Το Maniac είναι η σειρά που θα σε στείλει στην πιο όμορφη «παραίσθηση»

Το Maniac είναι η σειρά που θα σε στείλει στην πιο όμορφη «παραίσθηση»

Η σειρά του Netflix που την έχουμε πινιάρει στο ημερολόγιο μας από τον περασμένο Ιανουάριο, ήρθε, είδε και μας κατέκτησε.

Θα ήθελα πάρα πολύ να είμαι αυτή τη στιγμή στη θέση της Έμμα Στόουν. Όχι μόνο γιατί είναι μεγάλος έρωτας και κάποια μέρα θα την παντρευτώ, αλλά γιατί βρίσκεται σε μια επαγγελματική κατάσταση που δεν μπορεί κανείς να προβλέψει τι άλλο θα της τύχει-κατακτήσει. Έχοντας σε κινηματογραφικό επίπεδο το The Favourite του Λάνθιμου να την τοποθετεί στις υποψήφιες για Όσκαρ Β΄Γυναικείου, ετοιμάζεται για την τηλεοπτική της ιμπεριαλιστική διάβαση.

Σε ένα ιδανικό σενάριο για εκείνη, το βράδυ της απονομής των Χρυσών Σφαιρών θα μπορούσε να ανέβει δύο φορές στη σκηνή, να παραλάβει δύο βραβεία και να ευχαριστήσει δύο φορές γονείς, φίλους, μάνατζερ, συνεργάτες. Αυτό γιατί το Maniac όπου πρωταγωνιστεί με τον Τζόνα Χιλ είναι από τις καλύτερες σειρές που έχουν υπάρξει τα τελευταία 4-5 χρόνια. Κι αυτό, αν και έχει καταστεί πολυφορεμένο, είναι κάτι που αναγκάζομαι να το γράψω. Πάει το χέρι μόνο του.

Είναι μια συζυγία πλανητών, μια ευτυχής σύνδεση τόσων ικανών και ταλαντούχων ανθρώπων αυτή η σειρά που το αποτέλεσμα δύσκολα θα μπορούσε να πέσει κάτω από το πολύ καλό. Τελικά, όχι μόνο δεν έπεσε, αλλά πέρασε μπροστά από τις προσδοκίες μας ως σίφουνας, γύρισε πίσω, τις χαιρέτησε με έπαρση και χάθηκε μπροστά.

Το Maniac είναι κάτι που σε κάνει να σκεφτείς τόσα πολλά πράγματα. Καταπιάνεται με τόσα πολλά. Συγχέει τόσα πολλά. Την ψυχολογική κατάρρευση, την εθελούσια παρουσία του μυαλού και της ψυχής στον πόνο, την διηνεκή αναζήτηση για αυτοτιμωρία, τη δίψα για απελευθέρωση από τον πόνο, τη συμπάθεια, την αγάπη, την απογοήτευση…Θα μπορούσα να φτιάξω ολόκληρο λεξικό με τα όσα επιπλέουν στην επιφάνεια, αλλά και τα άδυτα της σειράς του Netflix.

Βασισμένο στην ομώνυμη νορβηγική σειρά, το Maniac ενώνει τα μονοπάτια δύο ανθρώπων. Του Όουεν και της Άνι. Ο Όουεν πάσχει από χρόνια σχιζοφρένεια και υπάρχουν στιγμές που βλέπει πράγματα τα οποία δεν είναι αληθινά. Έχει ψευδαισθήσεις. Είναι μέλος μιας οικογένειας που γονατίζει όσους δεν έχουν το ψυχικό σθένος. Όλα για την οικογένεια, όλα για να μη χαλάσει το όνομα. Φυσικά είναι το αποπαίδι ανάμεσα στα αδέρφια του.

Η Άνι από την άλλη δεν έχει παρελθόν. Έτσι εμφανίζεται στην αρχή. Το μόνο που ξέρουμε για εκείνη είναι πως στο σπίτι της υπάρχει ένας άντρας, λογικά ο πατέρας της, που ζει μέσα σε ένα ρομποτάκι. Ίσως αυτό να σχετίζεται με μια συνταρακτική απώλεια της μάνας. Αυτές είναι οι εικασίες που γίνονται στην αρχή.

Ο Όουεν και η Άνι αποφασίζουν να πάρουν μέρος σε ένα ερευνητικό πρόγραμμα για ένα φάρμακο που υπόσχεται να απαλλάξει τον κόσμο από τον περιττό πόνο. Τον πόνο της ανάμνησης, τον πόνο που δεν είναι του σώματος, αλλά όλων των άλλων μορφών. Κλεισμένοι σε ένα εργαστήριο για μερικές μέρες, θα περάσουν από διάφορα στάδια δοκιμών, στα οποία θα βυθιστούν σε προσομοιώσεις των εγκεφάλων τους.

