Οι άδοξοι τίτλοι τέλους που έπεσαν στη θυελλώδη σχέση του Μάρκο Λιβάγια και της ΑΕΚ μοιάζουν σαν την διάψευση μιας προφητείας. Μιας προφητείας στην οποία πολλοί πίστεψαν, είδαν το περιεχόμενό της να αμφισβητείται από την δύσκολη πραγματικότητα του πλανήτη ΑΕΚ αλλά ορισμένα γεγονότα την έκαναν εκ νέου επίκαιρη προτού τελικά, φανεί πως δεν θα επιβεβαιωθεί ποτέ.
Μιας προφητείας που θα μπορούσε να συνοψίζεται κάπως έτσι: «Κάποτε γεννήθηκε ένα απείθαρχο αλλά τόσο ταλαντούχο αγόρι. Το αγόρι μεγάλωσε, θάμπωσε κόσμο και κοσμάκη με την μπάλα που κουβαλούσε στο κεφάλι του αλλά το σώμα του δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί ποτέ και σε κανένα τόπο, άλλαζε συνεχώς μέρη και διαρκώς έμοιαζε σαν να μην χωράει πουθενά. Όμως μια μέρα, αυτό το αγόρι θα βρει την ποδοσφαιρική του Ιθάκη, ένας ποδοσφαιρικός οργανισμός θα τον αγκαλιάσει και θα τον αγαπήσει για αυτό που είναι. Δεν θα επιχειρήσει να τον αλλάξει και να τον κάνει καλό παιδί αλλά να τον αναδείξει ως το τσογλάνι που είναι. Και τότε, αυτός ο απείθαρχος τσογλαναράς θα αφήσει εποχή σε αυτή την ομάδα. Σε αυτήν την ομάδα που θα του αλλάξει την ιστορία και θα της αλλάξει και αυτός τη δική της».
Κάτι τέτοιο οραματιστήκαμε για τον Μάρκο Λιβάγια και την ΑΕΚ όταν πρωτοείδαμε τον Κροάτη να φοράει τη φανέλα της για πρώτη φορά, εκείνο το καλοκαίρι του 2017 που ερχόταν στην Ελλάδα έπειτα από χρόνια περιπλανήσεων στα γήπεδα της Ιταλίας, της Ρωσίας και της Ισπανίας. Ερωτευτήκαμε όλα αυτά που στους υπόλοιπους σταθμούς του θεωρήθηκαν μειονεκτήματα: το παιδί ήξερε καντάρια μπάλα, θα μπορούσε να παίζει στην Ίντερ ακόμα και δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα να δουλέψει προς αυτή την κατεύθυνση, αντίθετα έμεινε για πάντα το αγόρι της αλάνας, που αντιλαμβάνεται το ποδόσφαιρο ως μπάλα και όχι ως άθλημα σκληρού καριερισμού. Πως διάολο να μην τον αγαπήσεις;
Το πίστεψε και ο Μάρκο πως η ΑΕΚ ήταν η Ιθάκη του. Γι’ αυτό και ζούσε για να μας δείχνει το αυτί του προτρέποντάς μας να τον αποθεώσουμε ακόμα πιο δυνατά όταν σκόραρε, γι’ αυτό σκαρφάλωνε ημίγυμνος στα κάγκελα για να πανηγυρίζει μαζί με τον λαό του. Τι ειρωνεία: αν τον είχαμε αντιληφθεί με πιο ψυχρούς όρους, αν μας είχε αντιληφθεί πιο επαγγελματικά, ίσως το τέλος να μην έμοιαζε τόσο περίεργο.
Όμως έτσι είναι οι ιστορίες αγάπης και ειδικά, οι ποδοσφαιρικές: η απόλυτη εξιδανίκευση είναι το ευθέως ανάλογο της απόλυτης απαξίωσης και τελικά, ακόμα και της εμπάθειας. Στην ιστορία μας με τον Μάρκο αυτά υπήρξαν αμφίδρομες καταστάσεις: ξενερώσαμε με την πάρτη του ακριβώς όσο τον αγαπήσαμε, ψυχράθηκε μαζί μας ακριβώς όσο τον πορώσαμε. Η φυγή του μοιάζει με το ορθολογικό τέλος μιας κατάστασης που δεν τραβούσε άλλο. Εντελώς ψυχρά, μάλλον ο χωρισμός είναι η καλύτερη επιλογή και για τις δυο πλευρές. Αλλά δύσκολα, πολύ δύσκολα, μπορείς να αποφύγεις το κενό της απώλειας. Είπαμε: ιστορία αγάπης.
