Μπριτ-Μαρί

Η Μπριτ-Μαρί Ήταν Εδώ και ο Φρέντρικ Μπάκμαν θα είναι για πάντα εδώ

Ο σπουδαιότερος Σκανδιναβός συγγραφέας αυτή τη στιγμή.

Έχω την αίσθηση πως αν κοιτάξετε όλοι μέσα σας θα δυσκολευτείτε πολύ να βρείτε τον παιδικό σας εαυτό. Θα πρέπει να κάνετε μεγάλη ανασκαφή για να το πετύχετε. Ίσως και να προτρέχω. Μπορώ να μιλήσω με σιγουριά για μένα. Και αυτό ισχύει. Ευτυχώς όμως εμφανίζονται στη ζωή μας πράγματα που με τον τρόπο τους ξυπνάνε το παιδί μέσα μας. Δεν το φέρνουν απαραίτητα πολύ μπροστά. Αλλά το κάνουν πιο προσιτό, πιο εύκολα προσπελάσιμο στις αναμνήσεις μας. Τον τελευταίο χρόνο το δικό μου ξυπνητήρι είναι ο Φρέντρικ Μπάκμαν. Ένας θησαυρός της λογοτεχνίας που με τη γραφή του μας υπενθυμίζει αυτά που φιμώσαμε. Το βιβλίο του Η Μπριτ-Μαρί Ήταν Εδώ περιγράφει αυτό ακριβώς.

Είναι το πιο πρόσφατο που εκδόθηκε από τις Εκδόσεις Κέδρος που έχουν αναλάβει τα βιβλία του στην Ελλάδα και μιλάει για τις δεύτερες ευκαιρίες, για το ξύπνημα μιας βασικής ανθρώπινης ανάγκης. Της ευχαρίστησης. Όχι της ευτυχίας. Της ευχαρίστησης. Γιατί η ευχαρίστηση περιέχεται και στη λύπη, ενυπάρχει και στον πόνο. Όχι με την σαδομαζοχιστική έννοια. Με την έννοια ότι κάθε συναίσθημα σε κάνει να νιώθεις ενεργά ζωντανός.

Ο Φρέντρικ Μπάκμαν έχει μια μανιέρα στους χαρακτήρες που πλάθει. Τους κάνει περίεργους, γεροπαράξενους κι ας μην είναι γέροι, ιδιαίτερους. Τόσο ιδιαίτεροι που στους άλλους φαίνονται αφύσικα ξένοι. Έτσι είναι ο Ούβε, έτσι είναι η γιαγιά και η εγγονή στο Η Γιαγιά Μου Σας Χαιρετά και Ζητάει Συγγνώμη. Έτσι είναι και η Μπριτ-Μαρί.

Η ιστορία της ξεκινάει από τη στιγμή που παρατάει τον άντρα της Κεντ γιατί την απάτησε. Δεν τον παρατάει όμως θυμωμένη. Τον αναφέρει συνεχώς, έχει τον λόγο του σαν ευαγγέλιο. Η Μπριτ-Μαρί μεγάλωσε και έζησε στη σκιά των επιθυμιών του. Ό,τι ήθελε εκείνος μετατρεπόταν και σε δική της ανάγκη. Ήταν επιφορτισμένη να τον καλύπτει, να φροντίζει ένα σπιτικό, να μεγαλώνει τα παιδιά του. Τώρα που αυτά δεν υπάρχουν πρέπει να αλλάξει τη ζωή της. Είναι σαν να βγαίνει ξανά από το καβούκι της.

Στην αναζήτηση της για δουλειά καταλήγει στο Μποργ. Ένα χωριό που το μοναδικό θετικό χαρακτηριστικό που έχει είναι ότι βρίσκεται κοντά σε έναν αυτοκινητόδρομο. Α, και το ότι μπορείς να δεις με την πρώτη τι δεν λειτουργεί εδώ. Η Κοινωνική Υπηρεσία την έστειλε εκεί για 3 βδομάδες. Ήταν η μόνη δουλειά που μπορούσε να της βρει, δεδομένου ότι η Μπριτ-Μαρί είναι 63 και δεν έχει δουλέψει ποτέ ξανά. Συν ότι δεν έχει κάποιο πτυχίο.

