Οι 5 λιχουδιές-ντροπή του φούρνου που δεν τρώγονται όσο και αν πεινάς!

Μοστράρονται δίπλα στις πραγματικές λιχουδιές. Προσπαθούν να κλέψουν λίγη από τη λάμψη (ή μάλλον τη μυρωδιά) τους. Μη μασήσεις -κυριολεκτικά…

Το φαΐ είναι θέμα υποκειμενικό. Αυτό που αρέσει σ’ εμένα μπορεί να μην αρέσει σ’ εσένα και το ανάποδο.

Εξάλλου, το λέει και το ρητό: Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.

Μισό λεπτό όμως ρε φίλε. Κολοκυθόπιτα; Αλήθεια τώρα;

Εσύ που επινόησες αυτή την έκφραση (και στο λέω επειδή είμαι σίγουρος ότι με διαβάζεις) από όόόόόόόλα τα φαγιά την κολοκυθόπιτα διάλεξες;

Αφού λοιπόν ακόμα και το ρητό που (υποτίθεται πως) κηρύττει το δικαίωμα της εκάστοτε καταπιόνας στην… ανεξαρτησία προκαλεί, θα προκαλέσω κι εγώ.

Και θα αγγίξω ένα ευαίσθητο κοινωνικά θέμα: Τις λιχουδιές-απάτη που κυκλοφορούν στους φούρνους!

Καταρχάς να ξεκαθαρίσουμε κάτι: Ο φούρνος της γειτονιάς είναι ιερό πράγμα. Και δεν είναι υπερβολή.

Σκέψου την κατάνυξη με την οποία μπαίνεις το πρωί, όταν η μύτη σου έχει ΗΔΗ σπάσει πριν στρίψεις τη γωνία.

Την εξομολόγηση στον φούρναρη ότι θέλεις εκείνο το κρουασάν σοκολάτα που έχει σκάσει από τη γέμιση και σου έχει κλείσει το μάτι από τη στιγμή που μπήκες.

Την προσμονή να κοινωνήσεις με μια λαχταριστή ζαμπονοτυρόπιτα (εννοείται σε συνδυασμό με μίλκο).

Δίπλα όμως σε αυτά τα αριστουργήματα, σε αυτές τις μικρές σφολιατοειδείς θεότητες, παραμονεύουν και οι «παγίδες». Τα ημίμετρα.

Αυτές οι μετριότητες που σίγουρα θα έχουν κάποιους οπαδούς, σίγουρα θα βρεθεί κάποιος που θα τα υπερασπιστεί λέγοντας «ποιος είσαι εσύ ρε καραγκιόζη που θα μιλήσεις για το σταφιδόψωμο», αλλά μέσα μας όλοι το ξέρουμε:

Είναι μετριότητες.

Κι αν δεν υπήρχαν άλλοι λόγοι στη μέση (δίαιτες, υγεία, νηστεία) ελάχιστοι θα τα προτιμούσαν από τους υπόλοιπους «πειρασμούς» της βιτρίνας.

Έχουμε και λέμε λοιπόν:

-Πεϊνιρλί. Θα μπορούσα να γράφω ώρες γι’ αυτό το μασκαραλίκι, αλλά αποκλείεται να περιέγραφα καλύτερα το πόσο «απατεώνας» είναι απ’ όσο το έχει κάνει ήδη ο Βαγγέλης Χαντζής. Γιατί το «έγκλημά» του δεν είναι τόσο γευστικό. Ακόμα κι αν χρειάζεται να φας πρώτα μισό κιλό ψωμί, κάποια στιγμή θα φτάσεις στη γέμιση. Το θέμα είναι ότι μπορεί να σε φτιάξει οπτικά. Να σε διεγείρει. Να σε πείσει ότι θα γλείφεις τα δάχτυλά σου. Και εντέλει να σε αφήσει με την ίδια αίσθηση προδοσίας του να πανηγυρίζεις γκολάρα της ομάδας σου και τελικά να μη μετράει.

