Οι ψαγμένες κινήσεις που επιβεβαιώνουν ότι ο ΠΑΟΚ άλλαξε τακτική

Η αποτυχία του πιο φημισμένου mega-deal της ιστορίας του ήταν αυτή που τον βοήθησε να σκέφτεται και να σχεδιάζει ως... πρωταθλητής

Την τελευταία ημέρα της θερινής μεταγραφικής περιόδου του 2015 οι οπαδοί του ΠΑΟΚ ένιωσαν ένα ρίγος… ηδονής να τους διαπερνά, στο μαντάτο της απόκτησης ενός εκ των μεγαλύτερων σταρ που έπαιξαν ποτέ μπάλα στην Ελλάδα.

Ο Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ, άκουσον, άκουσον, θα φορούσε την ασπρόμαυρη φανέλα. Θα έκανε το κομμάτι του στην Τούμπα και θα αφιέρωνε τα γκολ του στην «4» ρε… φιλαράκι. Επικοινωνιακά δεν μπορούσε να γίνει καλύτερο. Αγωνιστικά και οικονομικά, αποδείχτηκε, ότι δεν μπορούσε να είναι χειρότερο…

Στον απόηχο μιας τέτοιας μεταγραφής, ο… αγνός οπαδός σπανίως βασανίζει το μυαλό του με σκοτούρες του στιλ «έρχεται να κολλήσει τα τελευταία ένσημα» και «θα μας βγει ο κούκος αηδόνι». Ο Ιβάν Σαββίδης, ο οποίος είδε να του φεύγουν σε εννιά μήνες περί το 1,5 εκατ. ευρώ για 25 συμμετοχές (μόλις 10 ως βασικός) και 5 γκολ, δεν ήταν δυνατό να μη βασανίσει το δικό του.

Είχε δει άλλωστε το «έργο» σε μικρογραφία δύο χρόνια πριν με τον εξαιρετικά ταλαντούχο, αλλά απολύτως ασυνεπή αγωνιστικά και ιδιαίτερα κοστοβόρο Μίροσλαβ Στοχ. Αν το πάθημα είναι απαραίτητο για να μάθεις, ο ΠΑΟΚ αποτέλεσε μία περίτρανη απόδειξη περί αυτού.

Μετά τον Μπερμπάτοφ η διοίκηση το πήρε αλλιώς. Ξεκίνησε να σχεδιάζει επί χάρτου τα βήματα προς την κορυφή, ανάγοντας το scouting σε δεύτερη (μεταγραφική) φύση της. Ο εντυπωσιασμός αντικαταστάθηκε στο λεξιλόγιο με την «επένδυση», η φιγούρα με την ουσία.

Η λογική των ακριβών, «φτασμένων» νεοφερμένων, στην οποία εντασσόταν και η απόκτηση του Κώστα Κατσουράνη το Δεκέμβριο του ‘12, έπαψε να είναι ο πυρήνας του μεταγραφικού σχεδιασμού. Τη σκυτάλη σε αυτόν θα έπαιρναν διψασμένοι και εξελίξιμοι. Αν υπήρξε παραφωνία; Είναι αδύνατο σε αυτό το επίπεδο να επιλέγεις πάντα διάνα και η περίπτωση του ακριβοπληρωμένου Χατσερίδη το μαρτυρά. Ούτε φυσικά μπορείς να κάνεις πρωταθλητισμό και να κυνηγάς διάκριση σε τρεις διοργανώσεις αποκλειστικά με prospects στο ρόστερ. Ο Αντελίνιο Βιεϊρίνια επέστρεψε με ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο, αλλά το ρίσκο με τη δική του περίπτωση ήταν εγνωσμένα μηδαμινό. Και ο Πόντους Βέρνμπλουμ δεν έβγαζε τόσα χρόνια το ψωμί του ως σταρ, αλλά ως εργάτης πολυτελείας.

Οι εξαιρέσεις υπάρχουν για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Την κεντρική ιδέα. Αυτήν που εκπροσωπούν ο Λέο Ζαμπά, ο Δημήτρης Λημνιός, ο Τσούμπα Ακπόμ, ο Δημήτρης Γιαννούλης, ο Λευτέρης Λυρατζής (που έρχονται από πίσω). Περισσότερο απ’ όλους ο Κάρολ Σβιντέρσκι, που αποκτήθηκε όταν ο κόσμος διψούσε για ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα και μαζί για έναν αναγνωρίσιμο φορ, που θα παρουσιαζόταν ως ιδανικό αντίβαρο στην mega-απώλεια του Αλεξάνταρ Πρίγιοβιτς. Ο ΠΑΟΚ αδιαφόρησε για αμφότερα. Η μεταγραφή του 22χρονου Πολωνού δεν ήταν για το «τώρα», αλλά για το «μετά». Εντελώς ανεξάρτητη με αυτό που ονομάζουμε λύση ανάγκης.

Αλλά και πιο κοντόθωρα να το δούμε, ακόμα – ακόμα και η απόκτηση του ίδιου του Πρίγιοβιτς αποδείχτηκε μια κίνηση που εν τέλει «ξεζούμισε» την ουσία. Γυρολόγος επιθετικός που στα 27 του είχε κάνει την καλύτερη σεζόν της καριέρας του με τη Βίσλα Κρακοβίας δεν προδιαθέτει να… πετάξεις την σκούφια σου, πόσο μάλλον να τον υποδεχτείς στο αεροδρόμιο. Αλλά τέτοιες περιπτώσεις δεν ήταν πάνω – κάτω ο προερχόμενος από τη Στεάουα (και το… Κάπο Βέρντε) Βαρέλα, ο πρώην της Καϊσερισπόρ Μπίσεσβαρ, ο «νομάς του ποδοσφαίρου» και περιττός στην Αστον Βίλα Κρέσπο ή ο εντοπισμένος στις όχθες του Δνείπερου Λέο Μάτος;

Τα εγκαίνια στη φετινή μεταγραφική σεζόν θα γίνουν με ένα ασορτί «χτύπημα». Ουδείς ανειδίκευτος μπορεί να ισχυριστεί ότι γνωρίζει από πρώτο χέρι τι εστί Ροντρίγκο Σοάρες, άπαντες όμως αντιλαμβάνονται ότι για να ψωνίσει ο ΠΑΟΚ από την 14η ομάδα του πορτογαλικού πρωταθλήματος το πρώτο πράγμα που τον ενδιαφέρει είναι να κάνει ο νεοφερμένος «γκελ» στο γήπεδο. Και το τελευταίο, να το κάνει ποζάροντας με ασπρόμαυρο κασκόλ στο αεροδρόμιο…