Ενθουσιασμός. Άκρατος, πρωτοφανής, ατελείωτος. Χαρά. Έξαψη. Τρέλα. Και…
Και ξενέρα. Ακριβώς: ξενέρα.
Όσοι από εσάς εκεί έξω συμμερίζεστε την αγάπη του menshouse για το μπάσκετ είναι δύσκολο- με δεδομένο το επίπεδο των περισσοτέρων ομάδων φέτος- να μην νιώσατε μία… ανάταση (σε ψυχική αναφερόμαστε- μα για ποιους μας περάσατε, σατράπηδες;) με το που έγινε το πρώτο τζάμπολ στους φετινούς Ολυμπιακούς Αγώνες.
Λογικό: η Αμερική «κατεβάζει» μία σύγχρονη Dream Team, η Σερβία έχει Γιόκιτς-Μίτσιτς-Μπογκντάνοβιτς, ο Κανάδας μια δωδεκάδα με 18 NBAers, η Γερμανία είναι σχεδόν η ίδια που κατέκτησε το Παγκόσμιο, η γηπεδούχος Γαλλία έχει στη σύνθεσή της τον εξωγήινο Γουέμπι, οι Αυστραλοί διαθέτουν παικταράδες, κι εμείς έχουμε τον Γιάννη σε ημιάγρια κατάσταση, παρά τον πρόσφατο, σχετικά, τραυματισμό του.
Κάθε μπασκετικός που σέβεται τον εαυτό του, λοιπόν, απλά δε γίνεται να μην είναι στα κάγκελα πορτοκαλί χρώματος με το Paris 2024.
Μετά, όμως, θυμάσαι πως μιλάμε για διοργάνωση της FIBA, η οποία σε διαιτητικό επίπεδο τα έχει τα θεματάκια της.
Οπ, τι έγινε; Θα μιλήσει το menshouse για τη διαιτησία που δε μιλάει ποτέ των ποτών;
Ε ναι λοιπόν (Βίρνα), θα μιλήσουμε: κι αυτό όχι γιατί οι γκρίζοι μας στέρησαν τη νίκη απέναντι στον Καναδά- με την αξία μας χάσαμε, μην ανησυχείτε-, αλλά γιατί η κακή μέρα από το πρωί φαίνεται.
Ξεκινώντας από το Ισπανία-Αυστραλία ήταν πασιφανές πως οι διαιτητές ασφυκτιούσαν εντός του στείρου πλαισίου των κανονισμών που καταπνίγει τη δημιουργικότητα. Έτσι, αποφάσισαν να σκεφτούν έξω από το κουτί και σε πολλές περιπτώσεις έκαναν του κεφαλιού τους σφυρίζοντας, κυριολεκτικά, ό,τι να ‘ναι. Για να μη μακρηγορήσουμε και το κείμενο βγει Ιλιάδα και Οδύσσεια μαζί, ας αρκεστούμε στο πολυφορεμένο «Όποιος είδε τον αγώνα, ξέρει».
Στο Γερμανία-Ιαπωνία ήταν τέτοια η φύση του ματς (ένα ξεκάθαρο φαβορί για μετάλλιο, απέναντι στη μάλλον χειρότερη ομάδα του τουρνουά) που τα όποια «φάλτσα» πέρασαν απαρατήρητα.
Στο Γαλλία-Βραζιλία που ακολούθησε ήταν αναμενόμενο πως οι «Τρικολόρ» θα πάρουν μερικά σφυρίγματα λόγω έδρας, όμως ειδικά στη δεύτερη περίοδο έγινε της πουτ..κακομοίρας. Το τι δόθηκε δεν πολυλέγεται, κυρίως γιατί μια εικόνα ίσον χίλιες λέξεις- επομένως, θα έπρεπε να γράψουμε δισεκατομμύρια.
Και πάμε στο κυρίως πιάτο: Ελλάδα-Καναδάς, το παιχνίδι που είδαν άπαντες, άρα μπορούμε να είμαστε πιο συγκεκριμένοι. Δύο λέξεις, λοιπόν, ιδίως για το πρώτο ημίχρονο: 1) Τι, 2) Σκατά.