Ο Λιβάγια δεν ήταν απλά ένας ιδιαίτερος χαρακτήρας. Ήταν και ένας ιδιαίτερος ποδοσφαιριστής. Είναι ο παίκτης που είτε θα χτίσεις γύρω του μια ολόκληρη ομάδα και μαζί του αυτή η ομάδα θα μεγαλουργήσει είτε οι αγωνιστικές του ιδιαιτερότητες θα μετουσιωθούν σε σπαζοκεφαλιά. Τρίτος δρόμος δεν υπάρχει μαζί του. Στην πρωταθληματική χρονιά της ΑΕΚ, την πρώτη του με την φανέλα της, η κέντα έκατσε άψογα. Το βαρύ και στατικό του κορμί έγινε σημείο αναφοράς, τριγύρω του αναπτύχθηκε η έντονη κινητικότητα του Λάζαρου, του Αραούχο, του Μπακασέτα και του Μάνταλου. Ο Κροάτης που δεν του παίρνεις μπάλα ούτε με αίτηση έγινε ο άνθρωπος που άνοιγε χώρους σε αυτή την κινητικότητα, η τεχνική του κατάρτηση την τροφοδοτούσε και η συλλογική λειτουργία τον έκανε να μοιάζει χάρμα οφθαλμών. Ο Χιμένεθ, μεγάλη αλεπού των πάγκων και μανούλα στη διαχείριση τέτοιων τύπων, έχτισε την ομάδα γύρω του.
Ένα παραμύθι άρχισε να γράφεται βγαλμένο από άλλες ποδοσφαιρικές εποχές, από εκείνες τις εποχές που τεμπέληδες τσόγλανοι σαν τον Μάρκο μπορούσαν να γράψουν εποχή. Όσο ιερόσυλο και αν ακούγεται, πολλοί βλέπαμε στον Μάρκο και τον τρόπο που ο Χιμένεθ τον δουλεύει, την δουλειά που έκανε κάποτε ο Φέργκιουσον στον Καντονά: ο Μάρκο γινόταν ο δικός μας Καντονά, όπως η Μάντσεστερ κάποτε έσωσε εκείνο τον αλητήριο Γάλλο αριστοκράτη και μαζί του γιγαντώθηκε, έτσι θα σώζαμε και εμείς αυτόν τον αλητήριο Κροάτη αριστοκράτη και μαζί του θα γιγαντωνόμασταν.
Στον αντίποδα του θρησκευτικού ντετερμινισμού, στον κόσμο των ανθρώπων και των ανθρώπινων παθών, μια προφητεία δεν αποτελεί θεολογική μαντεψιά αλλά μια βαθυστόχαστη εκτίμηση. Το αν θα επιβεβαιωθεί ή όχι εν τέλει έχει να κάνει με την βούληση των ανθρώπων, που ενδιαφέρονται για την επιβεβαίωσή της. Ο Λιβάγια μπορεί να είναι ένας ηγέτης μιας μικρής ομάδας πανεύκολα αλλά για να γίνει ηγέτης σε ομάδα πρωταθλητισμού, οι προϋποθέσεις είναι πιο σύνθετες. Αγνοήθηκαν αυτές οι προϋποθέσεις, η βούληση προκειμένου να επιβεβαιωθεί η προφητεία πως ο Μάρκο θα γινόταν ο ηγέτης της ΑΕΚ δεν υπήρξε στην ομάδα – στο αγωνιστικό κομμάτι άλλωστε για ελάχιστα πράγματα υπάρχει βούληση στον οργανισμό της Ένωσης.
Ο Μάρκο δεν μένει πια εδώ, ο «δικός μας Καντονά» βαρέθηκε την φάση, ήταν αναπόφευκτο το τέλος. Ένα μεγάλο ποδοσφαιρικό παραμύθι θα μπορούσε να γραφτεί με αυτόν πρωταγωνιστή. Αλλά δεν γράφτηκε. Είναι κρίμα αλλά τουλάχιστον θα μείνουμε με μερικές σκόρπιες αναμνήσεις, που ποτέ δεν κατάφεραν να συγκροτηθούν ως ενιαίο ποδοσφαιρικό πλάνο…