Μια μικρή θαλάσσια χελώνα, εγκλωβισμένη σε ένα μικρό ενυδρείο, προσπαθεί μάταια να φτάσει την επιφάνεια του νερού. Καταφέρνει απλά να βγάλει το κεφάλι της έξω από αυτό αλλά το υπόλοιπο σώμα της παραμένει απελπιστικά βυθισμένο κάτω από τη στάθμη του. Μια φάλτσα, δυνατή και απροσδιόριστα επιθετική μουσική συνοδεύει την προσπάθεια της τραγικής χελώνας και προφανώς την κινηματογραφημένη εικόνα της.
Αυτό είναι το πρώτο στιγμιότυπο που βλέπουμε με την έναρξη της «Σπασμένης Φλέβας», της νέας ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη που θα κάνει πρεμιέρα σε λίγες μέρες στις ελληνικές αίθουσες. Η μάταιη προσπάθεια της χελώνας συμβολίζει εμφανώς τις δύσκολες στιγμές που περνάει ο κεντρικός πρωταγωνιστής της ταινίας, ένας παλιάνθρωπος, ένα λαμόγιο που χρωστάει λίγο κάτω από 350.000 ευρώ σε έναν άλλο παλιάνθρωπο, σε έναν τοκογλύφο και αν δεν τον ξεχρεώσει μέσα σε τρεις μέρες θα χάσει το σπίτι του από αυτόν.
Η ταινία αποτελεί επί της ουσίας έναν μεγάλο αγώνα δρόμου του κεντρικού χαρακτήρα που υποδύεται ο νέος ηθοποιός-φετίχ του οικονομιδικού σύμπαντος, ο Βασίλης Μπισμπίκης. Και παρά το γεγονός ότι την αγωνία αυτού του χαρακτήρα διαρκώς νιώθουμε πως κάπου την έχουμε ξαναδεί και δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε το που, σκάει το φινάλε και βεβαιωνόμαστε: αν το σενάριο «αναποδογυριστεί» καταλαβαίνει κανείς πανεύκολα από ποια αμερικάνικη ταινία έχει εμπνευστεί για ετούτο το φινάλε και εν γένει το κόνσπεπτ ο Οικονομίδης (δεν θα την αποκαλύψουμε προφανώς διότι θα πρόκειται για spoiler…).
‘Όπως άλλωστε το «Σπιρτόκουτο» είναι στην πραγματικότητα το «Ο Πατέρας» του Στρίντμπεργκ, ο «Μαχαιροβγάλτης» είναι το «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές» και η «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς» είναι το «Μόνο Αίμα» των αδερφών Κοέν, έτσι και στην τελευταία του ταινία, ο Οικονομίδης δεν φοβάται να χτυπάει ευθέως την δημιουργική του αναφορά και να την προσαρμόζει στα θέλω του. Τα οποία παραμένουν και εδώ τα ίδια…
Για μια ακόμα ταινία, ο Οικονομίδης μελετάει το ελληνικό λούμπεν στοιχείο, το μεσαίας τάξης ανθρώπινο δυναμικό δηλαδή που τα τελευταία 15 χρόνια έπαθε αυτό που είχε προβλέψει πως θα πάθει το «Σπιρτόκουτο»: έχασε τα μικρά του προνόμια, απέτυχε να πάει πιο ψηλά και πλέον όχι απλά αγωνίζεται για να βγει από τον πάτο αλλά θα κάνει τα πάντα για να φύγει από εκεί. Ο Οικονομίδης κοιτάει με ένα ηδονικό βλέμμα την κατάντια του πρωταγωνιστή του, όχι τυχαία αυτός ο τελευταίος είναι το χειρότερο σκουπίδι που έχουμε δει στις ταινίες του Οικονομίδη αλλά δυστυχώς, η φαντασία του Δημιουργού του (του Οικονομίδη) δεν είναι στα καλύτερά της.
Η αλήθεια είναι πως ο Οικονομίδης ήταν πάντα μάστορας στο να καμουφλάρει το exposition στις ταινίες του. Δεν υπάρχει χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από την κλασική σκηνή στο «Μικρό Ψάρι» όπου ο Πετρόπουλος φωνάζει στον Καραμάνη: «Πώς τους πετσόκοψες έτσι;», κτλ. Αν δει κανείς προσεκτικά κάτω από τον πληθωρισμό της και το φωνακλάδικο χαρακτήρα της θα διαπιστώσει πως η σκηνή είναι άχρηστη δραματουργικά, πως δεν υπάρχει λόγος να υφίσταται διότι απλά επιβαρύνει το σενάριο με μια ανούσια σκηνή. Στην πραγματικότητα, η σκηνή χρησιμεύει μόνο στο να κάνει exposition στον θεατή το backround του ενός χαρακτήρα. Κακό πράγμα το exposition: αντί ο σκηνοθέτης να δείχνει (όπως οφείλει να συμβαίνει στο σινεμά), αντίθετα καταλήγει στο να τα λέει/εξηγεί (αυτό κάνει ο Πετρόπουλος στην κλασική σκηνή).
Ε, εδώ ο Οικονομίδης το παρακάνει τόσο πολύ με το exposition που οι χαρακτηριστικοί του διάλογοι δεν είναι ικανοί να καμουφλάρουν την ύπαρξή του. Δίχως υπερβολή, περίπου στη μισή ταινία ο πρωταγωνιστής αφηγείται σε κάποιον φίλο το πρόβλημά του και ο τελευταίος πότε τον βοηθάει λιγάκι, πότε τον γειώνει πολύ αλλά σε κάθε περίπτωση κρατάει μια έντονη στάση απέναντί του: αφού το exposition κάνει τη δουλειά του δεν θα ξαναδούμε κανέναν τους.
Εν τέλει, η «Σπασμένη Φλέβα» μοιάζει μια αδύναμη στιγμή για τον σκηνοθέτη. Εξώφθαλμα αντεγραμμένη από ταινία του εξωτερικού, γεματη exposition που καταλαμβάνει ένα υπολογίσιμο κομμάτι της ταινίας (κυριολεκτικά το 50% θα μπορούσε να λείπει αν δεν έπρεπε ο Οικονομίδης να εξηγήσει που το πάει αντί απλά να το δείξει όπως κάνουν οι κανονικοί σκηνοθέτες) και το χειρότερο; Μια αναμασημένη ιστορία κοινωνικού περιθωρίου που δεν προσθέτει τίποτα νέο ούτε στο μεγάλο δημιουργικό όραματο του σκηνοθέτη ούτε μας κάνει πιο σοφούς σχετικά με αυτό.
Άραγε είχε να πεί ότι ήταν να το πει ο Οικονομίδης ή απλά η κίνηση αυτή ήταν ατυχής; Θα το δείξει το μέλλον. Το παρόν πάνως είναι μάλλον αμήχανο για αυτόν..