Θα μπορούσε να πέσει θέμα στην Έκθεση, στις Πανελλήνιες: «Βία στα γήπεδα: Τρόποι για να εξαλειφθεί το φαινόμενο». Μόνο που αυτά που θα έγραφε ένας μαθητής είναι και αυτά που αναμασάνε και οι (αν)αρμόδιοι στη χώρα μας – και δεν είμαστε καθόλου σίγουροι πως θα τα έλεγαν καλύτερα από έναν 18χρονο. Ευχολόγια, αφηγήματα, επαναλαμβανόμενα τσιτάτα – ξέρετε σαν αυτό με το μαχαίρι που θα μπει βαθιά στο κόκκαλο ή με τη βία που την καταδικάζουν από όπου κι αν προέρχεται.
Ο χουλιγκανισμός είναι όπου τον αφήσεις. Ο σπόρος του κακού υπάρχει παντού. Μεγαλώνει άμα δεν τον τιθασεύσεις από νωρίς. Τι σημαίνει αυτό με απλά λόγια; Πρόληψη. Εκεί πάσχουμε εμείς και όλες οι υπόλοιπες χώρες, όπως προφανώς η Κροατία, που έχουν ακόμα οργανωμένες στρατιές εγκληματιών που κάνουν αίσχη υπό το πρόσχημα της αγάπης για την ομάδα – πόσο σιχαμένο να καπηλεύεσαι έτσι κάτι τόσο αγνό.
Και εκεί, στην πρόληψη δηλαδή, επένδυσαν οι Γερμανοί για να φτιάξουν κατά πολύ τα πράγματα στις κερκίδες του ποδοσφαίρου τους. Δεν είναι όλα μέλι-γάλα, αγγελικά πλασμένα. Εντούτοις, αν υπάρχει μια (ευρωπαϊκή) χώρα που προσομοιάζει στην πραγματική οπαδική κουλτούρα όπως νοείται στην πρωτόλεια ρομαντική μορφή της, είναι αυτή.
Προληπτικές πρωτοβουλίες και «προγράμματα οπαδών» υπήρχαν από τα 70s. Το «ως εδώ και μη παρέκει» ήταν ο θάνατος ενός οπαδού της Βέρντερ Βρέμης πριν από ένα ματς με το Αμβούργο, το 1981. «Έτσι δεν πάμε πουθενά, κάτι πρέπει επειγόντως να αλλάξει» είπαν οι ιθύνοντες στην τότε Δυτική Γερμανία. Φώναξαν ειδικούς, άκουσαν ιδέες, τις επεξεργάστηκαν και όλη αυτή η γόνιμη διαδικασία οδήγησε στα λεγόμενα «Fanprojekt».
Στο πλαίσιο αυτών των προγραμμάτων, ειδικά καταρτισμένοι κοινωνικοί λειτουργοί παρέχουν συμβουλευτικές και υποστηρικτικές υπηρεσίες σε νεαρούς οπαδούς, ειδικά στις ηλικίες 13-27 ετών. Με συνεχείς συναντήσεις, με μέριμνα για την καλλιέργεια μιας ουσιαστικής σχέσης. Κάθε ομάδα έχει το δικό της πρόγραμμα, σε επίπεδο Bundesliga και Zweiteliga.
Στόχος ήταν εξ αρχής η μείωση κάθε είδους βίας, η εξάλειψη ακραίων ιδεολογιών, η αναχαίτιση των εξαρτήσεων (αλκοόλ και ναρκωτικά) και η μεταλαμπάδευση δημοκρατικών και ανθρωπίνων αξιών.
Όλο αυτό γίνεται με σεβασμό στις ανάγκες του κάθε ατόμου, ώστε να αναπτύξει αυτοπεποίθηση, την ικανότητα να συνεργάζεται και την ενίσχυση των δεξιότητών του. Να νιώσει χρήσιμος, να γίνει χρήσιμος.
Γίνονται εκπαιδευτικές εκδρομές, ταξίδια στο εξωτερικό, προβολές ταινιών και συζήτηση πάνω σε αυτές. Τους μαθαίνουν ποιες είναι οι υποχρεώσεις και ποια τα δικαιώματα τους, πώς πρέπει να λειτουργούν στο ποδοσφαιρικό περιβάλλον και ποιος είναι ο ρόλος όλων.
