Δεν χρειαζόταν να είσαι παρατηρητικός για να προσέξεις τον Ρενέ Χιγκίτα:
Γενναία αφάνα περμανάντ.
Λεβέντικη μουστάκα βγαλμένη από τον υπόκοσμο της Μπογκοτά.
Παρδαλή στολή γεμάτη χρώματα.
Ο εμβληματικός Κολομβιανός τερματοφύλακας έκανε «μπαμ» χωρίς καν ν’ ακουμπήσει την μπάλα.
Μα κι αν για κάποιο λόγο δεν τον παρατηρούσες, φρόντιζε πάντα να σου τραβήξει το μάτι.
Με τον τρόπο που έπαιζε κάτω/μπροστά/μακριά από την εστία του!
Το τραχύ παρουσιαστικό του «El Loco» (σ.σ. ο τρελός) δεν ήταν η μόνη αιτία που κέρδισε το συγκεκριμένο παρατσούκλι.
Συνέβαλε δραστικά σε αυτό και το στιλ παιχνιδιού του:
Η έφεση με την μπάλα στα πόδια (απόρροια του ξεκινήματός του ως επιθετικός).
Η άγνοια κινδύνου.
Η τόλμη να ντριμπλάρει επιθετικούς και να παίζει μακριά από τα δοκάρια σε μια εποχή που αυτό θεωρούταν εγκληματικό.
Η ικανότητα να εκτελεί φάουλ ή πέναλτι (μέσω της οποίας έγραψε 44 τεμάχια στην καριέρα του)!
Μα πάνω απ’ όλα η ανεπανάληπτη -στα όρια της παρανοϊκής- αυτοπεποίθηση που ξεχείλιζαν οι κινήσεις του!
Μπορεί λοιπόν να την πλήρωσε ακριβά στο Μουντιάλ του 1990, όταν ο Ροζέ Μιλά του έκλεψε την μπάλα στην παράταση και απέκλεισε την Κολομβία στους «16».
Ωστόσο το επαναστατικό στιλ του Χιγκίτα, αυτό που μάθαμε στις αλάνες να λέμε «μπακότερμα», έγινε όντως αφορμή ν’ αλλάξει το ποδόσφαιρο.
Απ’ αυτόν εμπνεύστηκε η FIFA τον κανονισμό, που έλεγε από το 1992 και μετά ότι οι τερματοφύλακες δεν είχαν δικαίωμα να πιάσουν την μπάλα με τα χέρια σε γύρισμα από συμπαίκτη.
Και 30-35 χρόνια πριν φτάσει αυτό να θεωρείται απαραίτητο, υπήρξε ο πρώτος γκολκίπερ που συμμετείχε ενεργά στο παιχνίδι της ομάδας.
«Για μένα η μπάλα ήταν ένα παιχνίδι, ένα δώρο που σου δίνουν κάθε Χριστούγεννα και δεν θέλεις να το αφήσεις. Και αν τελικά το αφήσεις, γίνεται μάχη γι’ αυτό.
Δεν ήθελα να παλέψω για την μπάλα. Ήθελα να έχω τη δική μου μπάλα», όπως εξηγούσε χαρακτηριστικά ο ίδιος.
Για να συμπληρώσει έπειτα από χρόνια χωρίς καμία σεμνοτυφία:
«Άλλαξα τους κανόνες του παιχνιδιού. Ούτε ο Πελέ, ούτε ο Μαραντόνα, ούτε ο Μέσι σήμερα μπορούν να πουν ότι έκαναν κάτι τέτοιο».
Τι κι αν απέφερε λοιπόν την ιστορική γκάφα που κόστισε κοτζάμ αποκλεισμό από Παγκόσμιο Κύπελλο;
Η λογική (ή μάλλον η τρέλα) του Χιγκίτα παρέμεινε ίδια και απαράλλαχτη.
Άλλωστε οι σχέσεις που διατηρούσε με τον Πάμπλο Εσκομπάρ εγγυούνταν ότι δεν επρόκειτο ποτέ να του συμβεί κάτι αντίστοιχο με τον Αντρές Εσκομπάρ (τον αμυντικό που δολοφονήθηκε εξαιτίας ενός αυτογκόλ στο Μουντιάλ του ’94)…
Είχαν ως αποτέλεσμα βέβαια να καταλήξει στη φυλακή για επτά μήνες, κατηγορούμενος ως ενδιάμεσος σε απαγωγή με κέρδος 64.000 δολαρίων.
