0.59 σημερινά ευρώ το τυλιχτό: Ο συλλεκτικός τιμοκατάλογος των σουβλατζίδικων με δραχμή θα σε κάνει να μελαγχολήσεις (Pics)

Με 2,50 που κάνει (στην καλύτερη) σήμερα, έπαιρνες 4 τότε...

Με μόλις 200 δραχμές, ναι περίπου 0,62 ευρώ σε σημερινά λεφτά, μπορούσες κάποτε να κάνεις το όνειρό σου πραγματικότητα και να αποκτήσεις το απόλυτο αντικείμενο του πόθου, το «ιερό δισκοπότηρο» της γαστρονομίας. Το τίμιο… πιτόγυρο!

Ας λέμε αλήθειες, εδώ που τα λέμε μεταξύ μας, σύντροφοι. Το να αναπολείς το παρελθόν και να υποστηρίζεις με πείσμα ότι όλα ήταν καλύτερα στο παρελθόν αποτελεί απόδειξη πως σε πήραν τα χρόνια, πιο ισχυρή και από κοινή φωτογραφία στα βαφτίσια της Ζωζώς Σαπουντζάκη.

Έχοντας ξεκαθαρίσει, λοιπόν, ότι εδώ μέσα μιλάμε οι… γεροντάρες, αφήνοντας τη νέα γενιά να ακούει τραπ, σκραπ, σκραμπλ ή όπως αλλιώς τα λένε αυτά τα κλαπατσίμπανα, ας περάσουμε στο… παρασύνθημα. Στο… πασοκικό παραλήρημα σχετικά με την εποχή που όλα ήταν καλύτερα (και φθηνότερα) όταν η Ελλάδα λουζόταν στο φως του πράσινου ήλιου και την έκανε ταράτσα στα σουβλατζίδικα.

 

Ναι, κυρίες και κύριοι, μόνο 200 δραχμές ήταν αρκετές τον «χρυσό» 20ό αιώνα για να έρθεις τετ-α-τετ με το λαχταριστό σουβλάκι σου (ή σάντουϊτς ή πιτόγυρο για όλη την Ελλάδα, για να αφήσουμε πίσω μας τους διαχωρισμούς) πριν αυτό (το πιτόγυρο ντε) βρει τον δικό του δρόμο στη ζωή, ο οποίος αναγκαστικά πέρναγε μέσα από την… καταπιώνα σου και έβρισκε την θέση που του άξιζε στο στομάχι σου.

 

σουβλάκι

Οι κακεντρεχείς ίσως πουν ότι εκείνα τα χρόνια βέβαια είχαμε ένα θεματάκι με την ποσότητα, καθώς τα σουβλάκια (ειδικά στην Αθήνα) δεν διέθεταν και κάνα σοβαρό εκτόπισμα και ήταν κάπως… καχεκτικά, αλλά αδέρφια, με 200 δραχμές το ένα έτρωγες ένα… κοπάδι από δαύτα και σου έμενε και κάβα για να προμηθευτείς αεριούχο ηδύποτο τύπου κόλα, με την ελπίδα ότι ίσως χωνέψεις κάποια στιγμή λιγάκι πιο εύκολα από πύθωνα που έχει φάει αντιλόπη.

Στον συλλεκτικό τιμοκατάλογο που δημοσιεύτηκε στην αγαπημένη σελίδα Νοσταλγοί Ογδόντα Ενενήντα μπορείς να δεις τις τιμές σε δραχμές που θα κάνουν την τσέπη σου να δακρύσει από συγκίνηση.

Επιπλέον, εάν ήσουν πραγματικός πασοκικός κιμπάρης, ήταν στην δική σου διακριτική ευχέρεια  να αφήσεις και το κατιτίς σου ως μπαχτσίσι στον συμπαθή τυλιχτή που έβαλε όλη του την τέχνη, την αγάπη (και πιθανότατα γενετικό υλικό υπό την μορφή ιδρώτα στην καλύτερη περίπτωση) για να απολαύσεις εσύ το γαστρονομικό θαύμα που είχες μπροστά σου.

Εμ, γιατί νομίζετε ότι οι Τσοπανα Ρέιβ στο ομώνυμο αριστούργημά τους ζητούσαν επίμονα δυο κατοστάρικα; Τώρα που ξέρετε την αλήθεια, ακούστε το με αυτή τη νέα προοπτική υπό το πρίσμα που χαρίζει η γνώση. Και η γνώση ξέρετε τι είναι. Σωστά! Είναι δύναμη! Σαν κι αυτή που αντλεί κανείς από τροφές αγνές, καθαρές και δυναμωτικές όπως το σουβλάκιον, το οποίο πάντα έρχεται και στην περίφημη «παιδική έκδοση», φοβερή ελληνική πατέντα by the way το παιδικό σουβλάκι. Έδινες στο σπλάχνο σου να λαδώσει το αντεράκι του με την λαδωμένη πίτα και είχες και το κεφάλι σου ήσυχο για τυχόν παρενέργειες.

Εσύ, φυσικά, ως μεγάλος δεν χρειαζόσουν εκπτώσεις στην απόλαυση. Το «απ’ όλα» δεν χρειαζόταν να το ψελλίσεις ή να το υπαινιχθείς καν. Και να ζητούσες κάτι διαφορετικό, έτσι κι αλλιώς με «απ’ όλα» θα το τρωγες…