Όλα αυτά σε αγαστή συνεργασία με το σύλλογο που είναι φουλ εμπλεκόμενος στα προγράμματα, ενισχύοντας την αίσθηση του ανήκειν. Οι κοινωνικοί λειτουργοί είναι ο σύνδεσμος ανάμεσα στον οπαδό και στο κλαμπ, η μαγική λέξη είναι «επικοινωνία».
Έτσι ακριβώς προέκυψε το λεγόμενο κίνημα των Ultras. Προοδευτικό και πολέμιο του φασισμού, αυτό το είδος οργανωμένων οπαδών έγινε το κυρίαρχο στη Γερμανία, από τα 90s και μετά, εξαλείφοντας τον χουλιγκανισμό, που ήταν κοντά στην ακροδεξιά και δραστήριο με κάκιστο τρόπο.
Ο χουλιγκανισμός δεν έχει εξαφανιστεί. Ειδικά στην ανατολική Γερμανία. Ή έστω μειοψηφικά σε ομάδες της δυτικής μεριάς, όπως η Κολωνία και η Άιντραχτ Φρανκφούρτης. Είναι αυτό που οι κοινωνιολόγοι ορίζουν ως “hooltras” – ένας όρος που ενώνει τα κινήματα των Ultras και των χούλιγκαν. Αλλά κατά κανόνα ελέγχεται, μέσω της πρόληψης και όταν χρειάζεται, της καταστολής.
Τα προγράμματα Fanproject πληρώνονται κατά το μεγαλύτερο ποσοστο από τη Γερμανική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (DFB), από τα ομοσπονδιακά ταμεία και την τοπική αυτοδιοίκηση. Τα υπόλοιπα χρήματα τα πληρώνουν οι ίδιες οι ομάδες, αλλά με τέτοιο τρόπο που τους γυρίζουν πίσω αν αποδειχθεί πως δουλεύουν σωστά – ως συνήθως γίνεται.
Ακόμα και οι ίδιοι οι σύνδεσμοι «τσοντάρουν». Γιατί όλοι μαζί έχουν αντιληφθεί πως όλο αυτό είναι προς όφελος τους. Υγεία στην κερκίδα, σημαίνει και υγεία γενικότερα. Και δεν υπάρχει, ως γνωστόν, κάτι πιο πολύτιμο.
Αν έπρεπε να τα χωρίσουμε, θα λέγαμε πως το ένα το κομμάτι έχει να κάνει με την πρόληψη, τα προσωπικά προβλήματα, τα προβλήματα με την αστυνομία και το νόμο. Και το άλλο με πρακτικά ζητήματα (κορεό, σχέσεις παικτών με συνδέσους), αλλά και τυχόν προβλήματα στη σχέση με το κλαμπ αυτό καθαυτό.
Τα παρακάτω βίντεο θα σας βάλουν στο κλίμα. Αν δεν ξέρετε γερμανικά, βάλτε τους υπότιτλους, η μετάφραση δεν είναι τέλεια, θα το πιάσετε ωστόσο το νόημα:
Τα αποτελέσματα των άνωθεν προγραμμάτων είναι εμφανή. Στη Γερμανία η ατμόσφαιρα στα περισσότερα γήπεδα είναι εξαιρετική, χωρίς επεισόδια. Έχουν επιπρόσθετα την τεχνογνωσία και την ικανότητα να καταστείλουν σχεδόν εν τη γενέσει τους φαινόμενα όπως την εμφάνιση ακροδεξιών συνδέσμων που πήγε να πάρει διαστάσεις λίγο μετά το 2010.
Επίσης, και εδώ είναι ένα πολύ κρίσιμο σημείο που τους ξεχωρίζει από άλλες χώρες, είναι αρκετά πιθανό να δεις οπαδούς διαφορετικών ομάδων να συνεργάζονται για διάφορα θέματα. Αν νιώσουν πως απειλούνται από την Ομοσπονδία, θα τους δεις να παλεύουν ενωμένοι για την προστασία των δικαιωμάτων τους και του λαϊκού χαρακτήρα του αθλήματος που αγαπάνε πραγματικά.
Όπως το μεγάλο καμάρι του γερμανικού ποδοσφαίρου, τον περίφημο νόμο 50+1, που διασφαλίζει πως ο κόσμος έχει άμεση και καθοριστική επιρροή στις σημαντικές εξωαγωνιστικές αποφάσεις, ενώ αποτρέπει την είσοδο καιροσκόπων επενδυτών και την αλλοίωση του χαρακτήρα-ταυτότητας ενός κλαμπ.