Να χάσει γι’ αυτόν τον λόγο το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994, όπου ο επίσης εμβληματικός Φρανσίσκο Ματουράνα τον είχε στα πλάνα του.
Δεν βαριέσαι όμως…
Η ισορροπία του Χιγκίτα ανάμεσα στις ποδοσφαιρικές τρέλες κι αυτές που έκανε εκτός γηπέδου ήταν πάντοτε εύθραυστη.
«Στην Κολομβία το ποδόσφαιρο είναι ο ένας τρόπος να βγεις από το αδιέξοδο. Ο άλλος είναι τα ναρκωτικά», είχε εξηγήσει (ως κάποιος που δοκίμασε και τα δυο).
Θα μπορούσες να σκεφτείς εξάλλου (έχοντας ενδεχομένως και δίκιο) ότι μόνο υπό την… επήρεια ουσιών θα τολμούσε κάποιος αυτό που τόλμησε ο Χιγκίτα στις 6 Σεπτεμβρίου του 1995!
Στη φάση που άφησε αιώνια κληρονομιά στο ποδόσφαιρο:
Το περιβόητο «χτύπημα του σκορπιού»!
Το σκηνικό άλλωστε ήταν τέλειο…
Ένα βαρετό φιλικό δυο ομάδων απογοητευμένων που δεν είχαν συμμετάσχει στο Μουντιάλ.
Ένα κοινό μετά βίας 20.000 θεατών στο αχανές «Γουέμπλεϊ».
Μια τυπική ποδοσφαιρική αγγαρεία.
Ακριβώς ό,τι χρειαζόταν ο Χιγκίτα για τους πιάσει όλους στον ύπνο και να γράψει ιστορία!
Άλλωστε είχε πολύ χρόνο να το προετοιμάσει αποβραδίς (ξανά) στης φυλακής τα σίδερα!
Εκεί όπου βρέθηκε (στο κρατητήριο συγκεκριμένα) τη νύχτα πριν τον αγώνα για παρατυπίες στο διαβατήριο του.
Παρόλο που συναντήθηκε λοιπόν με την υπόλοιπη ομάδα ανήμερα του ματς στο γεύμα πριν την αναχώρηση για το γήπεδο, είχε ήδη σχεδιάσει τι θα κάνει.
Δεν χρειαζόταν εξάλλου συμπαίκτη, αλλά μια μπαλιά-δώρο από αντίπαλο…
Και σαν να το ήξερε ο Τζέιμι Ρέντναπ (στο ντεμπούτο του με την εθνική Αγγλίας) του την… κέρασε!
Έκανε ένα άστοχο γέμισμα στην περιοχή που πήρε τροχιά προς την εστία.
Επέτρεψε λοιπόν στον Χιγκίτα να κάνει ένα βήμα πίσω, να κάνει ένα ακροβατικό σε σχήμα σκορπιού και να διώξει την μπάλα με τις φτέρνες!
Αυτό ήταν!
Η ιστορία είχε γραφτεί.
Τα επιφωνήματα θαυμασμού βγήκαν αυθόρμητα από τους εμβρόντητους θεατές. Ο σπίκερ αναφώνησε «θεέ μου».
Ο επόπτης σήκωσε σημαία για οφσάιντ, αλλά ο διαιτητής δεν τόλμησε ν’ ακυρώσει το αριστούργημα.
Και ο ίδιος ο Χιγκίτα (αφού χαμογέλασε σαρδόνια εκείνη την ώρα για την επιτυχία του ανδραγαθήματός του) εξήγησε έπειτα από χρόνια:
«Είναι κάτι που μπορώ να κάνω μόνο εγώ. Οι άνθρωποι μένουν στη μνήμη για κάποιο σπουδαίο τους έργο και η συγκεκριμένη απόκρουση αυτό ήταν.
Η έμπνευσή μου ήταν πάντα τα παιδιά. Τα έβλεπα στο δρόμο ή σε κάποιο πάρκο που προσπαθούσαν να κάνουν ψαλιδάκια και τους συμβούλευα να το κάνουν από την ανάποδη.
Ε, το βράδυ εκείνο στην Αγγλία ήρθε η μπαλιά που περίμενα πέντε χρόνια»…