Η πεζή καταγραφή των δεδομένων δεν βγάζει λογική. Πώς είναι δυνατόν μια από τις μεγαλύτερες ομάδες του πλανήτη να εμπιστεύεται τον πάγκο της σε έναν κόουτς που δεν μπόρεσε να κρατήσει την Μπέρνλι στην Premier League, που μια ολόκληρη σεζόν δεν κατάφερε κάτι καλύτερο από 24 «ψωροβαθμούς»; Ό,τι και να λέμε και ασχέτως πού θα καταλήξει αυτή η ιστορία, η σύζευξη των επαγγελματικών διαδρόμων της Μπάγερν Μονάχου και του Βενσάν Κομπανί, σε αυτό το χρονικό σημείο, συνιστά μια από τις πιο περίεργες και απρόσμενες αποφάσεις στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια.
Ο Βέλγος κόουτς δεν ήταν πρώτος στη λίστα των Βαυαρών, δεν ήταν καν δεύτερος ή τρίτος. Είναι τα διαδοχικά «όχι» άλλων που έφεραν τα πράγματα σε αυτό το σημείο. Βασικά είναι να αναρωτιέται κανείς τι ακριβώς έψαχνε η Μπάγερν, αν ήξερε τι ήθελε. Προσπάθησε να πείσει 2 πρώην της να γυρίσουν (Γιούλιαν Νάγκελσμαν, Χάνσι Φλικ), δεν μπόρεσε να βγάλει άκρη με τον Όλιβερ Γκλάζνερ και την Κρίσταλ Πάλας, ούτε ο Ραλφ Ράνγκνικ συγκινήθηκε στο κάλεσμα, κάθε άλλο.
Κάποια στιγμή συζητήθηκε σοβαρά ως και το ενδεχόμενο να παραμείνει ο Τόμας Τούχελ, παρότι αυτή η σχέση ποτέ δεν περπάτησε πραγματικά καλά και το «δεν πάει άλλο» ήταν εξόφθαλμο και το ‘χαν συμφωνήσει.
Σε τελική ανάλυση, όλα τούτα πηγάζουν από ένα και μόνο «δεν είμαι διαθέσιμος». Του Τσάμπι Αλόνσο. Τον αρχιτέκτονα του θαύματος της Λεβερκούζεν, αυτόν ήθελαν πραγματικά και διακαώς οι Βαυαροί. Μόνο που συνάντησαν τοίχο, καθώς ο Ισπανός θεωρεί πως το έργο του στις «Ασπιρίνες» δεν έχει ακόμα τελειώσει.
Τι έκανε συνεπώς η Μπάγερν μετά και αφού βέβαια προηγήθηκαν πολλά μπρος-πίσω; Στράφηκε σε έναν από τους ελάχιστους προπονητές εκεί έξω που έχουν τα χαρακτηριστικά ενός «νέου Τσάμπι Αλόνσο».
Γιατί μην χάνουμε το μέτρο ούτε την ουσία. Μπορεί ο Κομπανί να προέρχεται από κακή σεζόν με την Μπέρνλι, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε για ποιον μιλάμε. Μια τεράστια προσωπικότητα, με σπουδαία καριέρα ως ποδοσφαιριστής, ειδικά ως κάπτεν της Μάντσεστερ Σίτι και της Εθνικής Βελγίου. Έναν κόουτς επιπλέον με μοντέρνα φιλοσοφία και πρωτοποριακή άποψη.
Το παιδί από τα προάστια των Βρυξελλών που έμαθε μπάλα στις φημισμένες Ακαδημίες της Άντερλεχτ, γαλουχήθηκε στη winning culture και απογείωσε το εκρηκτικό του, generational, ταλέντο όταν άνοιξε τα φτερά του για τα ξένα. Έγινε έτσι ένας από τους καλύτερους αμυντικούς όλων των εποχών.
Είναι άκρως ενδιαφέρον και πιασάρικο ως story πως από την πόλη του, την ομάδα της καρδιάς του, ξεκίνησε και τη νέα του καριέρα στους πάγκους. Γύρισε ως παίκτης – προπονητής, τελικά σύντομα αφοσιώθηκε αποκλειστικά στο δεύτερο σκέλος. Πετυχαίνοντας πολλά με λίγα μέσα. Μπροστάρης στην πιο δύσκολη στιγμή της ιστορίας της Άντερλεχτ. Με τα οικονομικά προβλήματα να μειώνουν δραματικά το πεδίο δράσης.
Ο Κομπανί κράτησε όρθιους σε αυτό το κρίσιμο σημείο τους «Μωβ». Ακόμα μια ισχυρή απόδειξη του πόσο ξεχωριστός είναι. Έφυγε μόνο και μόνο επειδή κάποιοι στη διοίκηση θεώρησαν πως τους έκλεβε όλη τη λάμψη. Θύμα κάποιων μεγάλων «εγώ».
Η Μπάγερν τον είχε καιρό στα υπόψη. Παρακολουθούσε στενά τη δουλειά του. Απλά τον τοποθετούσε σε ένα πιο μακρινό ορίζοντα. Να που όμως η πραγματικότητα επιτάχυνε τις εξελίξεις με αστραπιαίο ρυθμό.
Το διοικητικό δίδυμο των Κρίστοφ Φρόιντ και Μαξ Έμπερλ εντυπωσιάστηκε από τον Βενσάν Κομπάνι. Ο τρόπος που μιλάει, που αντιλαμβάνεται το ποδόσφαιρο. Η φιλοσοφία του, όλα, τους κέρδισαν.
