Άραγε θα μας πιστέψει κανείς;
Το κοινό αδημονεί. Το καταλαβαίνεις από τους ψιθύρους που έχουν σκεπάσει την αίθουσα σαν θορυβώδη μυρμήγκια που επιτίθενται σε σιωπηλό κάστρο με στόχο να το καταλάβουν. Ο πρωταγωνιστής έχει αργήσει να εμφανιστεί κι αυτό μεγαλώνει τη νευρικότητα, φτάνοντάς την σε οριακό σημείο. Είναι εμφανές πως τα πάντα κρέμονται από μια θνησιμαία κλωστή που κρατιέται με νύχια και με δόντια για να μην αποδημήσει εις κλωστοϋφαντουργικόν Κύριον.
Περνάνε ακόμα πέντε λεπτά.
Τίποτα.
Κάποιος θεατής δεν αντέχει άλλο και ξεσπά: «Τα λεφτά μας πίσω!», εκρήγνυται και ορισμένοι αρχίζουν να τον χειροκροτούν. Έπειτα ένας άλλος θυμίζει πως η είσοδος ήταν ελεύθερη και, αναγκαστικά, ηρεμούν και πάλι.
Αναμονή.
Στα καμαρίνια ο νεαρός με το άφρο μαλλί συνεχίζει να κοιτάζει το είδωλό του στον καθρέφτη. Δεν μπορεί να του ξεφύγει κι έτσι μένει πετρωμένος στη θέση του. Άλλωστε, διάολε, είναι ο ίδιος του ο εαυτός.

Κι όμως, μόλις λίγες ώρες νωρίτερα τα πάντα έμοιαζαν εύκολα: όταν είχε κολυμπήσει στ’ αναζωογονητικά νερά του υπερμεγέθους ενυδρείου των ονείρων του, όλα έβγαζαν νόημα. Μόνο που τις νύχτες τα όνειρα σε τραβούν στη θελκτική αγκαλιά τους. Το πρωί συνήθως η πραγματικότητα μπήγει τις αποτρόπαιες οπλές της στο ευάλωτο μυαλό σου και διαλύει εκείνη τη γλυκιά αίσθηση. Και τώρα, δυστυχώς, είναι πρωί.
Τι σκεφτόταν, αλήθεια, όταν δήλωνε συμμετοχή σ’ αυτό το φεστιβάλ μαγείας;
Έρβιν.
Ήταν το είδωλο στον καθρέφτη.

Πρέπει να βγεις. Πες τα μου μία έσχατη φορά κι έπειτα μάζεψε το κουράγιο σου και ανέβα στη σκηνή.
Εντάξει, γαμώτο, εντάξει. Άκου: ξέρουμε πως ο Χρόνος είναι αέναος, άτρωτος, και στο τέλος μας παίρνει τα πάντα- σωστά; Ε λοιπόν, ενίοτε ακόμη κι αυτός ο υπερόπτης φαφλατάς σβήνει και χάνεται. Τότε το μόνο που μένει είναι οι ιστορίες που θ’ αφήσουμε πίσω μας.
Επαναδιατυπώνω: οι καλές ιστορίες. Γι’ αυτό, να…
Πες μου, Έρβιν.

Γι’ αυτό σκέφτηκα πως θέλω η δική μου να είναι ξεχωριστή. Κι όταν λέω «ξεχωριστή» δεν εννοώ απλά καλύτερη από του λογιστή γείτονά μου που δουλεύει στην ίδια εταιρία από την περίοδο της Εικονομαχίας μέχρι σήμερα, αλλά χολιγουντιανή. Ένα παραμύθι σε συνέχειες που θα δέχεται ενέσεις πραγματικότητας εδώ κι εκεί για να μένουν τ’ άυλα πόδια του στο έδαφος.
Αλλά εγώ θέλω να τρυπήσω τον ουρανό. Έστω κι αν η απαρχή μου θα είναι ειδεχθείς εικόνες πάνω σ’ αποκρουστικά στιγμιότυπα που στοιβάζονται σ’ έναν σωρό από φρικιαστικές λήψεις. Θα ήθελα να μιλήσω για τους προγόνους μου που υπήρξαν σκλάβοι και το πώς κατάφεραν να φυλακίσουν στα χέρια τους μια σειρά από θαύματα που τους οδήγησαν στον άθλο της επιβίωσης.
Να πούμε, έπειτα, για τον πατέρα και τη μητέρα μου τους οποίους υπεραγαπώ και μου έδειξαν τον δρόμο.

Στη συνέχεια ν’ ανοίξω τα φτερά μου, να γίνω σούπερ σταρ στο λύκειό μου κατακτώντας έναν πολιτειακό τίτλο. Να μεταπηδήσω στο κολέγιο και να πάρω μια ομάδα που οι γιατροί του Μίσιγκαν πρότειναν στους ασθενείς με χρόνιο πρόβλημα αϋπνίας να πάνε να δουν τα παιχνίδια της για να κοιμηθούν σαν πουλάκια, και να την μετατρέψω σε πρωταγωνίστρια. Να κάνω το μεγάλο βήμα για τον επαγγελματικό αθλητισμό και να σαρώσω και στο ανώτατο επίπεδο, έχοντας στο πλευρό μου μια σειρά από ετερόφωτους σταρ, οι οποίοι θα έλκουν το φως τους από εμένα.
Έρβιν, αυτό που περιγράφεις είναι παραμύθι. Δε μοιάζει απλά.
Όχι, μη βιάζεσαι. Άκου: στο απόγειο της δόξας μου, όταν η εσαεί παραμονή στον προσωπικό μου Κολοφώνα θα μοιάζει δεδομένη, θα βγω και θ’ ανακοινώσω σε ζωντανή μετάδοση πως πεθαίνω. Οι πάντες θα με κοιτούν απορημένοι, διερωτώμενοι πώς στο καλό έπαθα εγώ, ένα άτρωτο ίνδαλμα, ό,τι έπαθα.

