωτίζει τα πάντα και να χαϊδεύει το πρόσωπο εκείνου που οδηγεί. Πράσινες ταμπέλες να υποδεικνύουν προς τα πού είναι το Νιου Τζέρσεϊ. Πίσω, με κάθε γύρισμα της ρόδας του αυτοκινήτου, η πόλη που ποτέ δεν κοιμάται σφαλίζει, έστω για λίγο, τα βλέφαρά της. Η Νέα Υόρκη δεν είναι παρά ένα απεχθές, για συγκεκριμένους λόγους, μέρος για τον «Τ».

Το τράβελινγκ της κάμερας συνεχίζεται όσο προχωρούμε σε πιο οικεία μέρη. Σε εικόνες που στη διάρκεια των 86 υπέροχων επεισοδίων θα δούμε ξανά και ξανά. Στο τέλος, το οπτικό κλείσιμο του ματιού: το R δεν είναι γράμμα, μα ένα απειλητικό πιστόλι. O Τόνι Σοπράνο έχει γυρίσει στο σπίτι του.

Ξέρετε, τόσα χρόνια το βλέπαμε λάθος. Η πλειονότητα πίστευε πως οι τίτλοι αρχής δείχνουν έναν άντρα που πηγαίνει, όπως οι περισσότεροι, το πρωί στη δουλειά του. Ωστόσο, στην καρδιά του εκτυφλωτικού φωτός του ηλίου εμφωλεύουν οι απεχθείς πράξεις της προηγούμενης νύχτας. Το μεγάλο αφεντικό δεν πήγαινε στη δουλειά του. Το αντίθετο: επέστρεφε από αυτήν, προκειμένου να φανεί συνεπής στο σταθερά ασυνεπές ραντεβού του με τον ύπνο. Και, συνεπακόλουθα, με τη λήθη.

Το να μιλήσει κανείς τόσο ετεροχρονισμένα για το μεγαλείο του “Sopranos” είναι πιο περιττό κι από τα κιλά που βάζουμε στις γιορτές. Το να πεις πως είναι η καλύτερη σειρά όλων των εποχών μαζί με το “The Wire” πιο κοινότοπο κι από το να βάζεις το «του Σπανούλη» σε κάθε ομάδα που κοουτσάρει ο Έλληνας προπονητής (βλ. «Το Περιστέρι του Σπανούλη», «Η Μονακό του Σπανούλη», «Η Εθνική του Σπανούλη»). Το να προσθέσεις- λόγω (ακόμα) μίας πρόσφατης θέασης- το οτιδήποτε μέσω ενός κειμένου μερικών παραγράφων στον συνολικό μύθο του, πιο αδύνατο κι από το να γράψεις σωστά το «δεισιδαιμονία» χωρίς να το γκουγκλάρεις.

Τότε τι κάνουμε εδώ; Ανακυκλώνουμε τον θαυμασμό μας επειδή παρακολουθήσαμε ξανά έναν σκληρό άντρα, και πιο συγκεκριμένα τον αρχηγό της Μαφίας, να επιβεβαιώνει τη φροϋδική ρήση πως δεν είμαστε τίποτα περισσότερο από το σύνολο των τραυμάτων της παιδικής μας ηλικίας; Πως όλα έχουν παιχτεί πριν γίνουμε 12 χρονών; Υποκλινόμαστε γιατί το δημιούργημα του Ντέιβιντ Τσέις εστιάζει εξίσου στα αιματοβαμμένα χέρια των πρωταγωνιστών του, όσο και στην αιματοβαμμένη- και συνάμα βαθύτατα τραυματισμένη- ψυχή τους;

Αλήθεια, ποιος ξέρει; Ίσως οι χιλιοφορεμένες λέξεις για το «σημαντικότερο προϊόν της ποπ κουλτούρας του τελευταίου τετάρτου του 20ου αιώνα» (σύμφωνα με τους New York Times) απεκδυθούν στην πορεία τον ευτελή εαυτό τους και μας εκπλήξουν.