Πολύ σημαντικό και πως ο (ούτως ή άλλως πολύγλωσσος) Βέλγος, ξέρει γερμανικά, τα έμαθε στη θητεία του στο Αμβούργο ως παίκτης (2006-08). Όχι, δεν είναι ελάσσονος σημασίας. Η γνώση της γλώσσας είναι βασικότατο στοιχείο για έναν προπονητή της Μπάγερν. Αλλιώς δεν μπορέσει να χειριστεί τα εντός, εκτός και… επί τα αυτά.
Τον Τύπο, τους οπαδούς, τις βεντέτες του ρόστερ, καθώς και τους γηραιούς παλιούς γενικούς δερβέναγες Ούλι Χένες και Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε, οι οποίοι διατηρούν πολύ σημαντική επιρροή στα πράγματα. Και δεν αρέσκονται σε νεωτερισμούς. Με το δικό τους τρόπο η Μπάγερν έγινε κολοσσός. Οπότε οτιδήποτε άλλο το θεωρούν εξ ορισμού λάθος… Εξίσου δύσκολο για τον Βενσάν Κομπανί θα είναι να αποδεχθεί πως δεν θα αποφασίζει για τα πάντα, πως δεν θα έχει απόλυτη ελευθερία κινήσεων. Αλλιώς τα είχε συνηθίσει.
Μην το κουράζουμε: Πίστωση χρόνου δεν θα έχει. Είναι κοινό μυστικό πως δεν ήταν η πρώτη επιλογή και αυτό όσο να το πεις μειώνει την ισχύ του. Πολλοί τον περιμένουν ήδη στη γωνία. Ειδικά καθώς φτάνει σε μια περίοδο που το κλαμπ του Μονάχου βιώνει μια μεγάλη κρίση ταυτότητας μετά την απώλεια του πρωταθλήματος για πρώτη φορά ύστερα από 11 χρόνια.
Τι έχει να αντιπαραβάλει σε αυτό ο 38χρονος προπονητής; Πως είναι γεννημένος leader, ικανός να εμπνεύσει, με έμφυτο ταλέντο στην επικοινωνία. Δουλεύει 12-14 ώρες τη μέρα, εξετάζει την κάθε λεπτομέρεια, ως γνωστόν αυτές κάνουν τη διαφορά. Στύβει το μυαλό του για να βρίσκει λύσεις, κάνει τα πάντα για να επιταχύνει την πρόοδο.
Κι εδώ έρχεται το έτερο στοιχείο – κλειδί. Η σχέση του με τον Πεπ Γκουαρντιόλα. Ο Καταλανός είναι ο μέντοράς του. Το ποδόσφαιρο που έμαθε πλάι του, αυτό διδάσκει κι αυτός με τη σειρά του.
Στην Μπάγερν ποτέ δεν ξέχασαν τον νυν κόουτς της Μάντσεστερ Σίτι. Πλεόν τον νοσταλγούν ανοιχτά κι ας μη φάνηκε στα κοινά τους χρόνια να συνταίριαξαν πραγματικά ως φιλοσοφίες. Ο χρόνος λείανε τις γωνίες, έμειναν τα καλά.
Το ποδόσφαιρο που έπαιξε η Μπέρνλι πέρυσι, τη χρονιά της ανόδου της, ήταν «μικρογραφία Σίτι». Δεν μπόρεσε να το επαναλάβει στην Premier League, κυρίως επειδή άργησε να αποδεχτεί πως έπρεπε να προσαρμοστεί σε πιο «υποφέρουμε» παιχνίδι και δεν το «φτιάχνουμε εμείς». Ο Κομπανί υπήρξε αφελής στην προσέγγισή του. Τελικά δεν ήταν έτοιμος να κοουτσάρει μια ομάδα που ήταν προορισμένη να υποφέρει. Είχε μάθει μόνο τον πρωταθλητισμό και το ποδόσφαιρο κυριαρχίας. Το αντίθετο δεν μπόρεσε να το χωνέψει, άρα και να το χειριστεί.
Παρά τον υποβιβασμό ωστόσο, έμοιαζε δεδομένο πως ο 38χρονος Βέλγος θα συνέχιζε στους «Κλάρετς» για να τους οδηγήσει ξανά στην άνοδο, όπως στην πρώτη του σεζόν εκεί. Μόνο που η Μπάγερν Μονάχου ήταν μια ευκαιρία στην οποία ένιωσε πως δεν γινόταν να πει «όχι». Αντί 12,5 εκατ. ευρώ λύθηκε το συμβόλαιο του.
Στη Γερμανία επιστρέφει έτσι στα γνωστά του μοτίβα. Στο «πρέπει να νικάμε παντού και πάντα». Καλείται να το υπηρετήσει στο ακέραιο σβήνοντας ταυτόχρονα γρήγορα τις όποιες αφορμές στους αμφισβητίες ώστε να γίνουνε εχθροί.
Είναι κάτι που θεωρητικά ταιριάζει γάντι στον Βέλγο τεχνικό, σίγουρα το ξέρει καλά, το έχει βιώσει πολλάκις. Ναι, είναι στοίχημα η πρόσληψή του. Αλλά είναι και ένα υπολογισμένο ρίσκο. Με μεγάλο potential για να εξελιχθεί σε ιδιοφυής κίνηση. Λίγο Πεπ, λίγο Τσάμπι Αλόνσο, εν τέλει σκέτο Βενσάν Κομπανί.