-Κρουασάν βουτύρου. Δεν είναι άσχημο. Αν σου το σέρβιραν κάπου μαζί με τον καφέ σου, θα το ‘τρωγες. Αν σου το προσέφερε κάποιος ως κέρασμα, δεν θα ‘λεγες όχι. Κοίτα όμως τι γίνεται. Όλα τα κολακευτικά λόγια που επιχείρησα να πω είχαν μέσα τη λέξη «ΔΕΝ». Για να μείνω πιστός λοιπόν στη διατύπωση, ΔΕΝ παίρνεις κρουασάν βουτύρου, όταν δίπλα έχει κρουασάν σοκολάτα. ΔΕΝ παίρνεις κρουασάν βουτύρου, αν δεν θεωρείς (λανθασμένα) ότι έχει λιγότερες θερμίδες. ΔΕΝ παίρνεις κρουασάν βουτύρου, αν θες πραγματικά να ξεπεινάσεις και όχι να κοροϊδέψεις το στομάχι σου.

-Λουκανικόπιτα. Καταλαβαίνω ότι μπορεί να θιχτούν πολλοί. Ψυχραιμία! Κι εμένα μου αρέσει το λουκάνικο (δεν είναι τόσο kinky όσο διαβάζεται). Με πιροσκί, για παράδειγμα, θα μπορούσα να αυτοκτονήσω. Όμως αυτό που πλασάρεται από την πλειοψηφία των φούρνων είναι κάτι άλλο. Ένα αφράτο τσουτσούνι ζύμης που «ω, τι έκπληξη», συναντάς κάποια στιγμή κι ένα λουκάνικο μέσα (τις περισσότερες φορές του σούπερ μάρκετ). Κι όλα αυτά συνήθως με μια εκνευριστικής ουδετερότητας κόκκινη σάλτσα. Τόσο μέτριο, που η τιμωρία του είναι να υπάρχει ακόμα κόσμος που το ζητάει ως «λουκανόπιτα»…

-Κουλούρι/κριτσίνι/βούτημα με καρότο. Αυτή είναι καινούργια μόδα πάλι. Των τελευταίων χρόνων τελοσπάντων. Μια ανεξήγητη μανία να δημιουργηθούν άφθονα προϊόντα βασισμένα στο καρότο. Λες και πρόεδρος των Ελλήνων αρτοποιών ανέλαβε ο Μπαγκς Μπάνι! Λες και πρόκειται για ένα υλικό τόσο καταπληκτικό που είναι κρίμα να μη φτιάξουμε αρκετά παράγωγα. Λες και μιλάμε για το… μπέικον ξέρω ‘γω!  Ε, λοιπόν, όχι! Άμα θέλω να φάω καρότο, θα πάω στον μανάβη, όχι  στον φούρναρη. Κι αν θέλω να τιμωρήσω κάποιον, έχω βρει (πλέον) τι πρόκειται να τον κεράσω την επόμενη φορά που θα έρθει στο σπίτι.

-Πατατόπιτα. Ο συνδυασμός πατάτας με ψωμί (ή ζύμη τελοσπάντων) πρέπει να είναι από τους πιο αταίριαστους που υπάρχουν. Και λογικό. Με βασικό συστατικό αμφότερων το άμυλο, είναι σαν ξαδέρφια. Θα πήγαινες ποτέ με την ξαδέρφη σου; Άσ’ το καλύτερα, μην πεις, φοβάμαι την απάντηση. Δεν φοβάμαι όμως να αντιμετωπίσω τον έναν (άντε δυο) υποστηρικτή της πατατόπιτας που μπορεί να εμφανιστεί. Και να τον ρωτήσω στα ίσια: ΕΠΙΛΕΓΕΙΣ αυτή την ανούσια ντροπή και όταν δεν νηστεύεις; ΠΡΟΤΙΜΑΣ αυτή τη σφολιατοειδή… τσίχλα και όταν δεν έχουν τελειώσει όλα τα υπόλοιπα; ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ, με ανώμαλους δεν μιλάω!