Κι ενώ το πρωτόκολλο ορίζει ότι ο καθένας υπάγεται μόνο στο δικό του υποσυνείδητο, αυτοί οι δύο ενώνονται σε επίπεδο αναμνήσεων και σκηνικών που πλάθουν ενόσω βρίσκονται στον λήθαργο των πειραμάτων, με αποτέλεσμα το πρόγραμμα να πάρει μια άλλη κατεύθυνση. Μια κατεύθυνση που θα εμπλέξει τον υπεύθυνο αρχι-επιστήμονα, τη μητέρα του και όσους εμπλέκονται σε αυτό.

Όλοι τους θα συναντηθούν με διαφορετικούς ρόλους στις προσομοιώσεις-ψευδαισθήσεις που θα στήσουν οι εγκέφαλοι του Όουεν και της Άνι και θα πάρουν διάφορες μορφές.

Το Maniac τοποθετεί στο επίκεντρο τις ψευδαισθήσεις που παράγει ο εγκέφαλος υπό την επήρεια κάποιων καταστάσεων, δεν μένει όμως εκεί. Πρώτα και κύρια στήνει εικόνες με έντονο μετα-κοινωνικό πλαίσιο. Προηγμένη κοινωνία και ταυτόχρονα παλαιολιθική. Γιατί βρίσκεται ακριβώς στο σημείο που τείνει να καταργηθεί το ανθρώπινο.

Τα ρομποτάκια που μαζεύουν τα περιττώματα των σκύλων, οι ενοικιαζόμενοι άνθρωποι που τους πληρώνεις για να παίξουν έναν ρόλο στην πραγματικότητά σου και διάφορες άλλες μικρές λεπτομέρειες πλαισιώνουν την αίσθηση και προλειαίνουν το έδαφος για πολλά απ΄αυτά που θα ακολουθήσουν. Σε βαθμό που τελικά αναρωτιέσαι στο τέλος αν ο επιρρεπής στη σχιζοφρένεια Όουεν είναι περισσότερο στα καλά του από αυτούς που δεν έχουν διαγνωστεί με σχιζοφρένεια.

Κι εκείνο που αρχίζει να γιγαντώνει το Maniac στα μάτια του θεατή είναι το σημείο που όλες οι περαστικές εικόνες και λεπτομέρειες βρίσκονται συγκεντρωμένες στο μυαλό των δύο πρωταγωνιστών. Ένα βιβλίο του Δον Κιχώτη, ένας αετός που έφαγε ένα χάμστερ, ένας σεκιούριτι εταιρείας, όλα αυτά έρχονται και παίρνουν άλλη μορφή μέσα στη φαντασίωση.

Αυτές οι εικόνες εμπλέκονται στην προσπάθεια των πειραματόζωων να απαλλαγούν από τον πόνο, να αναισθητοποιηθούν και ως εμπειρία είναι συναρπαστική. Αυτό που κάνει ο Φουκουνάγκα μέσω των ηθοποιών δεν απέχει καθόλου απ΄αυτό που συμβαίνει στο υποσυνείδητο όλων μας. Στα όνειρα μας αν θες. Άτακτες εικόνες δημιουργούν μια συνοχή σε αυτό τον κόσμο.

Το Maniac το αποτυπώνει αυτό με κάθε του τοποθέτηση, με κάθε του αμφισβήτηση, με κάθε συναίσθημα που πάει να «αφαλατώσει». Έτσι, το μόνο που σου μένει στο τέλος είναι ο θαυμασμός. Αρκετές σκέψεις έρχονται πριν απ΄αυτόν στον καθένα, ανάλογα με τις εσωτερικές ανάγκες, αλλά ο τελικός προορισμός είναι κοινός.

Ο Τζόνα Χιλ και η Έμμα Στόουν μπαίνουν εύκολα στις πιο εκκωφαντικές ερμηνείες στη φετινή τηλεοπτική σεζόν και σκάβουν σε ένα άλλο έδαφος. Ανοίγουν κοιλότητες με την απόδοση τους σε χαρακτήρες που απαιτούν μια κατάργηση και μια εξόντωση εσωτερικών στοιχείων.

Το ίδιο ατόφιος είναι και ο Τζάστιν Θερού στον ρόλο του υπερεπιστήμονα που από τη μία βουλιάζει σε σεξουαλικές φαντασιώσεις με μη ανθρώπινα όντα κι από την άλλη καταδυναστεύεται από τη μητρική φιγούρα.

Μια ακόμα συνισταμένη που εμπεριέχεται στο Maniac. Η έννοια της μητέρας-καταστολής, μιας μορφής που έχει τέτοια επίδραση, τόσο μεγάλα φτερά, ώστε πνίγει το δικό σου ξεπέταγμα. Μια ολόκληρη ψυχολογία ανατέμνεται στη σχέση του γιατρού Μαντλρέι και της μητέρας του.

Ήδη νιώθω ότι έχω γίνει φλύαρος και αυτό θα πρέπει να προστεθεί στα επιτεύγματα του Maniac.