Κάπως έτσι κατάφεραν να καταργήσουν τα δευτεριάτικα ματς (επειδή είναι μέρα που ο κόσμος δουλεύει και δεν μπορούσε να πάει γήπεδο), κάπως έτσι κρατάνε προσιτές τις τιμές των εισιτηρίων.
Μαζί, πετυχαίνουν πράγματα θεωρητικά ανέφικτα στο σύγχρονο κυνικό κόσμο του κέρδους. Το παρακάτω παράδειγμα λέει πολλά: Οι φαν της Μπάγερν Μονάχου κατάφεραν να κάνουν την ομάδα τους να διακόψει τη διαφημιστική της σχέση με το Κατάρ, με την Qatar Airways συγκεκριμένα. «Δεν θέλουμε λεφτά από μια χώρα που δεν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν θέλουμε λεφτά ποτισμένα με αίμα», είπαν.
Ναι, τέτοια δύναμη έχουν, τόσο κοινωνική ενσυναίσθηση και αντίληψη. Και οι ιθύνοντες των Βαυαρών, τους άκουσαν – έστω, φανταζόμαστε, με βαριά καρδιά, τόσα λεφτά «πέταξαν». Γιατί ξέρουν πως «χωρίς τους φιλάθλους τους δεν είναι τίποτα». Ναι, ακόμα και αυτοί, ένα παγκόσμιο brand δεν μπορούν να λειτουργήσουν ανεξάρτητα από ένα γενικότερο κάδρο αλληλεγγύης.
Η κερκίδα της Μπορούσια Ντόρτμουντ συνιστά άλλο ηχηρό παράδειγμα της αποτελεσματικών των προγραμμάτων πρόληψης. Κάποτε συνυφασμένη με την ακροδεξιά, είναι πλέον μια από τις πιο ανεκτικές παγκοσμίως, ένα Κίτρινο Τείχος που χαίρεσαι να βλέπεις. Οργανώνει δράσεις για τους πρόσφυγες, παλεύει διαρκώς και αδιαλείπτως με τον ρατσισμό, την ξενοφοβία, τον αντισημιτισμό, την ομοφοβία και τον σεξισμό.
Κατά καιρούς ανακοινώσεις των συνδέσμων οπαδών των γερμανικών ομάδων θα έπρεπε να… διδάσκονται. Για την καθαρότητα της σκέψης τους, για το επίπεδο του λόγου τους, για το πόσο βαθιά αναλύουν τα εκάστοτε ζητήματα και εξηγούν τις πράξεις τους.
Ξαναλέμε, δεν είναι όλα μέλι γάλα. Παρατηρούνται κατά καιρούς παρασπονδίες, προκύπτουν προβλήματα. Αλλά σε βάθος ετών οι Γερμανοί έχουν καταγράψει ό,τι πιο κοντά σε πρόοδο στο να φτιάξουν τις κερκίδες τους. Με ντοκουμέντα, με αποδείξεις.
Δεν είναι άγιοι εκεί και εμείς εδώ αμαρτωλοί. Καμία σχέση. Απλώς ασχολήθηκαν πραγματικά και σε βάθος με το πώς θα σώσουν αυτό που αγαπάνε. ‘Η μάλλον, πιο σωστά, αγαπάνε το άθλημα αυτό καθαυτό, όχι (μόνο) τη νίκη.
Το να δεις έτσι ένα ματς στη Γερμανία είναι μια εμπειρία που νιώθεις απόλυτα ασφαλής και σε γεμίζει από το 1ο ως το τελευταίο λεπτό. Σε γεμάτο σχεδόν πάντα γήπεδο, τα ποσοστό πληρότητας είναι τα καλύτερα στην Ευρώπη.
Και ανοικτό στις μάζες. Γιατί αυτό είναι μια μεγάλη διαφορά με την Premier League (μαζί με το παραμύθι περί του πώς η Θάτσερ πάταξε τον χουλιγκανισμό). Στην Αγγλία έχουν επίσης γεμάτα γήπεδα. Αλλά με τιμές που κρατάνε τους μη έχοντες, εκτός. Αυτό δεν είναι λύση. Είναι μετατόπιση προβλήματος.