Ξέρω, θα με πεις μπαγιάτικο. Θα σκέφτεσαι ότι δεν έβρισκα κάτι καλύτερο να γράψω και κατέφυγα σε κάτι πρόχειρο ή εύκολο. Δεν πρόκειται να σε αναιρέσω. Καλά σκέφτεσαι. Αλλά είναι που μόλις σήμερα σκαρφάλωσε στο No2 του Netflix μια ταινία που ούτε εμπίπτει στο είδος που τρελαίνομαι να βλέπω ούτε με έψηνε ως περιεχόμενο.
Δεν ξέρω πως έγινε και έκατσα να τη δω χωρίς «αποπλάνηση», αλλά νομίζω ήταν μια πολύ καλή επιλογή να γίνει. Συζητώντας την για 2-3 μέρες με τον εαυτό μου και τον διευθυντή, πήρα αφορμή από μια φράση του για να μιλήσω για το Baby Driver. «Μια κλασική αμερικανιά με αυτοκίνητα και ληστείες είναι» μου είπε. Τον δίνω στεγνά και θα με κυνηγάει, αλλά μου έδωσε το πάτημα για να του αντικρούσω με κείμενο αυτό που είπε.
Όντως το Baby Driver είναι στη βάση του μια ταινία με μαγιά αμερικανιάς. Κι ενώ στην αρχή φαίνεται πως πηγαίνει να βαδίσει αυτό το μονοπάτι, στην πορεία στήνει μια πλαισίωση για κάθε σκηνή της, ώστε να μην παραστρατίσει σχεδόν καθόλου από τους στόχους της. Να μην θυμίσει παρά στ΄απαραίτητα σημεία αυτό που λέμε αμερικανιά.
Τι σημαίνει όμως αμερικανιά; Αμερικανιά είναι μια ταινία με τόσο κλασική και προβλέψιμη τοποθέτηση για το είδος της. Το Baby Driver είναι ταινία δράσης. Κι ως τέτοια πρέπει να κριθεί. Κι ως τέτοια κρίνεται ως στάδιο εξέλιξης αυτού που εκπροσωπεί και ανήκει. Και θα φανεί στο δεύτερο μέρος όταν βγει το πόσο ήταν μια επιλογή αυτή η διαφυγή από το δεσμό της αμερικανιάς ή έγινε ακούσια.
Αυτό που μπορούμε να κρίνουμε είναι το χειροπιαστό. Μια από τις 20 κορυφαίες ταινίες τη χρονιά που κυκλοφόρησε. Εκεί την τοποθέτησαν σχεδόν όλοι οι κριτικοί. Και ημεδαποί και στο εξωτερικό. Κι έχω την αίσθηση ότι σε αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο το στοιχείο του αιφνιδιασμού. Το Baby Driver αιφνιδιάζει. Και με τις σεναριακές ανατροπές και με τις μικρές επιλογές όπως το να συνδέεται τόσο με τη μουσική ο Άνσελ Έγκορτ.
Συνολικά το σενάριο μοιάζει με εκείνες τις ασύνδετες τελείες στα σταυρόλεξα που καλείσαι να ενώσεις. Κι όσο βλέπεις την ταινία σου εμφανίζεται ο επόμενος αριθμός. Αλλά δεν προχωράς μόνο μπροστά. Κοιτάς κάθε φορά από την αρχή τη γραμμή σου για να δεις αν μπορείς να υποπτευθείς τι θα εμφανιστεί στο τέλος.
Αυτό που εμφανίζεται είναι ένα μιούζικαλ δράσης. Μια άριστα μελετημένη σύνδεση της μουσικής με την κάθε σκηνή και τον πρωταγωνιστή που την ακούει. Η μελωδία δίνει το ρυθμό κίνησης των πρωταγωνιστών και της κάμερας.
Μέσα σε αυτό δεν παρεμβάλλεται καμία ηθικολογία, κανένας ψυχισμός, τίποτα «βαθύτερο». Γιατί αυτό θα ήταν δήθεν και θα έκανε μπαμ. Είναι αυτό που βλέπεις, γυρισμένο αρκετές φορές μέχρι να βρεθεί η ευθεία γραμμή σύνδεσης με την προηγούμενη τελεία.
Ένας τρομερός οδηγός που μπορεί να σε πάει στο μέρος της ληστείας και να σε βγάλει από κει αλώβητο, όσα περιπολικά κι αν σκάσουν μύτη. Που όμως δεν θέλει να ασχολείται άλλο με αυτό. Θέλει να πάρει την κοπέλα που ερωτεύτηκε και να σβήσουν διά παντός το παρελθόν τους. Για να το κάνει αυτό δεν σκαλώνει πουθενά.
Πρέπει να αντιμετωπίσει τον Μπάντι και την Ντάρλινγκ; Θα το κάνει. Όπως το ζητήσει ο οργανισμός τους. Κανείς δεν θα του κλείσει το δρόμο προς την ελευθερία. Είναι κάτι που το αντιλαμβάνεται ο θεατής. Δεν θα γινόταν να εισχωρήσουν έννοιες πιο βαθιές. Θα χαλούσαν τη συνολική εικόνα…