Το Μποργ είναι ένα μέρος φανταστικό. Ξεχασμένο από την ίδια τη ζωή. Όλοι του οι κάτοικοι θέλουν να φύγουν. Βλέπεις τόσα πολλά Πωλείται εδώ που νομίζεις ότι το μέρος θα απορροφηθεί από τη γη μόλις φύγει και ο τελευταίος κάτοικος. Τα μαγαζιά στο Μποργ είναι 3 σε 1 ή και 4 σε ένα. Παρέχουν πολλές υπηρεσίες, γιατί δεν υπάρχουν άτομα για να καλύψουν θέσεις. Τα προϊόντα υγιεινής για παράδειγμα τα φέρνει στη ζούλα ο Ομάρ, ένας πιτσιρικάς. Τα κλέβει και τα πουλάει.

Η Μπριτ-Μαρί βγαίνει από την λεγόμενη comfort zone της. Αντικρύζει πράγματα που ξεφεύγουν από την τυπικότητα της. Αρχίζει να αποκτά κοινωνική ενσυναίσθηση. Μέχρι τότε έλεγε στους ανθρώπους ότι αυτό που φοράνε είναι τολμηρή επιλογή δεδομένου ότι έχουν μεγάλο κούτελο ή μεγάλη μύτη. Ή γινόταν δηκτική και ειρωνική κι ας προσπαθούσε να μην είναι γιατί την είχε ενοχλήσει που μια φορά την είχαν πει έτσι. Κι από τότε μιλούσε με μη δηκτικό τρόπο. Παρόλα αυτά δεν κατάφερνε ποτέ να μην τη θεωρούν τέτοια.

Στο Μποργ καλείται να προπονήσει την ποδοσφαιρική ομάδα που αποτελείται από παιδιά που ο μόνος τρόπος να βάλουν γκολ είναι να μη στοχεύουν το τέρμα. Καλείται να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο χωρίς καν να έχει ιδέα τι είναι. Το μόνο που ξέρει καλά είναι να καθαρίζει με Φαξίν και να φτιάχνει λίστες. Κι αν κάτι μπει στη λίστα της πρέπει να το κάνει. Σε αυτόν τον τόπο ο αλλόκοτος γίνεται συνηθισμένος και αγαπητός. Γιατί σε αυτόν τον τόπο δεν έχεις επιλογή να θυμώσεις σε κάποιον ακόμα κι αν σε πυροβολήσει στο πόδι. Γιατί αν θυμώσεις και ξεκόψεις, δεν θα σου μείνουν και πολλοί να απευθυνθείς.

Ο Φρέντρικ Μπάκμαν δείχνει με τον δικό του γλαφυρό τρόπο την ανάγκη των ανθρώπων για δεύτερες ευκαιρίες. Χωρίς αυτές είμαστε καταδικασμένοι. Χωρίς αυτές δεν θα προχωρούσαμε σε επιλογές, παρά μόνο στην επιλογή της μοναξιάς και της απομόνωσης. Κάνει και κάτι άλλο ο Μπάκμαν. Κάτι που αξίζει να το διαβάσεις αυτές τις μέρες λόγω και του Μουντιάλ. Μιλάει για όλα αυτά που μας ώθησαν στο ποδόσφαιρο.

«Κάθε πάθος είναι παιδικό. Είναι μπανάλ και αφελές. Δεν είναι κάτι που το μαθαίνει κανείς, είναι ενστικτώδες, και γι΄αυτό μας κατακλύζει. Μας αναποδογυρίζει. Μας  παρασύρει. Όλα τα άλλα συναισθήματα ανήκουν στη γη. Το πάθος ανήκει στο διάστημα. Το πάθος αξίζει κάτι όχι για όσα μας δίνει, αλλά για όσα απαιτεί από μας να ρισκάρουμε.

Ρισκάρουμε την αξιοπρέπεια μας, ρισκάρουμε να μη μας κατανοήσουν οι άλλοι και να κουνήσουν υποτιμητικά το κεφάλι. Όταν ο Μπεν βάζει γκολ, η Μπριτ Μαρί κραυγάζει και οι σόλες της εγκαταλείπουν το δάπεδο του σταδίου. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν την ευλογία να ζήσουν μια τέτοια ψυχική ανάταση. Γι΄αυτό αγαπάει κανείς το ποδόσφαιρο.»

Μέσα σε αυτές τις 419 σελίδες ο Μπάκμαν σκιαγραφεί τις εικόνες μας. Για το τι θα μπει μέσα σε αυτές, τι χρώματα θα μπουν, μας αφήνει το ελεύθερο. Εμείς μπορεί να ταιριάξουμε με το σχήμα του, αλλά μπορούμε και να το αλλάξουμε. Απλώς, αν το αλλάξουμε, ξαναβυθίζουμε το παιδί μέσα μας!

Εκδόσεις Κέδρος, Μετάφραση Γιώργος Μαθόπουλος