Κοίτα, τι έκανε ο Ιβάν...

Μοιάζει υπερβολικό, αλλά ίσως μιλάμε για μια νίκη τόσο σπουδαία όσο και το 0-1 στο Ντα Λουζ το 2004!

Μπορεί να μοιάζει βλάσφημο, μπορεί να είναι βασισμένο στο συναίσθημα της στιγμής και μόνο, αλλά πώς να κρατηθεί η καρδιά, πώς να συγκρατηθεί η ψυχή μετά από αυτό το διπλό που έκανε η Εθνική Ελλάδος στο Γουέμπλει, στο γήπεδο που θεωρείται ο τόπος γέννησης του ποδοσφαίρου;

Ναι, είναι κουταμάρα να συγκρίνεις μια νίκη που σου φέρνει την κορυφή της Ευρώπης με μια νίκη που, ίσως, σου φέρνει την κορυφή σε έναν όμιλο Nations League, αλλά είναι τέτοιες οι συνθήκες που δε γίνεται να καταλήξουμε σε κάποιο άλλο συμπέρασμα.

Η Εθνική Ελλάδος πέτυχε μια νίκη τόσο σπουδαία όσο το 0-1 στον τελικό του Euro, και θα το εξηγήσουμε με δύο λόγους, ένας προφανής και ένας όχι τόσο προφανής.

Ο προφανής είναι ο Μπάλντοκ. Όταν 24 ώρες πριν έχουν υποστεί οι παίκτες αυτό το σοκ, έχουν μάθει ότι ένας φίλος τους πέθανε, βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του, όσο κι αν λέμε για την ψυχή του Έλληνα ή ότι ο θάνατος γέμισε το πάθος τους, είναι ψυχικό πλήγμα. Πολλώ δε όταν υπήρξε και για λίγο μια αίσθηση πως θα κυνηγήσει η ΕΠΟ την αναβολή, οπότε η ψυχολογία βρίσκεται λίγο σε ένα αβέβαιο έδαφος.

Αυτό από μόνο του, με τον τρόπο που εξελίχθηκε το ματς, με την Εθνική Ελλάδος να βάζει 5 γκολ, 2 κανονικά, 3 που βγήκαν οφσάιντ, με ισοφάριση στο 89 και γκολ νίκης στο 94, καθιστά την εμφάνιση και το αποτέλεσμα πολύ πιο σπουδαία από αυτό που θα ήταν με διαφορετικές συνθήκες.

Η Εθνική Ελλάδος επιβεβαίωσε τον εαυτό της

Ο δεύτερος λόγος, ο λιγότερο προφανής, στη θεωρία τουλάχιστον, είναι πως αυτή η νίκη, με τον τρόπο που ήρθε, έδωσε δύο επιβεβαιώσεις, δύο thumbs up. Το ένα αφορά τον Γιοβάνοβιτς ως προπονητή και ως καταλληλότητα για αυτή την Εθνική Ελλάδος, σε αυτή τη συγκυρία, δίνοντας εύσημα στην ΕΠΟ για την πρόσληψη του και διασφαλίζοντας μια ηρεμία για τις στραβές που θα έρθουν. Κάποιοι λένε ότι όλα αρχίζουν και τελειώνουν απ’ τους παίκτες. Μέγα λάθος. Δεν άλλαξαν ξαφνικά οι παίκτες μας. Και επί Πογιέτ το ίδιο ρόστερ είχαμε. Τότε όμως η Εθνική μας έμοιαζε μέτρια ομάδα, περιορισμένων δυνατοτήτων και η ατάκα που ακούγαμε μονίμως ήταν «αυτή η στάνη αυτό το γάλα κάνει». 

Με τον ερχομό του Γιοβάνοβιτς όμως φάνηκε πόσο πολύ είχαμε αδικήσει τον εαυτό μας και το υλικό μας. Αρκούσε μια απλή κίνηση του Ιβάν που τα άλλαξε όλα: Να βάλει τους σωστούς παίκτες, στη σωστή θέση. Να κατεβάζει ενδεκάδες που έχουν αρχή, μέση και τέλος. Με μοιρασμένους ρόλους, με παίκτες που ξέρουν τι πρέπει να κάνουν μέσα στο γήπεδο και με ξεκάθαρη ταυτότητα. Τίποτα επαναστατικό, τίποτα τρομερό. Μόνο που στη χώρα που ζούμε, τις περισσότερες φορές τα αυτονόητα δεν είναι δεδομένα. Ο Ιβάν τα έκανε και το αποτέλεσμα το βλέπουμε: Δυο σέντερ φορ παγκόσμιας κλάσης. Ένας μεταμορφωμένος προς το καλύτερο Μπακασέτας, που παίζει στη θέση που μπορεί να αποδώσει, χωρίς να περιφέρεται δίχως λόγο σε χαμηλά μέτρα.

Ένας Τζόλης στην καλύτερη φάση της ζωής του κι ένας Κουλιεράκης που δεν είναι ένας απλός αμυντικός πλέον. Είναι ηγέτης. Και από κοντά όλοι οι άλλοι.

Η έτερη επιβεβαίωση αφορά τους ίδιους τους παίκτες και ως προς την αξία τους στο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο όσο και ως προς την αυτοπεποίθηση που έχουν, την πιστή στον εαυτό τους και στο σύνολο. Ειδικά όταν κάποιοι, όπως ο Μπακασέτας, έχουν χάσει την αυτοπεποίθησή τους στο παιχνίδι του συλλόγου τους.

Η επιβεβαίωση αυτή ήρθε να πει πως έχουμε το πιο ακριβό ρόστερ όλων των εποχών, με παίκτες που η αξία τους συνολικά μπορεί και να αγγίζει τα 250 εκατομμύρια, και πως αυτό το ακριβό ρόστερ δεν είναι υπεραξία ή φύκια και μεταξωτές κορδέλες, μα ακριβό ως αντίκρυσμα του ταλέντου.

Ιωαννίδης, Παυλίδης, Κωνσταντέλιας, Τζόλης, Ζαφείρης, Βαγιαννίδης, Μαυροπάνος, Τσιμίκας, είναι ένα σύνολο παικτών που βρίσκονται στο ζενίθ της αξίας τους, που αποτυπώνεται σε κάθε τους ματς ότι μπορούν να πιάσουν τον αντίπαλο από τα μαλλιά.

Νίκες όπως αυτή στην Αγγλία, θρέφουν το ταλέντο, του δίνουν κίνητρο να πάει στο παραπέρα. Για παράδειγμα, στην προκειμένη, θα έχει τρομερό ενδιαφέρον η διάθεση με την οποία θα μπουν οι παίκτες στο ματς της Κυριακής με την Ιρλανδία στο Καραϊσκάκης.

Οπότε, για όλη αυτή τη συνθήκη, με όλη την τραγωδία που κρύβει μέσα της λόγω Μπάλντοκ, αυτό που προσέφερε η Εθνική Ελλάδος στον κόσμο που την είδε, είναι τουλάχιστον εξίσου σπουδαίο με το 0-1 το 2004, απαλύνοντας για λίγο και το σοκ αυτού του θανάτου.