Αυτό που κατάφερε ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς για τον μικρόκοσμο του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι κάτι το εξόχως σπάνιο. Απολαμβάνει εκτίμησης από το σύνολο σχεδόν των φιλάθλων, παρότι συνδέθηκε, σχεδόν ταυτίστηκε με τον Παναθηναϊκό τόση αγάπη που του είχαν οι φαν των «Πρασίνων».
Γι’ αυτό το λόγο και η είδηση πως αυτός θα είναι ο επόμενος προπονητής της Εθνικής μας ομάδας αντιμετωπίστηκε τόσο θετικά. Το είχαμε γράψει και παλαιότερα στο Menshouse πως ήταν ο ιδανικός υποψήφιος για τη θέση. Εκείνη την εποχή, περισσότερο «θέλω» ήταν παρά πληροφορία. Δεν υπήρχε δηλαδή κάτι το απτό πέρα από ένα φιλολογικό ενδιαφέρον.
Λέγε λέγε όμως από πολύ κόσμο και σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία, η συμφωνία μεταξύ του Σέρβου κόουτς και της ΕΠΟ έγινε πράξη. Σε μία από τις περιπτώσεις που αισθάνεσαι πως θα αποδειχθεί ένα πολύ ταιριαστό «κούμπωμα». Η ενδεδειγμένη τουτέστιν λύση για τη «Γαλανόλευκη» προκειμένου να βρει ξανά το δρόμο της, να επιστρέψει σε μονοπάτια που και μπορεί, βάσει ταλέντου και πρέπει να πορεύεται.
Ένα πρώτο ερώτημα που έρχεται αυθόρμητα στο νου, είναι το τι διαφορετικό κομίζει ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς σε σχέση με τον προκάτοχό του, Γκουστάβο Πογέτ. Είναι λογικό η σύγκριση να γίνεται με τον πρώην.
Η πρώτη διαφορά έχει να κάνει με το χαρακτήρα. Ο Σέρβος είναι ένας πολύ πράος και ενωτικός άνθρωπος που θέλει να λύνει τα προβλήματα με το διάλογο, που δεν θα υψώσει τον τόνο της φωνής του. Ο Ουρουγουανός είναι πολύ πιο εκρηκτικός και αντιδραστικός ως χαρακτήρας. Δεν είπαμε πως είναι κάτι το too much, αλλά αν το απομονώσεις στα μεταξύ τους είναι κάπως σαν… αρνί με λύκο.
Εν συνεχεία έχουμε να κάνουμε με το πόσο αφήνει κανείς παρεμβάσεις στο έργο του. Με τον Γιοβάνοβιτς είναι δεδομένο πως αποκλείεται να κάνει κάτι που δεν πιστεύει επειδή του το είπε κάποιος άλλος, επειδή προσπάθησαν να του το επιβάλλουν. Είναι συγκεντρωτικός, εμμονικός με τη λεπτομέρεια και προσηλωμένος στον δικό του τρόπο. Θα προχωρήσει με τις ιδέες του και όπου τον βγάλει. Οι διεθνείς το ξέρουν από τώρα πως θα είναι όσο το δυνατόν περισσότερο δίκαιος μαζί τους. Ο Πογέτ αντίθετα, έβαλε συχνά νερό στο κρασί του. Κι αυτό φάνηκε σε επιλογές που έκανε σε πρόσωπα και πράγματα, αμφιλεγόμενες, για να μην πούμε προβληματικές.
Κι έπειτα, 3ον δηλαδή, είναι η τακτική διαχείριση. Ο Γιοβάνοβιτς έχει 2 συστήματα – τοτέμ που πορεύεται σχεδόν απαρέγκλιτα: 4-2-3-1 και 4-3-3. Μια φορά είχε παίξει με 3 στόπερ στην άμυνα, αλλά επειδή του έλειπε η μισή ομάδα (σε ένα ματς του Παναθηναϊκού με τον Άρη). Επίσης ο Ιβάν διαβάζει καλύτερα τις συνθήκες του παιχνιδιού, είναι πιο καίριος στην προετοιμασία αυτού αλλά και στο πώς θα παρέμβει εν ώρα δράσης. Ο Πογέτ από πλευράς του, είναι πιο «χαοτικός» ως προς το τι θέλει όπως φάνηκε στα μπαράζ με τη Γεωργία, όταν δεν μπόρεσε να ξεκλειδώσει τη δεδομένη ποιοτική μας ανωτερότητα κάτι που οδήγησε σε έναν – μην κρυβόμαστε – τσάμπα και βερεσέ αποκλεισμό από το Euro 2024.
Και τέλος, είναι και η γνώση της χώρας, του ελληνικού ποδοσφαίρου. Δεν είναι πως ο Πογέτ δεν μας ήξερε. Είχε πάρει μια καλή ιδέα από τον καιρό του στην ΑΕΚ. Αλλά αυτό, ως εκεί. Ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς πρακτικά είναι ντόπιος. Κάτι προφανώς πολύτιμο ως γνώση, ως συναίσθημα, ως νοοτροπία. Να το πούμε και έτσι: Θυμίζει Φερνάντο Σάντος σε πάρα πολλά σημεία. Τον τελευταίο δηλαδή πραγματικά πετυχημένο ομοσπονδιακό τεχνικό της Εθνικής μας ομάδας. Και αυτό, από μόνο του, είναι λόγος να χαμογελά κανείς με ικανοποίηση αναλογιζόμενος το μέλλον.
Το σίγουρο είναι πως ο Σέρβος προπονητής θα δώσει ό,τι έχει και δεν έχει από πλευράς δυνάμεων για το καλό του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος. Πολύ απλά δεν ξέρει να κάνει αλλιώς, πολύ απλά αυτός είναι ως άνθρωπος και ως επαγγελματίας. Κανείς δεν μπορεί να είναι κατηγορηματικά σίγουρος ως προς το πώς θα εξελιχθεί μια συνεργασία. Όμως αν το πάμε με πιθανότητες, αυτή ήταν η πιο καλή περίπτωση για να ποντάρει κανείς πως θα στεφθεί με επιτυχία για την Ελλάδα.