Τι γίνεται όταν ο Τζον Κλιζ των Μόντι Πάιθονς γράφει και σκηνοθετεί μια ταινία μαζί με τον Τσαρλς Κρίστον, τον βετεράνο θρυλικό καλτ σκηνοθέτη των 70s και στη συνέχεια οι δυο τους συναντιούνται με ορισμένους από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς των 80s όπως ο Κέβιν Κλάιν και η Τζέιμι Λι Κέρτις;
Ένα φιλμικό θαύμα, αυτό γίνεται!
Το 1989 οι Μόντι Πάιθονς, έχοντας γράψει εποχή στην κωμωδία, είχαν διαλυθεί προσφάτως και ο Τζον Κλιζ, ο «εγκέφαλος» της τρελής και παλαβής ομάδας, έψαχνε μια αλλαγή κατεύθυνσης, παραμένοντας ωστόσο σταθερός στο αγαπημένο του είδος, αυτό της κωμωδίας.
Το αποτέλεσμα του νέου πρότζεκτ του Κλιζ τιτλοφορείτο «Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα».
Το χιούμορ της ταινίας απήχε πολύ από αυτό που είχε συνηθίσει το κοινό όταν άκουγε το όνομα των Μόντι Πάιθονς, ενώ η πλοκή ήταν ξεκάθαρη και πολύ μακριά από τον χαρακτηριστικό σουρεαλισμό που χαρακτήριζε τους Πάιθονς. Ναι, ο Κλιζ έκανε ξεκάθαρα στροφή, η νέα του δημιουργία δεν μπορούσε ούτε στο ελάχιστο να συγκριθεί με τον πρότερο βίο του και έστειλε αδιάλλακτα το μήνυμα πως η νέα του προσπάθεια θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και να κριθεί αυτόνομα και όχι σε σύγκριση με το (λαμπερό, είναι η αλήθεια) παρελθόν.
Φυσικά, ο σκοπός της απεμπλοκής από το παρελθόν ήταν μόνο το ήμισυ του στόχου του Κλιζ. Το ότι το πέτυχε εύκολα δεν έκανε αντίστοιχα εύκολη και την έτερη αποστολή, και γι’ αυτό το ερώτημα πλανιόταν: θα γελούσε ο κόσμος με αυτή την αλλαγή ύφους;
Η ερώτηση φαντάζει πιο… αστεία κι από το ίδιο το φιλμ, πλέον.
Το «Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα», η ξεκαρδιστική ιστορία μιας μεγάλης κομπίνας, έχει ήδη κατοχυρωθεί ως μια από μια από τις πιο ξεκαρδιστικές ταινίες όλων των εποχών. Η πρώτη φορά που την βλέπει κανείς είναι δεδομένο πως θα τον κάνει να κρατάει την κοιλιά του από τα γέλια.
Οι ιστορίες από τα γυρίσματα άλλωστε έχουν μείνει θρυλικές. Λέγεται πως οι ηθοποιοί αδυνατούσαν όσο ποτέ στην καριέρα τους να τελειώσουν μια σκηνή εξαιτίας των απίστευτων γέλιων που τους έπιαναν όταν έπρεπε να πουν τις ατάκες τους. Οι λήψεις σταματούσαν, ξεκινούσαν ξανά όταν κόπαζαν τα γέλια και τελικά, μετά από λίγο, διακόπτονταν εκ νέου.
Ήταν το τέλειο φινάλε του Κρίστον, του σκηνοθέτη που έγραψε και γύρισε την ταινία μαζί με τον Τζον Κλιζ. Ο Κρίστον ήταν 78 χρονών εκείνη την περίοδο, είχε αποσυρθεί από τη σκηνοθεσία για μια δεκαετία και ήθελε να επιστρέψει για να γυρίσει μια τελευταία ταινία πριν… συνταξιοδοτηθεί οριστικά. Το «Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα» έκανε την απόσυρσή του αληθινά θριαμβευτική ακόμα και αν ο Τζον Κλιζ, που έπαιζε και στην ταινία, συνέδεσε τελικά το όνομά του πολύ παραπάνω με το φιλμ.
Ο μύθος της ταινίας και το πόσο αστεία ήταν εκτοξεύτηκε από ένα ατυχέστατο περιστατικό στη Δανία. Η είδηση ήταν τραγική αλλά, ταυτόχρονα, απίστευτα διαφημιστική για μια κωμωδία: ένας θεατής πέθανε από τα γέλια στον κινηματογράφο. Κυριολεκτικά! Αρχικά οι περισσότεροι πίστευαν πως πρόκειται για ψεύτικη είδηση, για κάποιο τρικ προκειμένου να πουληθούν περισσότερα εισιτήρια.
Τελικά, ο γιος του θανόντος επιβεβαίωσε το γεγονός!
Συγκεκριμένα, όταν ο Δανός θεατής παρακολούθησε τη διάσημη σκηνή στην οποία ο τραυλός Κεν, τον οποίο «ζωντάνευε» ο Μάικλ Πάλιν, είχε δύο τηγανιτές πατάτες στη μύτη του, γέλασε τόσο πολύ που οι καρδιακοί παλμοί του ανέβηκαν και έπαθε ανακοπή! Μάλιστα, θυμήθηκε ένα αστείο παρόμοιας λογικής που είχε κάνει ο ίδιος λίγα χρόνια πριν, σε ένα δείπνο με την οικογένεια του όταν και είχε βάλει από ένα κομμάτι κουνουπίδι στη μύτη τους και τους ζήτησε να φάνε ένα καρότο χωρίς να τους πέσει το κουνουπίδι.
Όταν ο άτυχος Δανός είδε τη συγκεκριμένη σκηνή, ήρθε στο μυαλό του το δικό του αστείο και δεν μπορούσε να σταματήσει να γελάει με αποτέλεσμα να… πεθάνει!
Εντάξει, είναι τραγικό- ουδείς το αμφισβητεί. Το να πηγαίνει ένας άνθρωπος σινεμά και να πεθαίνει μέσα στην προβολή αποτελεί τραγωδία μεγατόνων. Δεν αναιρεί, ωστόσο, και την αλήθεια που προκύπτει: στις λίστες με τις καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών, το «Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα» δεν νοείται να λείπει.
Αν δεν το έχετε δει να το κάνετε επειγόντως.
Με προσοχή, όμως…