Αν το πάρει, πάει η υστεροφημία της Ακαδημίας: Κι όμως, αυτό είναι το μεγάλο φαβορί για τα Όσκαρ

Πολύ κρίμα (θα είναι) Θείε Όσκαρ...

Έχουμε μπει στην τελική ευθεία για την πιο… ποδοσφαιρική στιγμή της κινηματογραφικής σεζόν. Ο λόγος φυσικά για την μέρα της απονομής των Όσκαρ: οι φανατικοί των ταινιών που διεκδικούν το χρυσό αγαλματάκι στην κατηγορία της Καλύτερης Ταινίας (κάτι σαν το Μουντιάλ των Όσκαρ) θέλουν να την δουν νικήτρια τόσο παθιασμένα όσο θέλουν να δουν πρωταθλήτρια την ομάδα τους και φυσικά, όπως σε κάθε «ποδοσφαιρική» διαδικασία που σέβεται τον εαυτό της, τα στοιχήματα δίνουν και παίρνουν και οι αποδόσεις ανεβαίνουν και… κατεβαίνουν.

Η διαφορά βέβαια με τον αθλητισμό είναι πως στο σινεμά τα πάντα είναι θέμα γούστου και… άποψης: όλοι έχουν από ένα και… από μία. Συνεπώς, δεν μπορεί ποτέ καμία ταινία να έχει την απόλυτη αποδοχή του κινηματογραφικού κοινού και η απόφαση της Ακαδημίας πάντα θα αμφισβητείται από κάποιους.

Γνωρίζουμε πολύ καλά βέβαια το μοτίβο της τελευταίας. Υπάρχουν ταινίες που μοιάζουν κομμένες και ραμμένες για το Όσκαρ με τις επικές και μεγαλεπίβολες αφηγήσεις τους. Αυτές έχουν πάντα τον πρώτο λόγο. Έπονται εκείνες με… αντζέντα. Κακά τα ψέμματα, στα Όσκαρ τα τελευταία χρόνια γίνεται πολιτική και αν μια ταινία στέλνει επίκαιρα μηνύματα -και στην εποχή του Τραμπ στις ΗΠΑ αυτό είναι αναπόφευκτο- η Ακαδημία θα το λάβει σοβαρά υπόψη της.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που τα δυο μεγάλα φαβορί για τη φετινή έχουν το καθένα και από ένα αντίστοιχο προφίλ. Από τη μια το «The Brutalist» που μοιάζει να είναι ένας μεγάλος φόρος τιμής στο 70s αμερικάνικο σινεμά και κραυγάζει: «Φτιάχτηκα για Όσκαρ». Από την άλλη, το «Anora», μια ταινία με πρωταγωνίστρια μια σεξεργάτρια, φωνάζει με τη σειρά της: «Δώστε το εδώ να δείξουμε πως το Χόλιγουντ στέκεται απέναντι στον Τραμπ». Και δεν είναι ότι μας χαλάει αυτό το τελευταίο, το να βλέπουμε δηλαδή προοδευτικές ταινίες να καταξιώνονται. Ούτε πως το «Anora» δεν είναι καλή ταινία, μια χαρά είναι. Μα να: το «The Brutalist» δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί της, είναι άλλου επιπέδου σινεμά.

Οι προβλέψεις των στοιχηματικών, οι οποίες έχουν κάνει τέχνη το να αφουγκράζονται την περριρέουσα ατμόσφαιρα, έχουν ήδη χρίσει ως φαβορί το «Anora». Συν τοις άλλοις, το «The Brutalist» μπορεί να περηφανεύεται πως κοιτάει το παλιό, καλό και ένδοξο Χόλιγουντ αλλά κουβαλάει πάνω του μια αμφιλεγόμενη, τεχνική λεπτομέρεια: η χρήση AI στην φωνή του Άντριεν Μπρόντι για να μοιάζει πιο πειστική η ούγγρικη προφορά του (διότι ο τελευταίος εναρκώνει έναν μετανάστη στην πολυζητημένη ταινία) δίνει το τέλειο άλλοθι στην Ακαδημία να απαντήσει στο δίλημμά της σχετικοποιώντας την καλλιτεχνική αξία της ταινίας που θα έπρεπε να έχει ήδη το αγαλματάκι στο σπίτι της (ο Άντριεν Μπρόντι δε μάλλον θα χάσει το Α΄Ανδρικού Ρόλου για τον ίδιο λόγο).

Θα είναι κρίμα, πολύ κρίμα να μην πάρει το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας το «The Brutalist» εξαιτίας μιας τέτοιας αφορμής. Διότι θα είναι καθαρά αυτό: μια αφορμή, όχι μια αληθινή αιτία. Ναι, σίγουρα το «Anora» θα τονώσει το πολιτικό προφίλ μιας Ακαδημίας που σε μια εποχή που ο προοδευτικός κόσμος ψάχνει σανίδες σωτηρίας στα πάντα, θα βιώσει μια τέτοια κίνηση ως βαθιά ανάσα. Από την άλλη, το αμιγώς κινηματογραφικό κύρος της Ακαδημίας θα δεχθεί πλήγμα με μια τέτοια απόφαση. Ίσως όχι άμεσα. Μα σε βάθος χρόνου, όταν σε μερικά χρόνια ο χρόνος θα έχει απαντήσει με γνώμονα τη διαχρονικότητα το ποια είναι η σημαντικότερη ταινία του 2024, το πλήγμα (θα) είναι δεδομένο.