Εύλογο πως όταν πας να δώσεις τη δικιά σου εκδοχή ενός all time classic πρέπει να είσαι σίγουρος πως έχεις κάτι καινούριο να πεις ή πιο σωστά, μία άλλη εκδοχή για να αποδώσεις. Τα κατάφερε ο Γκιγιέρμο ντελ Τόρο «αναβιώνοντας» το μύθο του Frankenstein στο Netflix; H απάντηση τείνει φουλ προς το ναι. Δεν είναι απόλυτο το συναίσθημα, το συμπέρασμα, αλλά κανείς δεν μπορεί να πει πως αυτό ήταν «τζάμπα κόπος» ή κάτι τέτοιο. Κάθε άλλο.
Με ταινίες όπως τα Pan’s Labyrinth, Crimson Peak, The Shape of Water, ο Μεξικανός σκηνοθέτης έχει χτίσει μια καριέρα που μπλέκει τα όρια ανάμεσα στο (τρομακτικό) παραμύθι και στο ρεαλισμό. Με μια γκόθικ αισθητική, τόσο δικιά του και ποιητική, με ορκισμένους φαν που «όπου κι αν παίζει», τον ακολουθούν.
Στη συγκεκριμένη μεταφορά του γνωστού σε όλους μας μύθου έχουμε αυτό που ξέρουμε: Την ιστορία δηλαδή ενός πλάσματος (φοβερός στο ρόλο ο Τζέικομπ Ελόρντι) που προκύπτει ως άθροισμα της αλαζονείας και της μοναξιάς του ανθρώπου, όταν ένας υπερβολικά αισιόδοξος και πεισματάρης γιατρός (ο Όσκαρ Άιζακ ως Δρ. Φρανκενστάιν) αποφασίζει να πειραματιστεί με πτώματα για να νικήσει τον θάνατο. Μόνο που εδώ έχουμε μια πιο ουσιαστική προσέγγιση. Ο Δρ. δεν είναι παρανοϊκός επιστήμων, αλλά ένας μάλλον ρομαντικός ήρωας που αναζητάει την αθανασία, τη νίκη επί της θνητότητας μέσα από ένα κράμα απελπισίας και μελαγχολίας.

Είναι βαθιά φιλοσοφική η διάσταση της ταινίας του Ντελ Τόρο και εγείρει μπόλικα ηθικά ζητήματα ενώ οι επεμβάσεις που κάνει στο αρχικό κείμενο δείχνουν πως ήθελε να το πάει σε δίπολα, σε άκρα. Πόσο μάλλον στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης που ο μύθος του Φρανκενστάιν επικαιροποιείται μέσα από το ερώτημα του αν είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τις μεγαλύτερες και πιο αμφιλεγόμενες των δημιουργιών μας ως είδος.
Φως και σκιά. Σκιά και φως. Συνεχείς εναλλαγές, συναισθηματικές, σεναριακές. Μην περιμένεις θρίλερ που θα σε κάνει να πεταχτείς από τη θέση σου. Εδώ ο τρόμος είναι εσωτερικός, «φωλιάζει» στη ψυχή. Το soundtrack της ταινίας του Netflix ντύνει ηχητικά ως πρέπει την όλη ιστορία που σκοπό έχει να σε κάνει να το καταλάβεις εν τέλει αυτό το «τέρας» – και να δεις ότι αυτό δεν είναι κάτι που κρίνεται απαραίτητα από την όψη.
Τι δεν μας άρεσε και τόσο στην ταινία που συγκέντρωσε 5 υποψηφιότητες στις Χρυσές Σφαίρες; Ότι μοιάζει να «φλυαρεί» ανά σημεία και αυτό της κόβει σε ρυθμό και ένταση. Δεν είναι κάτι βαρύ στο σύνολο, αλλά, ΟΚ, κάπου κλωτσάει. Μας χαλάει κυρίως ότι δεν μπορούμε να την δούμε στο σινεμά. Θα «απογειωνόταν» εντός της σκοτεινής αίθουσας και σίγουρα θα τον έκανε το χαμούλη της από εισιτήρια, γιατί γενικώς είναι πολύ πάνω του μέσου όρου. Ας μην παραπονιόμαστε, πάντως. Χαμηλώνουμε τα φώτα σπίτι, φτιάχνουμε ποπ κορν, βάζουμε τα ηχεία όσο πιο δυνατά γίνεται (χωρίς να ξεκουφάνουμε τους γείτονες) και το ζούμε σε φάση home cinema. Μια χαρά θα περάσουμε κι έτσι, για συνολικά 149 λεπτά…
Και ναι, το λέμε μετά σιγουριάς, αποκλείεται μέσα σε όλο αυτό να μην βρίσκεται και ένα Όσκαρ. Όχι «καλύτερης ταινίας» αλλά κάποιο από τα δευτερεύοντα. Η παραγωγή είναι υψηλότατου επιπέδου και όλα έχουν δουλευτεί με βάθος λεπτομέρειας. Ντελ Τόρο περιμέναμε, Ντελ Τόρο είδαμε!

Frankenstein (Netflix) – Δες το τρέιλερ:
