Ετών 61. Τέλος. Ο Κώστας Μπατής, νικημένος εν πολλοίς από τους προσωπικούς του δαίμονες, άφησε την τελευταία του πνοή μετά από ανακοπή καρδιάς και (εν προκειμένω δεν είναι υπερβολή) βύθισε σε πένθος το ελληνικό μπάσκετ.
Ο Μπατής υπήρξε, ως γνωστόν, διόλου αμελητέα «ποσότητα» ως μπασκετμπολίστας, καθώς έπαιξε στον Παναθηναϊκό από το 1974 έως και το 1982 και κατέκτησε 4 πρωταθλήματα και 2 κύπελλα. Στο αξιόλογο αγωνιστικό του ρεζουμέ θα βρει κανείς κι ένα ευρωπαϊκό μετάλλιο με την εθνική παίδων το 1975, στο πλευρό του Παναγιώτη Γιαννάκη.
Εξίσου- ή, για να είμαστε ειλικρινείς, ακόμα περισσότερο- πετυχημένος υπήρξε και στο χώρο της αθλητικής δημοσιογραφίας, καθώς η υπέροχη φωνή του «έντυσε» την χρυσή εποχή της Α1 (τη δεκαετία του 1990, δηλαδή).
Ο Μπατής δούλεψε αρχικά στο MEGA κι εν συνεχεία στον ΑΝΤ1 (τα δύο ιδιωτικά κανάλια που είχαν πάρει τότε τα δικαιώματα του πρωταθλήματος), περιγράφοντας και μεγάλα παιχνίδια των ελληνικών ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Παρά το γεγονός πως ήταν γνωστός για τα «πράσινα» αισθήματά του, έλεγε πάντοτε ευθαρσώς την γνώμη του, ήταν αντικειμενικός (είναι χαρακτηριστικό ότι κάποτε στοχοποιήθηκε από την εξέδρα του Τριφυλλιού) και, φυσικά, λόγω του πρότερου μπασκετικού του βίου εντός των 4 γραμμών στο παρκέ, ήξερε το άθλημα όσο ελάχιστοι δημοσιογράφοι που έχουν ασχοληθεί ποτέ με την πορτοκαλί θεά.
Ενδεικτικό της καθολικής του αποδοχής από το σύνολο σχεδόν των οπαδών (λέμε «σχεδόν» γιατί στην Ελλάδα είναι ανέφικτο να έχεις το 100%, ακόμα και σε απείρως πιο ρομαντικές εποχές όπως τα 90s…), είναι το γεγονός πως η πιο χαρακτηριστική του ατάκα δεν έχει ειπωθεί σε αγώνα του Παναθηναϊκού, αλλά του ΠΑΟΚ.
Ο Δικέφαλος του Βορρά (πρωταθλητής Ελλάδος την προηγούμενη χρονιά) υποδεχόταν στο «Αλεξάνδρειο» την Ορτέζ για το Πρωταθλητριών της περιόδου 1992-1993.
Για όσους δεν γνωρίζουν, ο ΠΑΟΚ εκείνης ειδικά της σεζόν ήταν όχι απλά υπερομάδα, αλλά μια μπασκετική σουπερνόβα που βάδιζε με μαθηματική ακρίβεια στην «αρπαγή» και του ευρωπαϊκού θρόνου (το γιατί δεν τα κατάφερε, είναι μια ιστορία που αξίζει ν’ αναλυθεί σε ξεχωριστό κείμενο).
Με τον Ντούσαν Ίβκοβιτς στον πάγκο και τους Πρέλεβιτς, Κόρφα, Φασούλα, Φιλίππου, Μπάρλοου, Μπαλογιάννη, Τσέκο, Μπουντούρη και Λέβινγκστον στο παρκέ, προκαλούσε απτό τρόμο στους αντιπάλους του εντός κι εκτός συνόρων.
Ο Κλιφ, μάλιστα, ήταν ο παίκτης με τα εξωπραγματικά προσόντα που ξεσήκωνε το ασπρόμαυρο πλήθος στις εξέδρες. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως μιλάμε για ένα «τεσσάρι» με καριέρα σε Πίστονς, Χοκς, Μπουλς (όπου και πήρε 2 πρωταθλήματα ως μέλος της αρμάδας του Τζόρνταν) και Νάγκετς και η μεταγραφή του είχε προκαλέσει παρατεταμένη παράνοια στους φιλάθλους.
Στο παιχνίδι με την Ορτέζ, λοιπόν, και με τον ΠΑΟΚ να κάνει συνεχές πάρτι απέναντι στους Γάλλους, ο Αμερικανός πήρε την ασίστ από τον Μπουντούρη, έφερε την μπάλα πίσω από το κεφάλι κι επιχείρησε να βάλει τέλος στην άψυχη ζωή ταμπλό και μπασκέτας, καρφώνοντας με… μίσος.
Την εκπληκτική φάση περιέγραψε με μνημειώδη τρόπο ο Μπατής, που είπε το αμίμητο: «Λέβινγστον και κοιτάξτε τι θα πει κάρφωμα!»
Η ατάκα έμεινε, φυσικά, σε τέτοιο βαθμό, που πολλοί σταματούσαν χρόνια μετά τον δημοσιογράφο στο δρόμο και τα αεροδρόμια και του έλεγαν «Λέβινγκστον και κοιτάξτε τι σημαίνει κάρφωμα!».
Αχ βρε Κώστα…
Διαβάστε επίσης: Φρικτό ατύχημα με «οσμή» αυτοκτονίας: Το τραγικό τέλος του Έλληνα ηθοποιού που αγαπήθηκε όσο λίγοι