Οι άνθρωποι έχουν την τάση να γυρίζουν το βλέμμα πίσω τους. Δεν έμαθαν τίποτα από την ιστορία του Λωτ και της συζύγου του Εντίθ. Αν τα μάτια γυρίσουν πίσω τότε θα γίνεις στάχτη. Υπάρχει για όλους μας ένα μήνυμα απ΄αυτή την παραβολή. Θρήσκους και άθρησκους. Το παρελθόν κονιορτοποιεί την ψυχή και το μυαλό. Ιδίως αν το παρόν δεν μας ικανοποιεί και το μέλλον μοιάζει αδιάφορο ως και αβάσταχτο για να φτάσουμε ως εκεί. Κι αυτή η σκληρή αλήθεια είναι κάτι που βασανίζει τη Ντόρτε Νορς στο βιβλίο της Άλλαξε Ταχύτητα, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.
Εκεί όπου προβάλλει τον εαυτό της στην ηρωίδα της τη Σόνια. Η Σόνια ζει στην Κοπεγχάγη, αλλά δεν είναι αυτός ο τόπος της. Ο τόπος της είναι η Γιουτλάνδη. Το μέρος που φιλοδώρησε και μπούκωσε τις αναμνήσεις της. Είναι ο κάτοχος τους και καμία μεγάλη πρωτεύουσα δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό. Η Σόνια κρυβόταν στα χωράφια σίκαλης, έπαιζε με την αδερφή της, σκαρώναν πράγματα, ήταν ανεύθυνες με την έννοια ότι δεν είχαν τίποτα να νοιαστούν παρά το γέλιο και το παιχνίδι. Να ταΐσουν την παιδική τους ενοχή.
Όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Όχι μόνο για το προφανές, ότι δηλαδή η Σόνια μεγάλωσε, ο χρόνος προχώρησε, όπως προχωράει για όλους άλλωστε. Αλλά γιατί η Σόνια απέχει πόρρω από οποιαδήποτε πηγή τέτοιας τροφοδότησης. Ακόμα και η ενήλικη ψυχή της μένει ατάιστη. Είναι μόνη, μεταφράζει αστυνομικά μυθιστορήματα, παλεύει να πάρει το δίπλωμα οδήγησης, είναι παθητική.
Κάθε στιγμή στη ζωή της που την δυσκολεύει, οι αναμνήσεις της αρπάζουν τα γκέμια και βαδίζουν προς το παρελθόν. Προς τη Γιουτλάνδη και όλα όσα σημαίνει για εκείνη αυτός ο τόπος. Όταν της φωνάζει η Γίτε, η δασκάλα οδήγησης, και δεν την αφήνει να αλλάξει ταχύτητα, όταν η μασέζ της της κάνει άβολες ερωτήσεις, όταν τηλεφωνεί στην αδερφή της Κέιτ και ποτέ δεν της το σηκώνει. Και κάθε φορά που κάνει αυτή την αναπόληση συνειδητοποιεί το επώδυνο. Η κατεύθυνση της όλα αυτά τα χρόνια δεν ήταν παρά μια αποτυχία.
«Το βλέπεις συνέχεια πόσο συχνά τα πράγματα δεν πάνε καλά. Από τη μια στιγμή στην άλλη, οι άνθρωποι σακατεύονται, σπάνε, πεθαίνουν, τα πράγματα δεν τους πάνε καλά, ή πάνε καλά για λίγο αλλά μετά πάνε κατά διαόλου. Υποτίθεται ότι δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό, ε; Τα πράγματα να πηγαίνουν κατά διαόλου; Ή τίποτα απ΄ όλα όσα ονειρευόσουν να μη βγει αληθινό.
Οι ήπειροι που ήθελες να εξερευνήσεις αποδείχτηκαν αφαιμαγμένες από πόρους, έρημες και ξεγυμνωμένες. Μαρασμός, ίσαμε κει που φτάνει το μάτι σου, κι έπειτα ξέρεις πάρα πολύ καλά ότι πρέπει να επιστρέψεις εκεί απ΄όπου ήρθες. Ότι είσαι αναγκασμένη να αλλάξεις ρότα και να μαζέψεις τα κομμάτια σου, αλλά πως να πείσεις τον εαυτό σου ότι ήταν καλύτερα τα πράγματα σ΄αυτά που άφησες πίσω; Το μέρος απ΄όπου κατάγεσαι δεν υπάρχει πια, κι εγώ έχω χάσει το δικαίωμα να σχεδιάζω το μέλλον μου, έτσι νομίζω.»
Στο συγκεκριμένο απόσπασμα βρίσκεται όλος ο πόνος και η αψύτητα της αλήθειας στο Άλλαξε Ταχύτητα. Στο πώς θα μπορέσει ο καθένας από μας να αποφασίσει ότι το βλέμμα προς τα πίσω δείχνει τα καλύτερα της ζωής μας και αυτό προς τα μπρος τα ζόρικα, τα αφόρητα.
Μέσα από το Άλλαξε Ταχύτητα ίσως συνειδητοποιήσεις και κάτι άλλο. Ότι ρέπεις αυθόρμητα προς τον ψυχικό οδυρμό. Ότι με κάποιον παράλογο τρόπο, αυξάνεται η συναισθηματική σου λίμπιντο καθώς νιώθεις τη ματαιότητα του μέλλοντος. Γιατί κι αυτό σύντομα θα γίνει παρελθόν. Δεν φτιαχτήκαμε για να τα πάμε καλά με το πέρασμα του Χρόνου. Είναι η αδυναμία μας και αυτό που μας προκαλεί τις μεγάλες πτυχώσεις της ψυχής μας.
Εκδόσεις Μεταίχμιο, Μετάφραση: Λύο Καλοβυρνάς