Το άκρως εξοργιστικό δεν είναι το κάθε σφύριγμα αυτό καθαυτό στο πρώτο εικοσάλεπτο- όχι. Είναι εκείνο που μαστίζει το σύγχρονο μπάσκετ σε παγκόσμιο επίπεδο, απλά στο FIBA Basketball- επειδή σφυρίζουν διαιτητές κατώτερου επιπέδου που δεν έχουν τις απαραίτητες παραστάσεις- γίνεται ακόμα εντονότερο: τα κριτήρια που δίνονται (ή όχι) οι παραβάσεις. Τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά, για να το πούμε μπακαλίστικα.
Λατρεμένοι μας γκρίζοι: αν αφήνετε το hand checking στον Καναδά, πρέπει να το αφήνετε και στην Ελλάδα. Αν στην εκάστοτε «μπούκα» του Σάι το… απλό σπρώξιμο είναι φάουλ (και δεκτό, καλά κάνετε και το δίνετε), τότε είναι και στον Τολιόπουλο. Αν η ελληνορωμαϊκή πάνω στον Γιάννη δεν είναι παράβαση, τότε- μαντέψτε- είμαστε το πρώτο συνθετικό του αθλήματος: αφήστε μας σαν Έλληνες να δείξουμε τη ρωμιοσύνη μας κι εμείς στο ζωγραφιστό. Αν το να βάζεις δυνατά τα χέρια στην μπάλα ειναι «παίζετε» στη μία πλευρά, τότε δεν είναι δύο βολές στην άλλη.
Και, όπως και να το κάνουμε, δε γίνεται ο Ντορτ- που το παιδί είναι μια κτηνάρα 100 μυϊκών κιλών και με ασύλληπτο αμυντικό ένστικτο- και ο Μπρουκς (που είναι πιο αντιπαθητικός κι από τον Τζόφρι στο Game of Thrones, μα εκπληκτικός two-way player) να μαρκάρουν επιτυχώς στο χαμηλό ποστ τον Αντετοκούνμπο όλη την ώρα, πρωτίστως γιατί ο δικός μας τους περνάει 2 κεφάλια (Ντορτ 1.94, Μπρουκς 1.98, Γιάννης 2.11).
Καταλαβαίνουμε πως είναι αδύνατο να σουτάρει 44 βολές ο Greek Freak, αλλά κόψτε τους λίγο τη φόρα στην αρχή και θα δείτε ότι και οι ίδιοι θ’ αρχίσουν να παίζουν πιο καθαρά.
Τα έκαναν, μάλιστα, τόσο μαντάρα οι διαιτητές στα πρώτα 2.5 δεκάλεπτα, που μετά, για να είμαστε δίκαιοι, το πήγανε στο άλλο άκρο: πήραμε κάτι φάουλ οριακά αστεία, την στιγμή που στην άμυνά μας κατάπιαν για μερικά λεπτά την σφυρίχτρα.
Ξαναλέμε γιατί τα ανωτέρω μοιάζουν επικίνδυνα με γκρίνια: ο Καναδάς ήταν καλύτερος και δικαιότατα μας κέρδισε. Μιλάμε για μια ομάδα που έχει 4-5 παίκτες παγκοσμίου επιπέδου (o SGA, φερ’ ειπείν, ήρθε δεύτερος φέτος στην ψηφοφορία για τον MVP του ΝΒΑ) και άλλους 5 στο αμέσως επόμενο, τη στιγμή που εμείς διαθέτουμε 1 και οριακά 2-3 αντίστοιχα. Επομένως το ότι ο αγώνας κρίθηκε στις λεπτομέρειες για εμάς ήταν μίνι άθλος.
Καλή η ξενέρα, δε λέμε, όμως έχει άλλη χάρη ο ενθουσιασμός.
Δεν βρίσκετε;