Μετά το 0/2: Δεν είναι ντροπή να πούμε ποιος πραγματικά λείπει από τη φετινή εθνική...

Το ζητούμενο είναι να μην ξενερώσει ο ένας και να μην «καεί» ο Γιάννης...

Το άστοχο τρίποντο του Γιάννη για την ισοφάριση στο 80-77 με 22’’ να απομένουν ήταν η μικρογραφία του αγώνα της Ελλάδας με την Ισπανία. Ο Τολιόπουλος ήταν στο παρκέ εκείνη τη στιγμή, αλλά με έναν μόνο κλασικό σουτέρ σε τέτοια περίσταση οι πιθανότητες να βγάλεις το σουτ που θέλεις είναι ελάχιστες.

Ο Αντετοκούνμπο δεν θα έπρεπε να μείνει με την μπάλα στα 7 μέτρα, αλλά πιθανότατα να δώσει σκριν σε κάποιον εκτελεστή ή να προτρέξει για τη διεκδίκηση του επιθετικού ριμπάουντ. Η αλήθεια είναι όμως ότι η ελληνική ομάδα εξάντλησε σήμερα τα αποθέματά της σε εκτελέσεις από την περιφέρεια. Εκτός από τα 4/6 του Τολιόπουλου, ο Παπανικολάου είχε 3/5, ενώ ο Καλάθης ξεκίνησε με 2/2 (πριν γράψει έκτοτε 0/4).

Η Εθνική είχε 12/35 τρίποντα, όχι άσχημο ποσοστό, το θέμα όμως είναι ότι δεν μπορεί να φτάσει ψηλότερα παρότι είναι καταδικασμένη να το κάνει έχοντας στη διάθεσή της τόσα ελεύθερα σουτ. Και ούτε είναι βέβαια ορθόδοξη εικόνα να πρέπει να βγει ο ύψους 2,15μ. Παπαγιάννης στην περιφέρεια για να δίνει λύσεις από τα 6,75μ. (είχε 1/4 ).

Και βέβαια ο λόγος που της επιτρέπονται τόσα ελεύθερα σουτ είναι η συνύπαρξη στην πεντάδα των Καλάθη, Ουόκαπ και Γιάννη. Το μπάσκετ έχει αλλάξει, οι επιθετικές τακτικές είναι πια στο προσκήνιο καθώς οι καλοί σουτέρ ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Σε μια ομάδα με υψηλές φιλοδοξίες πρέπει τουλάχιστον τα 3/5 της πεντάδας να απειλούν από μακρινή απόσταση όταν τους δίνεται το σουτ. Η Ελλάδα έχει ξεκάθαρο έλλειμμα σε αυτό αφού η παρουσία των δύο βασικών γκαρντ της στο παρκέ επιτρέπει στον αντίπαλο να συμπτύσσει την άμυνα του και να υπερφορτώνει τη ρακέτα και την περίμετρο της με κορμιά.

Το περιφερειακό σουτ λοιπόν είναι το Νο. 1 ζητούμενο όταν διαθέτεις τον Αντετοκούνμπο, που χρειάζεται χώρο και είναι πραγματικά ασταμάτητος όταν απομονώσει αντίπαλο. Και από τη στιγμή που ο Σλούκας δεν κατάφερε να είναι στο Παρίσι, το ερώτημα για το αν θα ήταν πιο ωφέλιμος ο Τάιλερ Ντόρσεϊ από τον Τόμας Ουόκαπ είναι εύλογο. Η αξία του νατουραλιζέ Αμερικανού είναι δεδομένη, ωστόσο οι ανάγκες αυτού του ρόστερ την παραμορφώνουν. Υποβαθμίζουν τα πλεονεκτήματά του και αναδεικνύουν τις αδυναμίες του, καθώς πρόκειται μέσες – άκρες για έναν κλώνο του Νικ Καλάθη. Και δυστυχώς δύο γκαρντ με αυτά τα χαρακτηριστικά δεν αντέχει να έχει μία ομάδα σε πρωταγωνιστικό ρόλο αν θέλει να φτάσει ψηλά. Δεν είναι ότι μαζί είχαν 3/10 τρίποντα στο σημερινό ματς, είναι ότι αυτό το ποσοστό το έχουν πρακτικά ελεύθεροι, αφού η αντίπαλη άμυνα τους «σνομπάρει» έχοντας την πολυτέλεια να ντουμπλάρει διαρκώς πάνω στον Γιάννη.

Ο Σπανούλης αντικατέστησε τον Τολιόπουλο με τον Ουόκαπ στο 73-71 με περίπου 3,5 λεπτά να απομένουν και τον επανέφερε στο 79-71 όταν έψαχνε διακαώς τρίποντο. Προσπάθησε δηλαδή όταν πλησιάσαμε στο -2 να ολοκληρώσει την ανατροπή με την άμυνα, αλλά δεν μπορούσε να βρει σκορ στην επίθεση κι έτσι η διαφορά άνοιξε εκ νέου.

Η αλήθεια είναι ότι η μεγάλη ευκαιρία για ένα μετάλλιο χάθηκε στη Γερμανία, όταν η Εθνική είχε και Σλούκα και Ντόρσεϊ, αλλά στον προημιτελικό με τους οικοδεσπότες έβγαλε πρωτοφανή έλλειψη συγκέντρωσης στην άμυνα, δεχόμενη 107 πόντους. Ας ελπίσουμε ο 29χρονος Γιάννης να μην… ξενερώσει ούτε μετά το φετινό, συνεχίζοντας να προσπαθεί για την μπασκετική «ολοκλήρωση» (του) με το εθνόσημο. Όπως επίσης και να μην “καεί” ο Βασίλης Σπανούλης, που είναι εξόφθαλμο ότι έχει τρομερή διάθεση και τη γνωστή του φλόγα. Βασικά όμως, ας ελπίσουμε ότι μία νίκη στον όμιλο μπορεί να είναι αρκετή για την πρόκριση.

ΥΓ: Ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες, η Εθνική μπορούσε, αν είχε αποφύγει δύο τεράστια τακτικά λάθη. Το φάουλ στον Λορέντζο Μπράουν στο 73-71 όταν ο χρόνος της επίθεσης τελείωνε και ο νατουραλιζέ Αμερικανός ήταν ακίνδυνος και το διώξιμο του Παπαγιάννη στο λέι-απ του Γιουλ αμέσως μετά. Η μπάλα δεν θα κατέληγε στο καλάθι, αλλά ο Έλληνας σέντερ αφελώς την χαστούκισε μετά την επαφή με το ταμπλό.