Χαλβάς: Η ντροπή των γλυκών

Ένας αστείος «αναπληρωματικός» που μόνο σε περίπτωση ανάγκης τον… ρίχνεις στο ματς!

Όλα (ή σχεδόν όλα) τα φαγητά έχουν φίλους και εχθρούς.

Κάποιοι θα μπορούσαν να τρέφονται μόνο με αυτά και κάποιοι πετάνε σπυράκια και μόνο στη σκέψη ότι θα τα βάλουν στο στόμα τους.

Υπάρχουν λοιπόν τα αμφιλεγόμενα (όπως οι φακές). Αυτά που μοιάζει διαστροφή να μη σ’ αρέσουν (όπως η φέτα). Τα εντελώς αντι-δημοφιλή (όπως είναι οι μπάμιες).

Και υπάρχουν και τα ουδέτερα. Τα «ούτε κρύο, ούτε ζέστη». Αυτά που μπορεί και να τα φας κάποια στιγμή, αλλά ουδέποτε θα τα αναζητήσεις.

Κάποια τρόφιμα-αναπληρωματικοί που μόνο ως υποκατάστατα μπορούν να χρησιμοποιηθούν:

Όπως ο χαλβάς!

Ξέρω, ξέρω, είναι καταπληκτικός, είναι παραδοσιακό έδεσμα, είναι πιο υγιεινός και φυσικά «ποιος είσαι εσύ, ρε καραγκιόζη, που θα πεις για τον χαλβά».

Όσα επιχειρήματα και να φέρει όμως κάποιος οπαδός του χαλβά (αν μπορεί να υπάρξει τέτοιος), ένα πράγμα δεν μπορεί να αμφισβητήσει:

Ότι την υποτιθέμενη λιχουδιά, αυτή τη ντροπή των γλυκών σχεδόν ΠΟΤΕ δεν θα την προτιμήσεις αν δεν… πέσεις στην ανάγκη της.

Πέρα από περιόδους νηστείας ή μεταμεσονύχτιας υπογλυκαιμίας στην οποία ανακαλύπτεις με τρόμο ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο γλυκό στο σπίτι, πόσες φορές ακόμα τον χρόνο θα φας χαλβά;

Πόσες θα τον καταπιείς με βαριά καρδιά επειδή δεν γινόταν αλλιώς; Πόσες θα κάνεις την καρδιά σου (ή μάλλον την κοιλιά σου) πέτρα γιατί δεν βρήκες κάτι καλύτερο;

Καταρχάς από την όψη και μόνο δεν γίνεται να σε κερδίσει. Είναι δύσκολο να σε δελεάσει κάτι που μοιάζει σαν ιδρωμένο κέικ (αν είναι σιμιγδαλένιος) ή σαν φέτα από πλακάκι του μπάνιου (αν είναι με ταχίνι).

Για να μην πούμε για την υφή του στη δεύτερη περίπτωση. Αυτή την εντύπωση το στόμα σου γέμισε θρυμματισμένο χώμα.

Αυτή την ιδιαίτερη γεύση που έχει ο χαλβάς «του μπακάλη» και ούτε η επικάλυψη σοκολάτας που επιστρατεύεται συχνά, το βοηθάει να υποδυθεί το γλυκό.

Εξάλλου, πόσο τυχαίο να είναι ότι το όνομά του χρησιμοποιείται υποτιμητικά; Πώς όταν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε κάποιον αδιάφορο, νερόβραστο ή παθητικό τον αποκαλούμε «χαλβά»;

Ποιος θα ισχυριστεί ότι ανοίγοντας με προσμονή ένα πιάτο ντυμένο με αλουμινόχαρτο στον πάγκο της κουζίνας δεν απογοητεύτηκε διαπιστώνοντας ότι από κάτω είχε χαλβά;

Και το κυριότερο:

Ποιος δεν ξενέρωσε άπειρα σε ταβέρνα ή εστιατόριο, όταν περιμένοντας το κέρασμα στο τέλος (και προσμένοντας κάνα σουφλέ σοκολάτα ή λουκουμάδες με μερέντα) είδε να φτάνει μπροστά του αυτό το αστείο ημίμετρο;