Όπως- για δείτε- η υπέροχη έκπληξη που μας επεφύλασσαν οι δημιουργοί της σειράς στην ακροτελεύτια σκηνή της.

Ακούστε: δεν έχει το παραμικρό νόημα να πούμε το οτιδήποτε για τον ανυπέρβλητο Τζέιμς Γκαντολφίνι ούτε για το αψεγάδιαστο καστ ενός διαχρονικού αριστουργήματος που σημάδεψε σε τέτοιο βαθμό την υποκριτική ζωή των πάντων, που ουδείς κατάφερε να φτάσει ξανά σε τέτοιες κορυφές. Εξαιρείται, ενδεχομένως, η εντυπωσιακή Ντρέα Ντι Ματέο που σχετικά πρόσφατα άνοιξε λογαριασμό στο OnlyFans. Εμείς, σαν γνήσιοι σινεφίλ, παρακολουθούμε με ενδιαφέρον την στροφή που έκανε στην καριέρα της και θα σας ενημερώνουμε ανά τακτά διαστήματα για την πρόοδό της.

Αν είστε ακόμη μαζί μας, ακούστε και πάλι: το “Sopranos” αποτελεί το τηλεοπτικό ξαδερφάκι του «Νονού»- με τον οποίο έχει τόσο μεγάλες διαφορές στη δομή και στην εκτέλεση (αν και οι εκτελέσεις ατόμων είναι πανομοιότυπες κι εκεί κι εδώ), μα βαδίζουν χέρι-χέρι στην ατραπό που οδηγεί στο αναντίρρητο γκανγκστερικό μεγαλείο.

Η ιστορία του Τόνι (την οποία μπορείτε να τη δείτε ολόκληρη στο Vodafone TV- και σας ορκιζόμαστε πως αυτό το κείμενο δεν αποτελεί πλάγια διαφήμιση, μα αν η Vodafone μας δώσει, φερ’ ειπείν, 36 δωρεάν μήνες μπορεί πανεύκολα να γίνει…) αποτελεί την επιτομή της καταβύθισης στον εσωτερικό σου κόσμο, την ίδια στιγμή που εξωτερικεύεις τα συναισθήματά σου. Ο «Τ» είναι ένας άνθρωπος που όταν το ουροβόρο άγχος αρχίζει να τρώει τα σωθικά του, εκείνος, μ’ έναν μαγικό τρόπο, ξεκινά ν’ αναπνέει καλύτερα. Κι αυτό είναι κάτι που συμβαίνει από την αρχή έως το τέλος.

Και, ω θεέ μου, τι τέλος.

Η λήψη που έκανε 12 εκατομμύρια Αμερικανούς που το έβλεπαν live (και πλείστους όσους την είδαν έκτοτε) ν’ αναρωτιούνται αν χάλασε η τηλεόρασή τους. Ο φαινομενικά άσχετος τύπος που η κάμερα, για κάποιον λόγο, τον ακολουθεί μέχρι που μπαίνει στην τουαλέτα. Η δυσκολία της Μέντοου να παρκάρει. Το αθώο, μα έσχατο, μειδίαμα της Καρμέλα. Η ζεστασιά που απορρέει από την εικόνα του υγιούς (;) πια Έι Τζέι. To Don’t Stop Believin’ στα ηχεία. Κι έπειτα…

«Υπάρχει μόνο ένα τέλος για τύπους σαν εμένα και ποτέ δεν είναι καλό».

Το Sopranos, παιδιά. Το Sopranos. Ένα οπτικοακουστικό θαύμα σε συνέχειες.

Θυμηθείτε: ο Μεγάλος δεν πάει στη δουλειά του, γυρίζει από αυτήν. Η Νέα Υόρκη είναι πίσω, το Νιου Τζέρσεϊ μπροστά.

Και το R δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα ανυπόμονο πιστόλι.

Ποιος θέλει, αλήθεια, ν’ ακούσει το θρηνητικό του τραγούδι;