Κακά τα ψέματα, το φαγητό είναι (και) οπτικό θέμα.
Δεν αρκεί κάτι να είναι απλά γευστικό.
Για τους περισσότερους πρέπει η εικόνα του να συμβαδίζει και με τη νοστιμιά του.
Τώρα θα πει κανείς ότι υπάρχουν άπειρα φαγητά που στην εμφάνιση δεν είναι ακριβώς δελεαστικά, αλλά είναι υπέροχα.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτής της περίπτωσης εξάλλου είναι τα σαλιγκάρια.
Κανενός δεν τρέχουν τα σάλια όταν τα βλέπει να… τους τρέχουν τα σάλια, αλλά οι φανατικοί οπαδοί τους ορκίζονται ότι είναι μούρλια.
Αν όμως το οπτικό σκέλος ισχύει μια φορά για τους μεγάλους, παίζει ακόμα μεγαλύτερο ρόλο (ίσως και τον πρωτεύοντα) στα παιδιά.
Δεν υπάρχει περίπτωση πιτσιρίκι να φάει κάτι (ακόμα και το πιο πεντανόστιμο φαγητό) αν δεν… ψήνεται από την εικόνα του.
Χαρακτηριστική εξάλλου αυτών των δισταγμών ήταν η ιστορική ερώτηση «μαμά, μου αρέσει αυτό;»
Σε αυτό το πλαίσιο τα ψάρια ήταν πάντοτε ένα δύσκολο task για τους γονείς:
Το πώς θα πείσουν τα παιδιά να βάλουν και αυτή τη φοβερά θρεπτική τροφή στο μενού τους.
Γιατί ναι, μεγαλώνοντας όλοι ανακαλύψαμε πόσο νόστιμα είναι και πόσο ιδιαίτερη είναι η γεύση τους.
Όταν ήμασταν όμως πιτσιρίκια η εικόνα και η μυρωδιά τους δεν μας ενθουσίαζαν ακριβώς στην προοπτική να τα βάλουμε στο στόμα μας.
Και το κυριότερο:
Μας γέμιζε τρόμο η σκέψη μήπως πετύχουμε κόκαλο.
Υπήρχε όμως (και υπάρχει ακόμα) μια εναλλακτική επιλογή, που έδινε λύση στο «πρόβλημα».
Ένα… τρικ των γονιών για να έχουμε έστω με κάποιον τρόπο το ψάρι στη διατροφή μας.
Μιλάμε εξάλλου για την εποχή που τα ημίμετρα στο φαΐ συνηθίζονταν:
Ήταν τα χρόνια που οι γιαγιάδες λάνσαραν ως γλυκό τη φέτα ψωμί με βούτυρο και ζάχαρη ή το χτυπητό αυγό με ζάχαρη, γνωστό και ως «κροκ».
Όσον αφορά όμως στο ψάρι, η σολομώντειος λύση, ο απόλυτος… συμβιβασμός μαμάς και παιδιών ήταν τα fish sticks του Captain Iglo.
Περιποιημένες, συμμετρικά κομμένες και πλασαρισμένες από τον συμπαθέστατο καπετάνιο με το κατάλευκο μούσι, οι κροκέτες ψαριού έμοιαζαν με ράβδους χρυσού.
Η κρατσανιστή τους πανοπλία (μετά από ένα καλό τηγάνισμα που βοηθά τα πάντα να γίνουν νοστιμότερα) τα έκανε να μοιάζουν λαχταριστά.
Το τρυφερό φιλέτο μπακαλιάρου από μέσα σε έκανε να μη βρίσκεις διαφορά από το κρέας (που δεδομένα σου άρεσε).
Τα αντιμετώπιζες σαν finger food από μπουφέ, που πάντοτε είναι δελεαστικότερο και όχι ως… καταναγκαστικό έργο (όπως έμοιαζε στο μυαλό το να φας κανονικό ψάρι).
Και φυσικά δεν υπήρχε κανένας απολύτως φόβος ότι θα πεταχτεί κοκαλάκι και μπορεί να σου κάτσει στον λαιμό!
Κάπως έτσι όλοι έμεναν ικανοποιημένοι:
Η μάνα κατάφερνε (και μάλιστα με μια γρήγορη λύση που συχνά επιστρατευόταν και στη νηστεία) να σε βάλει να φας ψάρι.
Και ολοκληρώνοντας την κομπίνα με συνοδεία από τις διαχρονικά λατρεμένες τηγανητές πατάτες, σε έκανε να… απολαμβάνεις το ότι ξεγελιόσουν!