Θυμάμαι να είναι 2010, να είμαι πρωτοετής φοιτητής και να μου μιλάμε γι’ αυτό το μπέργκερ. Να μου λένε «αν είσαι στα νότια, τότε θα πας οπωσδήποτε να φας σε αυτό». Και πήγα. Και πήγαινα για κανά δυο χρόνια σε μια σταθερή βάση. Θα έτρωγα μια φορά το μήνα ή λίγο παραπάνω.
Κάποια στιγμή σταμάτησα να πηγαίνω και για χρόνια πίστευα ότι είτε από την οικονομική κρίση είτε, έστω, από την πανδημία, θα είχε κλείσει. Προς έκπληξή μου, το Σάββατο το βράδυ είδα ότι είναι μια χαρά ανοιχτό, στέκει όρθιο και δεν βαράει μύγες. Στέκει όρθιο με πελατεία. Στα τραπεζάκια έξω και στα τραπέζια μέσα, είχε μπόλικο κοσμάκη.
Το Αμάμ είναι από τα θρυλικότερα ονόματα στην εστίαση και στο fast food, αν μπορούμε να πούμε fast την παρασκευή ενός μπέργκερ. Όσοι φίλοι μένουν στα νότια, το θυμούνται σίγουρα πριν το 2000, αλλά κανείς δε θυμάται να πει πότε ακριβώς άνοιξε στα 90s. Ήταν βέβαια εκείνη η δεκαετία, η δεκαετία της αμερικανοποίησης των νοτίων και δη της Γλυφάδας.
Τα μπεργκεράδικα άνοιγαν σωρηδόν, υπήρχε το θρυλικό Wendy’s, υπήρχαν πολλά. Ποιος να το πίστευε πως το Wendy’s θα έκλεινε τόσο γρήγορα και το Αμάμ, ένα μαγαζί που βρίσκεται μόνο του σε ένα σημείο που πιάνει λίγο Τερψιθέα, λίγο Αργυρούπολη και ολίγη από Γλυφάδα, εκεί που τελειώνει η Γούναρη και αρχίζει η Κύπρου, θα άντεχε ακόμα.
Και το πιο σημαντικό; Άντεξε δίχως να έχει ακολουθήσει καμία από τις σύγχρονες νόρμες. Δεν έχει διαφημιστεί, δεν έχει social παρά μόνο μια σελίδα στο Facebook που δεν ανανεώνεται σχεδόν ποτέ, δεν έχει τίποτα ψηφιακό. Βασιζόταν πάντοτε στο word of mouth και προς έκπληξη μου, πετυχαίνει ακόμα αυτή η συνταγή.
Κι η φιλοσοφία τους είναι πως ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει. Γι’ αυτό και το μενού τους έχει μείνει ίδιο κι απαράλλακτο όλα αυτά τα χρόνια. Θυμίζει κάτι από american diner η φάση τους.
Φυσικά, ο πρωταγωνιστής είναι το μπέργκερ τους, που είναι πάντοτε ογκώδες και ξέρεις ότι, ακόμα και μετά από hangover ή μετά από μεγάλη πείνα, θα χρειαστείς υπερπροσπάθεια για να το καταναλώσεις ολόκληρο. Γιατί σου βάζει και μπόλικες πατάτες. Δεν το τσιγκουνεύεται.
Εννοείται πως μαγαζί με τόσα χρόνια, έχει περάσει τα πάνω και τα κάτω του σε επίπεδο ποιότητας ή γεύσης. Όμως, ο καθένας ορίζει τις ανάγκες του, τα γούστα του και προσαρμόζεται ανάλογα με τη στιγμή. Άλλο μπέργκερ θα φάω στις 9 το βράδυ σε ένα εστιατόριο, άλλο μπέργκερ θα φάω στο Αμάμ.
Κι επειδή τα πολλά λόγια είναι φτώχια, αν ήσουν κι εσύ στα 00s ή στις αρχές των 10s ένας φοιτητής που την έβγαζε μετά από ξενύχτι εκεί, πήγαινε στο Αμάμ να σου ξυπνήσουν ωραίες αναμνήσεις.
Στο κάτω κάτω της γραφής, όλα τα φαγητά που θυμόμαστε, δεν τα θυμόμαστε για τη γεύση τους. Τα θυμόμαστε γιατί ήταν μέρος μιας στιγμής που είχε τη δική της ομορφιά.