Ο «Χιονάνθρωπος» κυκλοφορεί στις αίθουσες: Χρειαζόμαστε κι άλλο Νέσμπο στο σινεμά

Ο Νορβηγός συγγραφέας είναι αυτός που μπορεί να αναβιώσει το αστυνομικό θρίλερ στο σινεμά. Αρκεί το σινεμά να τον πάρει στα σοβαρά.

Ο Χάρι Χόλε είναι ένας τυπικός ντετέκτιβ μιας αστυνομικής ιστορίας. Μοναχικός, επιρρεπής στο ποτό, με μια θαρρείς έμφυτη τάση να πληγώνει αυτούς που αγαπάει (και φυσικά να το μετανιώνει οικτρά, αλλά να το ξανακάνει…), ικανότατος και πανέξυπνος που αν αναλάβει να λύσει μια υπόθεση νιώθεις ότι είναι ήδη τελειωμένη.

Ο Χάρι Χόλε είναι γεννημένος για να λύνει υποθέσεις. Το λέει άλλωστε στον προϊστάμενό του στο αστυνομικό τμήμα του Όσλο, μέσα από το στόμα του Μίκαελ Φασμπέντερ που τον ζωντανεύει στην πρώτη μεταφορά των περιπετειών του στο σινεμά: ο Χόλε επιστρέφει στο τμήμα έπειτα από μια εβδομάδα αδικαιολόγητης απουσίας κατά την οποία μόνο έπινε και μεθούσε και λέει, σχεδόν εκλιπαρώντας τον ανώτερό του, ότι «χρειάζεται επειγόντως μια υπόθεση».

«Λυπάμαι που στο Όσλο δεν γίνονται όσα εγκλήματα θα ήθελες», του απαντάει ειρωνικά ο αστυνόμος και φυσικά, όλοι ξέρουμε πως είναι θέμα χρόνου να προκύψει μια ιστορία μυστηρίου κατά τη διάρκεια της οποίας ο Χόλε θα μεγαλουργήσει και ταυτόχρονα με αυτή θα επιχειρήσει να λύσει και… το δικό του μυστήριο, αυτό το αναθεματισμένο μυστήριο της ψυχής του.

Ο δημιουργός του χαρακτήρα του Χόλε είναι ο Τζο Νέσμπο, ο Νορβηγός αστυνομικός συγγραφέας που θεωρείται αυτή τη στιγμή ένας από τους μεγαλύτερους στο είδος του σε όλο τον κόσμο και ο «Χιονάνθρωπος», αν και είναι η 7η ιστορία του Χόλε από τις 10 συνολικά που έχει γράψει ο Νέσμπο, αποτελεί την πρώτη περιπέτειά του που μεταφέρεται στο σινεμά.

Ακολουθώντας την παράδοση των αστυνομικών θρίλερ που μεγαλούργησαν στα 90s μέσα από ταινίες όπως η «Σιωπή των Αμνών» ή το «Seven», ο «Χιονάνθρωπος» επιχειρεί να αναστήσει και να κάνει εκ νέου σημαντικό το εν λόγω είδος μεταφέροντας στο σινεμά την ιστορία ενός δημιουργού-μετρ για συγκεκριμένες ιστορίες.

Ο Τόμας Άλφρεντσον στο σκηνοθετικό τιμόνι, ο άνθρωπος που μας χάρισε το ποιητικό αριστούργημα «Άσε το Κακό να μπει» και την κατασκοπική ταινιάρα «Tinker Sailor Soldier Spy», μοιάζει να είναι ο ιδανικός για να δώσει σάρκα και οστά σε μια από τις πιο πετυχημένες λογοτεχνικές ιστορίες του διάσημου ντετέκτιβ.

Το στόρι έχει να κάνει με έναν κατά συρροή δολοφόνο που σκοτώνει μητέρες, οι οποίες δεν ξέρουν ποιος είναι ο πατέρας των παιδιών τους. Χωρίς να χάνει χρόνο, η ταινία μας δείχνει το origin του δολοφόνου από την πρώτη κι όλας σεκάνς και μαθαίνουμε το λόγο που η ψυχή του καταστράφηκε και οδηγήθηκε στο να γίνει αυτό που έγινε.

Το σήμα-κατατεθέν του δολοφόνου μάλιστα είναι ο χιονάνθρωπος: φτιάχνει έναν χιονάνθρωπο έξω από το σπίτι κάθε γυναίκας που δολοφονεί με τον Τζο Νέσμπο να δείχνει την συγγραφική του ιδιοφυία παίρνοντας ένα τυπικό παιδικό σύμβολο και μετατρέποντάς το σε σύμβολο ενός δολοφόνου.

Ας ξεκινήσουμε με τα θετικά της ταινίας: ο Άλφρεντσον ξέρει να φτιάχνει ατμόσφαιρα στο χιονισμένο τοπίο και το χειμωνιάτικο κλίμα. Το έχει κάνει στο παρελθόν και δεν δυσκολεύεται να το κάνει ξανά. Το περιβάλλον που δομεί ο Άλφρεντσον είναι συμπρωταγωνιστής του Χάρι Χόλε στην προσπάθειά του να βρει τον δολοφόνο.

Ο Φασμπέντερ είναι το έτερο μεγάλο θετικό της ταινίας. Δείχνει για μια ακόμα φορά πως είναι μάλλον ο καλύτερος ηθοποιός της εποχής μας κάνοντας μια ερμηνεία που κατοχυρώνει περαιτέρω αυτόν τον χαρακτηρισμό.

Ωστόσο, ο «Χιονάνθρωπος» έχει προβληματάκια όσον αφορά τη δομή και τη στιβαρότητα της αφήγησής του. Είναι η απόδειξη πως ένα καλό βιβλίο δεν αρκεί για να φτιαχτεί και ένα αντίστοιχα καλό κινηματογραφικό σενάριο. Μπορεί φυσικά να είναι πάντα μια τέλεια βάση, αλλά από μόνη της δεν φτάνει.

Στην άτυπη σύγκριση που γίνεται πάντα ανάμεσα στην πρωτότυπη πηγή, το βιβλίο δηλαδή, και την μεταφορά της στο πανί, ο σκηνοθέτης Άλφρεντσον δεν καταφέρνει να ανταγωνιστεί τον Νέσμπο. Η ιστορία του τελευταίου καταφέρνει να κάνει τον θεατή να αγωνιά αλλά στο τέλος θα τον οδηγήσει στο να θέλει να διαβάσει το βιβλίο εναγωνιωδώς.

Ο «Χιονάνθρωπος», που βγαίνει στις αίθουσες την Πέμπτη (12/10), είναι η απόδειξη πως οι φαν του αστυνομικού μυστηρίου μπορούμε να υπολογίζουμε στον Τζο Νέσμπο: ο μεγαλύτερος δημιουργός τέτοιων ιστοριών είναι ταμάμ για την κινηματογραφική αναβίωση του είδους.

Ταυτόχρονα, είναι η  απόδειξη πως ο Νέσμπο δεν είναι μια απλή περίπτωση συγγραφέα. Η δαιδαλώδης, περίπλοκη και πολυδιάστατη αφήγηση των βιβλίων του χρειάζεται κινηματογραφική μαεστρία και παίδεμα για να ζωντανέψει αποτελεσματικά στο πανί.

Ας το θυμούνται αυτό στο μέλλον οι δημιουργοί ταινιών αν δεν θέλουν οι θεατές να βγαίνουν από τις αίθουσες και αντί να μιλάνε για την ταινία, ν’ αδημονούν να διαβάσουν το βιβλίο…