«Πού λες να πάμε για ποτό; Πάμε στο Che;». «Καλά, φίλε θα σε πάω στο Che για ποτό, θα ενθουσιαστείς». Κάπως έτσι πάει ένας διάλογος μεταξύ φίλων όταν καλούνται να κανονίσουν ποτό ή καφέ. Ακόμα κι εκείνοι οι παλιοί συμμαθητές που βρίσκονται τυχαία στον δρόμο και επιλέγουν να πουν τα νέα τους. Κλείνουν την κουβέντα με το κλασσικό «μη χαθούμε ρε, να ανταλλάξουμε τηλέφωνα, να πάμε για ποτό» και για χάρη του Che όντως επικοινωνούν. Όντως πηγαίνουν για ποτό. Ποιοι είναι όμως οι λόγοι γι΄αυτό το παραλήρημα που έχει συμβεί με το συγκεκριμένο μαγαζί;
Πρώτα και κύρια, αν ρωτήσεις έναν άνθρωπο που μένει κοντά στο Πασαλιμάνι και στο κέντρο του Πειραιά εν γένει, θα σου πει ότι σε επίπεδο νυχτερινής ζωής ο Πειραιάς φθίνει σε επίπεδο αισθητικής. Υπάρχουν πολλές επιλογές, αλλά χωρίς συγκεκριμένο ύφος, χωρίς ένα στίγμα. Τουρλουμπούκι κι άγιος ο Θεός. Το Che Coccina y Barra Sudamericana δίνει μια άλλη οπτική στην περιοχή της Τρούμπας. Γίνεται ένα αντίβαρο. Ακόμα και αυτό το υπεραπλουστευμένο και φαινομενικά ασήμαντο της σοσιαλμιντιακής συστράτευσης σε κάθε check in ή φωτογραφία από το μαγαζί, λέει πολλά.
Δεύτερο και εξίσου σημαντικό. Πρόκειται για ένα μαγαζί που προσφέρει στον πελάτη του μια εμπειρία, ένα σύνολο πραγμάτων απόλυτα γοητευτικών. Ιδίως για τούτη την εποχή. Είναι ένα αστραπιαίο ταξίδι σε μια ασιέντα.
Βγάλε έξω την κλισεδιά με την τεράστια Φρίντα Κάλο που δεσπόζει στον τοίχο. Η διαρρύθμιση του χώρου, η διακόσμηση δημιουργούν εκείνη την άλλη αίσθηση που αναζητάς. Τα δέντρα, η φωτισμένη μπάρα τη νύχτα, το σομόν χρώμα στους τοίχους, το ίδιο το κτήριο – εκεί που ήταν παλιότερα το Beer Academy – που θυμίζει εσωτερικές πλατείες της παλιάς Αθήνας. Όποια στιγμή της ημέρας κι αν βρεθείς εκεί, θα πάρεις όλα αυτά τα ιδιαίτερα vibes. Προφανώς και δεν είναι το μοναδικό μαγαζί στην Αθήνα που έχει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Είναι όμως το μέρος που κάθε Πειραιώτης, του κέντρου ή των γύρω περιοχών, χαίρεται που το έχει κοντά στα μέρη του.
Τρίτο επιχείρημα και ταυτόχρονα αντεπιχείρημα είναι τα cocktails του. Ο κατάλογος έχει μια πολύ καλή λίστα. Με βάση το ρούμι, με βάση βότκα, με βάση ουίσκι. Το Night of The Living Dead για παράδειγμα, που περιλαμβάνει ένα μείγμα παλαιωμένων ρουμιών είναι ένα cocktail που το ευχαριστιέσαι πέρα ως πέρα. Το Georgie Porgy’s Punch επίσης. Και στα σκέτα ποτά έχει μια πολύ ευρεία λίστα. Το σερβίρισμα είναι επίσης πολύ σημαντικό στην όλη διαδικασία. Οι αζτεκολμέκικου ρυθμού κούπες που μπαίνουν τα cocktails είναι η μικρή λεπτομέρεια που κάνει την διαφορά. Αν κάτι κάθεται λίγο δύσκολα είναι οι τιμές σε κάποια cocktails. Μπορείς να βρεις με 9, μπορείς να βρεις και με 11. Ανάλογα με την τσέπη σου τα λες ακριβά ή οκ. Προσωπικά θεωρώ ότι τα αξίζουν τα λεφτά τους αν βάλεις στη ζυγαριά τη σύνολη εμπειρία.
Το μενού του έχει μερικά πιάτα παραδοσιακής λατινοαμερικάνικης κουζίνας, αλλά και σύγχρονους συνδυασμούς. Το χοιρινό κότσι με νιόκι γλυκοπατάτας ή η πικάνια του είναι άκρως ενδεικτικά και πολύ άρτια σε επιλογή υλικών-εκτέλεση-παρουσίαση.
Το κακό με τόσο ωραία μαγαζιά όσο το Che Coccina, είναι ότι το word of mouth παίρνει μεγάλες διαστάσεις σε χρόνο dt. Όλοι θέλουν να το δουν, όλοι θέλουν να το κάνουν στέκι τους. Κι από τη στιγμή που ο Πειραιάς είναι μια μεγάλη περιοχή, αν δεν είσαι ντόπιος είσαι χαμένος από χέρι. Με την έννοια ότι μπορεί να σου πάρει ώρα μέχρι να βρεις χώρο να κάτσεις. Είτε στα τραπέζια είτε στο μπαρ.
Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για ένα μαγαζί που έχει μια σαφή αισθητική, δεν κάνει καμία έκπτωση σε αυτό και τείνει να γίνει ένα trademark. Το σημείο αναφοράς του αθηναϊκού επινείου!
Δες περισσότερα στο Fb Page του: facebook.com/Che-Cocina-y-Barra-Sudamericana