Από καλούπι που δεν ξαναβγαίνει. Αν κάτι ξεπερνούσε το ταλέντο του, ήταν μόνο η θέληση. Αυτό το πάθος για το παιχνίδι. Ασύγκριτο, αξεπέραστο. Οι γιατροί που τον εξέτασαν κάποια στιγμή προς το τέλος της καριέρας του, παίζει σοβαρά και να σκέφτηκαν να σκίσουν τα πτυχία τους μόλις πήραν στα χέρια τους τα αποτελέσματα.
Δεν ήταν δυνατό αυτό που είχε κάνει, όχι δεν ήταν. Κι όμως είχε συμβεί πέραν πάσης αμφιβολίας. Μια καριέρα ολόκληρη στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο πρωταθλητισμού με διαλυμένους χιαστούς. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης υπήρξε κάτι παραπάνω από ένας αθλητής…
Δεν έχει τόσο νόημα να αρχίσουμε να απαριθμούμε ξανά τους τίτλους του, τις επιτυχίες του. Πρώτα ως παίκτης και αργότερα ως προπονητής. Έχει, όμως, σημασία να θυμίσουμε ακριβώς το μέταλλο από το οποίο ήταν φτιαγμένος. Υπόδειγμα, παράδειγμα. Για πάντα. Στα πάντα.
Για να βρούμε τις ρίζες αυτού του χαρακτήρα θα πρέπει να γυρίσουμε στα πρώτα έτη του βίου του. Ο μικρότερος από 5 αδέλφια, «Νότη» τον φωνάζανε όλοι. Ο χαϊδεμένος, αλλά και ο πιο ατίθασος. Τίποτα δεν άφηνε να πέσει κάτω, ουδόλως φοβόταν να τα βάλει με τους μεγαλύτερους. Τότε ακριβώς φτιάχτηκε αυτό που αργότερα θα συνοψιζόταν με το παρατσούκλι «Δράκος».
Το μπάσκετ την εποχή που ο Παναγιώτης Γιαννάκης ήταν έφηβος ήταν κάτι σαν εξωτικό φρούτο, όλοι το ποδόσφαιρο γνώριζαν, αυτό είχε τη συντριπτική πρωτοκαθεδρία στα ομαδικά σπορ. Όμως, το πάθος σε πάει μόνο του. Σε παίρνει από το χέρι και σε οδηγεί.
Η «πορτοκαλί» ήταν έρωτας. Με την πρώτη μάτια. Για μια ζωή. Έγινε το καταφύγιο του, η διέξοδός του. Ακόμα και σε μια από τις πιο δύσκολες στιγμές που πέρασε ποτέ. Το 1977.
Ο πατέρας του, Δημήτρης, έφυγε από τη ζωή τόσο πρόωρα, σε ηλικία μόλις 55 ετών. Έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του ο Παναγιώτης Γιαννάκης, ήταν εντελώς αναπάντεχο. Όμως όσο διαλυμένος και ήταν μέσα του, ήξερε πως μόνο έναν τρόπο είχε για να κοιτάξει μπροστά. Και ότι αυτό ακριβώς θα ήθελε από αυτόν ο μπαμπάς του.
Η διήγηση του πρώην διεθνούς μπασκετμπολίστα για αυτές τις μαύρες στιγμές είναι συγκλονιστική:
«Είχα την ατυχία να χάσω τον πατέρα μου, όταν ήμουν μικρός. Η τελευταία εικόνα που έχω από εκείνον είναι, όταν ήταν να παίξουμε ένα ντέρμπι με τον Ολυμπιακό ως Ιωνικός Νίκαιας, να μου λέει: “Tι θα κάνουμε Παναγιώτη το Σάββατο;” Εγώ πάντα ως αισιόδοξο παιδί του έλεγα ότι θα κερδίσουμε. Για κακή μου τύχη τον έχασα μέσα στη βδομάδα, την Τετάρτη. Την Παρασκευή κάναμε την κηδεία και το Σάββατο πήγα κι έπαιξα για εκείνον, γιατί ήξερα πόσο ήθελε να δει αυτό το ματς…».
Αυτός ο «Δράκος» δεν ήταν πρωταγωνιστής σε ένα συνηθισμένο παραμύθι. Άνοιξε τα φτερά του και πέταξε ψηλά, πολύ ψηλά. Παίζοντας και για τον απόντα πατέρα του. Στην πορεία των χρόνων έχασε και τα 4 αδέλφια του, το 2015 τη μητέρα του, Καλλιόπη πλήρης ημέρων εκείνη.
Τόσες στεναχώριες, τόσο πένθος. Και το μπάσκετ πάντα εκεί, φάρμακο, παρηγοριά. Μαζί, αυτή η θέληση. Το πάθος. Μια αέναη πρόκληση.