Ballad of Buster Scruggs: Οι αδερφοί Κοέν νίκησαν... τους εαυτούς τους

Ο εαυτός τους ήταν η παγίδα τους και κατάφεραν στο συνολικό αποτέλεσμα να τον νικήσουν. Έστω στα σημεία...

Πολλές φορές λέγεται για να αποδώσει τιμή και ταυτόχρονα να μειώσει κάποιον. «Το μοναδικό του εμπόδιο είναι ο εαυτός του». Αυτός για τον οποίο λέγεται τυγχάνει την ίδια στιγμή του θαυμασμού και της αναγνώρισης μας, αλλά και της περιφρόνησης μας. Ναι μεν δεν υπάρχει κανείς καλύτερος του, αλλά είναι τόσο αδύναμος που θα παρασυρθεί από το είναι του.

Οι αδερφοί Κοέν εμπίπτουν σε αυτή τη χορεία ανθρώπων, καλλιτεχνών και πιο ειδικά σκηνοθετών, που η μάχη τους έγκειται στο να μην υποταχθούν σε αυτό που είναι. Σε αυτό που έκαναν για αρκετά χρόνια και επιχειρούν να το μεταμορφώσουν. Το πάλεψαν αρκετά αλλά δεν τους βγήκε με το Hail Caesar. Το πάλεψαν εξίσου και στο νήμα τους βγήκε με το Ballad of Buster Scruggs.

Οι Κοέν έχουν φτάσει σε ένα σημείο καριέρας που η συνέχεια είναι το τέλος. Δεν ξεφεύγεις εύκολα από τον πετυχημένο εαυτό σου. Αυτός σε καταδικάζει στην ουσία. Αν επιλέξεις να παραμερίσεις το τέλος και να ξεζουμίσεις τον εαυτό σου, τότε μόνο χαμένος μπορείς να βγεις. Εκτός κι αν είσαι ο Τζόελ ή ο Ίθαν Κόεν.

Με το Ballad of Buster Scruggs καταφέρνουν να επαναδιατυπώσουν αρκετά πράγματα. Πρωτίστως μέσα τους και ύστερα στον σταθερό, αλλά αόρατο θεατή τους. Παίρνουν 6 διαφορετικές ιστορίες από ένα βιβλίο για την πολύ παλιά αμερικανική δύση και φτιάχνουν ένα γουέστερν με όλα τα στοιχεία που δίνουν συνήθως σε γουέστερν. Κι αν το Country for Old Men είναι στο ένα άκρο και το True Grit στο άλλο, το Ballad of Buster Scruggs τα εξισορροπεί.

Κάθε μία από τις 6 ιστορίες έχει διαφορετική εκδοχή του γουέστερν. Στην πρώτη είναι το κλασικό σπαγγέτι με την πιστολομονομαχία, με έναν επηρμένο Μπάστερ Σκραγκς που πυροβολεί σαν τον Λούκι Λουκ. Στην δεύτερη οι κρεμάλες σε δημόσια θέα σαν παράσταση. Στην τρίτη η αγριότητα της κρύας Δύσης. Στην τέταρτη η απομόνωση της. Στην πέμπτη το τοπογραφικό γουέστερν, το μπασταρδεμένο με κυνισμό και ρομαντισμό. Και στην τελευταία το γκόθικ γουέστερν.

Οι Κοέν επιχειρούν έναν ρεβιζιονισμό των ιδεών τους, αλλά και του είδους που τόσα χρόνια υπηρετούν με άμεσο ή περιμετρικό τρόπο.

Κατ΄αρχάς δίνουν μια Καμιστική και ταυτόχρονα αντι-Καμιστική γεύση στην παρουσία του θανάτου σε κάθε ιστορία. Ο Καμύ μιλούσε για την ματαιότητα των πάντων ενώπιον του θανάτου, αλλά το έλεγε με μια εσωτερική ανάγκη να μην το αποδεχτεί ολοκληρωτικά. Λέγοντας το προσπαθούσε να το ξαποστείλει. Οι Κοέν αφήνουν την ματαιότητα όλων να τραβήξει τη γραμμή της σε κάθε ιστορία, αλλά την επενδύουν με μια ευφρόσυνη διάθεση.

Ο Σκραγκς πεθαίνει και η ψυχή του πετάγεται από το σώμα και πετάει ψηλά τραγουδώντας χαρμόσυνες κάντρι μελωδίες. Ο ήρωας της δεύτερης ιστορίας γλυτώνει το θάνατο από τους Ινδιάνους, αλλά τον κρεμάνε οι αρχές. Πριν πέσει η καταπακτή, βλέπει ένα όμορφο πρόσωπο και χαμογελάει. Στην τελευταία ιστορία ο θάνατος είναι η κανονικότητα. Δεν οδεύουν προς αυτόν οι πρωταγωνιστές. Βρίσκονται ήδη στον τόπο του. Και μπαίνουν με ανακούφιση στο ξενοδοχείο.

«Ο αμαξάς δεν σταματάει. Αυτή είναι η πολιτική». Για τους επιβαίνοντες την άμαξα ο θάνατος είναι αναπόφευκτος. Αλλά και για τους μη επιβαίνοντες επίσης. Απλώς οι επιβαίνοντες είναι πιο τυχεροί, αφού έχουν ήδη πεθάνει.

Το Ballad of Buster Scruggs είναι μια καλή ταινία, στην οποία αξίζει να εστιάσει κανείς περισσότερο στα σημεία που οι Κοέν ξεφεύγουν από τον εαυτό τους. Γιατί υπάρχουν και τα άλλα, αυτά που αυτοπαρασύρονται. Από τις έξι ιστορίες οι τέσσερις είναι πολύ καλές. Οι δύο όχι. Άλλες έχουν μεγαλύτερη διάρκεια απ΄αυτό που θα τους ταίριαζε. Άλλες μικρότερη.

Σε κάθε περίπτωση σε τοποθετεί σε μια διαλεκτική περί της Δύσης και σίγουρα απευθύνεται πρώτα απ΄όλα στον μέσο Αμερικάνο κι έπειτα σε όλους τους άλλους. Για τον μέσο Αμερικάνο υπάρχει υπόβαθρο, υπάρχει μήνυμα. Για εμάς υπάρχει το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα και μια απάντηση για το αν συνάδει με τους Κόεν και αν τελικά το ζητούμενο είναι να συνάδει ή το αντίθετο.