Θα σταματήσω αυτοστιγμεί την καριέρα μου. Θα βουλιάξω στο άγχος, την αγωνία και την ανασφάλεια. Όλοι θα νομίσουν πως στην επόμενη στροφή με περιμένει το απόλυτο μαύρο που θα ρίξει οριστικά την αυλαία. «Τι κρίμα», θα λένε χωρίς να κουνούν τα χείλη τους, «και ήταν τόσο νέος».
Αλλά εγώ ξέρεις τι θα κάνω; Θα χαμογελάω σε όλη τη διάρκεια του αλλοπρόσαλλου ταξιδιού. Με το πιο ζεστό, ειλικρινές κι εκτυφλωτικό χαμόγελο που έχετε δει, εκείνο που θα ζεσταίνει την ψυχή της οικουμένης. Θα είναι το πιο διάσημο χαμόγελο του κόσμου.
Πάνω κι από της Μόνα Λίζα;
Χαμόγελο είπα. Γέλιο, έντονο, με πάθος. Αυτή είναι λες και δοκίμασε για πρώτη φορά λαχανάκια Βρυξελλών.
Ωραία, κι ας πούμε ότι όλ’ αυτά γίνονται. Τι μορφή θα έχει η ιστορία σου;
Θα ήθελα να το κάνουμε όπως παλιά, στην εποχή μου: λέξεις πάνω σε χαρτί, υπέροχη μυρωδιά, ένα ευωδιαστό βιβλίο. Και θα ήθελα να είναι ένα καλογραμμένο βιβλίο. Μουσική για τ’ αδηφάγα μάτια. Όχι κάτι που το διαβάζεις και το ξεχνάς την ίδια μέρα, αλλά κάτι που θα βρει μία μικρή πορτούλα στις αναμνήσεις κάθε αναγνώστη, θα την ανοίξει και θα φωλιάσει εκεί για μία διευρυμένη αιωνιότητα.

Άλλωστε έχω διαβάσει κι εγώ δύο καλές βιογραφίες πρωταθλητών. Θα ήθελα και το δικό μου στόρι να είναι αντιστοίχου επιπέδου.
Γίνε λίγο πιο σαφής.
Να μπει στο προσωπικό μου τοπ-3, ας πούμε. Πιστεύεις ότι θα μπορούσε να το αναλάβει ο Μεγάλος; Ο Ρόλαντ Λέιζενμπι;
Έρβιν, είπαμε να ονειρεύεσαι. Εσύ κάνεις τον Χανς Κρίστιαν Άντερσεν να μοιάζει με τον πιο προσγειωμένο και πεζό άνθρωπο στα χρονικά.
Κι εγώ σου λέω πως θα τα καταφέρω. Όποτε σφαλίζω τα βλέφαρά μου οι παραστάσεις είναι εκεί, τόσο έντονες που αισθάνομαι πως μπορώ να τις αγγίξω. Πρέπει να βρω, μονάχα, τη δύναμη να ξεκινήσω. Το ξέρω πως μετά όλα θα οδηγήσουν στην ατραπό το μεγαλείου και θα περπατήσω, μαζί με τους αναγνώστες, έως το τέλος του μονοπατιού.
Μου ακούγεται τραβηγμένο, αλλά γύρνα σελίδα.
Στη ζωή μου;
Όχι, κυριολεκτικά γύρνα σελίδα στο βιβλίο που κρατάς στα χέρια σου και θα δεις.
Τι;
Κάτι μαγικό.
Να πάρει!
Ο κόσμος αρχίζει να φωνάζει τ’ όνομά του ρυθμικά. Οι ψίθυροι έχουν γίνει κραυγές αλλόφρονος ενθουσιασμού. Πλέον κανείς δεν μπορεί να περιμένει: η ιστορία του, αυτό το πασπαλισμένο με χρυσόσκονη πολύπλευρο θαύμα, πρέπει να ειπωθεί.

Όμως έχετε έρθει στο φεστιβάλ μαγείας, σωστά; Όλα είναι ιδωμένα υπό ένα πορτοκαλί καλειδοσκόπιο.
Χειροκροτήματα. Συνθήματα. Το όνομά του. Ξανά. Και ξανά. Και ξανά.
Ο καθρέφτης στην ακροτελεύτια προσπάθειά του ψελλίζει:
Έρβιν…
Η αυλαία σηκώνεται. Ο νεαρός από το Λάνσινγκ κοιτάζει γύρω του: βλέπει ένα ραβδί, μία κάπα, ένα μυτερό καπέλο. Δεν μπορεί να βγει «γυμνός» στην σκηνή και να γεννήσει από το τίποτα μαγεία. Χρειάζεται κάτι. Και τότε, το βρίσκει.
…άραγε θα μας πιστέψει κανείς;
Ο Έρβιν σκύβει και την παίρνει στα χέρια του.
Είναι μια μπάλα μπάσκετ.
Θέλετε να μάθετε ένα μυστικό; Η μαγεία κρύβεται μέσα μας. Ή, ενδεχομένως, στον ήχο που κάνει η μπάλα όταν σκάει στο παρκέ.
Σσσς, κλείστε τα μάτια και ακούστε.
Ακούστε και πιστέψτε με όλη σας την καρδιά.
