Λίγα έργα στην ιστορία της λογοτεχνίας έχουν καταφέρει να επηρεάσουν τόσο βαθιά το είδος της επιστημονικής φαντασίας όσο εκείνο το οραματικό μυθιστόρημα που περιέγραψε την αδυσώπητη εισβολή εξωγήινων στη Γη. Το βιβλίο αυτό, γραμμένο στα τέλη του 19ου αιώνα, δεν ήταν απλώς ένα έργο τρόμου και φαντασίας, αλλά μια αλληγορία για την αποικιοκρατία και την ευθραυστότητα της ανθρωπότητας και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για δεκάδες δημιουργούς: η διασκευή του στη μεγάλη (ή έστω την μικρή) οθόνη φάνταζε ανέκαθεν πρόκληση.
Κι όμως, η πρόσφατη ταινία «War of the Worlds», που κυκλοφόρησε στο Prime Video στις 30 Ιουλίου, αποδεικνύεται μια καταστροφική αποτυχία, παρά το αριστουργηματικό αρχικό υλικό και το εντυπωσιακό καστ. Η συμμετοχή της Έβα Λονγκόρια και του Ice Cube, θα μπορούσε να δημιουργήσει προσδοκίες για κάτι τολμηρό και διαφορετικό. Αντιθέτως, το αποτέλεσμα είναι αποκαρδιωτικό. Πρόκειται για την τρίτη κινηματογραφική μεταφορά του κλασικού μυθιστορήματος, μετά την εκδοχή του 1953 και την πολυδιαφημισμένη προσπάθεια του 2005 με τον Τομ Κρουζ υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Καμία από αυτές τις δύο δεν άφησε ιστορία, αλλά τουλάχιστον είχαν στιγμές κινηματογραφικής έντασης. Η νέα εκδοχή, ωστόσο, δεν σώζεται ούτε από την πιο καλοπροαίρετη ματιά – είναι, απλώς, χάλια.
Η πανωλεθρία είναι τέτοια που αποτυπώνεται καθαρά στο ταπεινωτικό 0% στο Rotten Tomatoes, γεγονός σπάνιο ακόμα και για τις πιο κακοφτιαγμένες παραγωγές. Η ταινία, πέρα από τη γενικότερη έλλειψη κατεύθυνσης και συνοχής, αποπνέει μια προχειρότητα που δεν συγχωρείται, ειδικά όταν προέρχεται από ένα τέτοιο ιστορικό υλικό. Ο Ice Cube δεν έχει σχολιάσει δημοσίως την κακή υποδοχή, όμως ο γιος του, ηθοποιός Ό’Σι Τζάκσον, απαντώντας σε έναν χρήστη στο Χ που έγραψε: «Πραγματικά δεν μπορώ να πιστέψω ότι αυτή η διασκευή του War Of The Worlds είναι μια πραγματική ταινία με πραγματικό προϋπολογισμό και ότι ο Ice Cube συμμετέχει σε αυτήν», ανέφερε: «Γυρίστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Κυκλοφόρησε πέντε χρόνια αργότερα». Η δήλωσή του λέει πολλά για την περιπέτεια της παραγωγής και ίσως εξηγεί το τελικό αποτέλεσμα.
Η ταινία ανακοινώθηκε μόλις στις 24 Ιουλίου, λιγότερο από μία εβδομάδα πριν την κυκλοφορία της, χωρίς καμία ιδιαίτερη διαφήμιση. Το γεγονός αυτό, από μόνο του, φανερώνει μια πρωτοφανή αδιαφορία για την προώθηση, υπονοώντας ότι ούτε οι ίδιοι οι δημιουργοί δεν πίστευαν στο έργο τους.
Ο Jesse Hassenger του Guardian έγραψε χαρακτηριστικά για το φιάσκο: «Ο λόγος για τον οποίο το War of the Worlds δεν μοιάζει απλώς με υποκλοπή μιας κλήσης Zoom, αλλά με μια ταινία που έχει δημιουργηθεί μέσω Zoom, είναι ότι αυτό ήταν περίπου το αποτέλεσμα». Ο Hassenger σημειώνει πως η ταινία έχει την αίσθηση ενός πρόχειρου πειραματισμού που θα έπρεπε να είχε κυκλοφορήσει άμεσα, όχι πέντε χρόνια μετά τα γυρίσματα. Το ότι παρέμεινε στο ράφι και διατέθηκε τελικά στο Prime Video απλώς για να ξεφορτωθεί, λέει πολλά για την εμπορική και καλλιτεχνική της αξία.
Όπως φαίνεται, το νέο «War of the Worlds» δεν είναι απλώς μια κακή ταινία. Είναι μια προσβολή στο κλασικό έργο που επιχειρεί να διασκευάσει, ένα προϊόν βαρετής προχειρότητας που δεν αξίζει ούτε το πάτημα του «play».