Πατέντα αθεράπευτου τζογαδόρου: Η φοβερή ιστορία του πώς εφευρέθηκε το… σάντουιτς!

Είχε… ρέντα εκείνη τη μέρα!

Το φαγητό είναι υποκειμενικό πράγμα.

Αυτόν που για κάποιον είναι πεντανόστιμο για άλλον μπορεί να είναι μέτριο.

Αυτό που σε μια χώρα το τρώνε σε άλλες μπορεί να το σιχαίνονται.

Ακόμα και τις… μπάμιες θα βρεις κόσμο να πει ότι τις λατρεύει!

Αναμφίβολα όμως υπάρχουν κάποιες σταθερές.

Κάποια κοινά σημεία.

Κάποιες γεύσεις τόσο οικουμενικές που ενώνουν τις… καταπιόνες όλων μας.

Γιατί κάποια σοβαρή διαταραχή πρέπει να σε ταλαιπωρεί -για παράδειγμα- αν δεν σ’ αρέσουν οι τηγανητές πατάτες.

Ή πρέπει να έχεις κατέβει από άλλον πλανήτη αν δεν έχεις φτιάξει/λιγουρευτεί/χλαπακιάσει εκατοντάδες σάντουιτς!

Ο ορισμός του γρήγορου και ελαφρού γεύματος, η βολική λύση που πάντα μπορεί να σε ξελασπώσει σε φάσεις λιγούρας, αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα εδέσματα όλων των εποχών.

Δικαίως κάποτε η Wall Street Journal το χαρακτήρισε ως «τη μεγαλύτερη συνεισφορά της Βρετανίας στην παγκόσμια γαστρονομία».

Και το φοβερό είναι ότι η ανακάλυψη αυτού του ιστορικού (αν μη τι άλλο) εδέσματος οφείλεται σε έναν… αδίστακτο τζογαδόρο:

Τον Κόμη Σάντουιτς!

Διότι ο πρώτος άνθρωπος που θεωρείται ότι έφτιαξε ποτέ κάτι αντίστοιχο είναι ο Χιλλέλ ο Πρεσβύτερος:

Ένας Εβραίος ραβίνος που έζησε τον 1ο αιώνα π.Χ. και πιστεύεται ότι τοποθέτησε ένα μείγμα από ψιλοκομμένα καρύδια, μπαχαρικά, μήλα και κρασί ανάμεσα σε δύο μάτζο (είδος ψωμιού σαν πίτα), ώστε να το συνοδεύσει με πικρά χόρτα.

Ίσως όμως επειδή ο παραπάνω συνδυασμός δεν ακούγεται και πολύ δελεαστικός, το σάντουιτς ξεκίνησε την… καριέρα του με αυτό το όνομα εξαιτίας του ομώνυμου ευγενή, Τζον Μόνταγκου.

Ο συγκεκριμένος, που έζησε ανάμεσα στο 1718 και 1792 και υπήρξε ο 4ος Κόμης του Σάντουιτς, υπήρξε αθεράπευτο χαρτόμουτρο!

Έπαιζε τόσες ώρες και με τόση μανία που πολλές φορές ξεχνούσε να φάει.

 

Όταν… το θυμόταν λοιπόν (ή όταν τον έκοβε η λόρδα) ζητούσε από τους υπηρέτες να του φέρουν σ’ ένα πιάτο λίγο χοιρομέρι και ψωμί.

Επειδή όμως δεν ήθελε να σταματήσει την παρτίδα, έτρωγε και έπαιζε ταυτόχρονα, με αποτέλεσμα να λαδώνει τα φύλλα της τράπουλας!

Όπως είναι λογικό, αυτό προκάλεσε δυσφορία κάποια στιγμή στους υπόλοιπους χαρτοπαίκτες.

Ζήτησε λοιπόν από τους υπηρέτες να του βάζουν το χοιρομέρι ανάμεσα σε δυο φέτες ψωμί, ώστε να μην λαδώνονται τα χέρια του και να παίζει απερίσπαστος!

Αυτό ήταν!

Η εναλλακτική λύση που βρήκε -όχι μόνο κατεύνασε τις αντιδράσεις των άλλων χαρτοπαικτών, αλλά τους έκανε να ζηλέψουν.

Σε τέτοιο βαθμό (όπως αναφέρει η συγγραφέας, Μπι Γουίλσον στο βιβλίο «Sandwich: A Global History») που άρχισαν κι εκείνοι να παραγγέλνουν κάτι αντίστοιχο.

Μια, δυο, τρεις λοιπόν τα αιτήματα «ένα σαν του Σάντουιτς» ή «ίδιο με του Σάντουιτς» είχαν ως αποτέλεσμα να καθιερωθεί με αυτό το όνομα!

Έκτοτε ξεκίνησε μια μακρά παράδοση που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.

Από το 1760 περίπου που τοποθετείται η «ανακάλυψή» του ως τον 19ο αιώνα, το σάντουιτς είχε γίνει δημοφιλές σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Ειδικά στην Αγγλία, λόγω της βιομηχανικής επανάστασης, οι άνθρωποι χρειάζονταν εύκολα (σε παρασκευή και μεταφορά) γεύματα που θα τους κρατούσαν χορτάτους όλη μέρα.

Αυτή η ιδανική λύση λοιπόν (που εκτός των άλλων επέτρεπε πληθώρα παραλλαγών) μετατράπηκε γρήγορα σε παγκόσμια διατροφική συνήθεια.

Έλυσε τα χέρια (και γέμισε τα στομάχια) ανθρώπων είτε με περιορισμένα χρήματα, είτε με περιορισμένο χρόνο, είτε και με τα δυο ταυτόχρονα.

Οπότε την επόμενη φορά που θ’ απολαύσεις κάποιο πληθωρικό σαντουϊτσάκι, μια μερακλίδικη μπαγκέτα ή ένα απλό, ταπεινό τοστάκι, φάε μια μπουκιά και… στη μνήμη του αθεράπευτου τζογαδόρου που το εφηύρε!