Από τον Ιανουάριο του 2018 έως τον Ιανουάριο του 2019 έπαιζε στην τέταρτη κατηγορία του γερμανικού ποδοσφαίρου. Η Ντόρτμουντ δεν του έδωσε τις ευκαιρίες που προσδοκούσε όταν με μορφή δανεισμού άφηνε την Μπόχουμ για το μεγαλύτερο σύλλογο της Βεστφαλίας. Ο Βαγγέλης Παυλίδης όμως δεν ήταν από τους τύπους που θα άφηνε οτιδήποτε να τον αποπροσανατολίσει από το στόχο.
Στην Ντόρτμουντ Β’ έμεινε για ένα χρόνο (7 γκολ σε 32 συμμετοχές) και στα 20 χρόνια του έβαλε πλώρη για Ολλανδία. Η Βίλεμ πλήρωσε τη ρήτρα των 250.000 ευρώ στην Μπόχουμ και τον έχρισε εξ αρχής βασικό. Μέσα Δεκεμβρίου είχε μπει αλλαγή σε ματς με την Ομπερχάουζεν για τη Δ’ Κατηγορία της Γερμανίας και αρχές Μαΐου έπαιξε 90λεπτο στον τελικό του ολλανδικού κυπέλλου! Το λες και φαινομενική αναβάθμιση. Στην πορεία έως τον τελικό (ήττα από τον Άγιαξ με 4-0) είχε σκοράρει στο 3-2 επί της Τβέντε και είχε δώσει ασίστ στον Αλεξάντερ Ίσακ (ναι, αυτόν που τώρα κοστίζει πάνω από 70 εκατ. ευρώ) στο 1-1 με την Άλκμααρ, στον ημιτελικό. Συνολικά με τη Βίλεμ είχε σε μια διετία 33 γκολ και 14 ασίστ σε 82 αγώνες και προφανώς δεν ήταν γραφτό να… στεριώσει ούτε εκεί.
Το παιδί που άλλαζε τρία λεωφορεία για να πάει προπόνηση στη Θεσσαλονίκη, στους «Μπέμπηδες 2000» και άλλα τρία τρένα στο Ντόρτμουντ για να φοιτά σε ελληνικό σχολείο, είχε δει από την πρώτη στιγμή ως επένδυση την προσήλωση στην έννοια work ethic. Και έβλεπε πια βήμα-βήμα τους κόπους του να ανταμείβονται. Ή μήπως άλμα-άλμα; Το καλοκαίρι του 2021 του χτύπησε την πόρτα η Άλκμααρ. Έδωσε 2,5 εκατ. ευρώ στη Βίλεμ και τον έκανε δικό της, μεταγραφή που αποδείχτηκε μία από τις πιο value στην ιστορία της.
Ο Έλληνας επιθετικός, όχι μόνο ανταποκρίθηκε στο υψηλότερο επίπεδο, αλλά εκτοξεύτηκε με την AZ, κάνοντας back to back σεζόν MVP με την ομάδα. 25 γκολ και 7 ασίστ την πρώτη, 22/14 τη δεύτερη και 33/5 το 2023/24. Ήταν πέρσι πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 29 γκολ, μαζί με τον Λουκ Ντε Γιονγκ της Αϊντχόφεν. Ο Ολλανδός όμως σκόραρε έξι φορές από το σημείο του πέναλτι, ενώ ο Παυλίδης μόνο μία. Ο 26χρονος φορ, που εκτελεί με τα δύο πόδια και διακρίνεται για την αντίληψη και τη φυσική του δύναμη, μοιράζεται τον τίτλο του πρώτου σκόρερ και στη βραχύβια ιστορία του Κόνφερενς Λιγκ. Πέτυχε συνολικά 12 γκολ στη διοργάνωση, όσα έχουν και οι Έραν Ζάχαβι, Αρτούρ Καμπράλ, ενώ ένα πίσω είναι ο Αγιούμπ Ελ Κααμπί.
Εφόσον οι Άγιαξ, Αϊντχόφεν δεν εκδήλωσαν επίσημο ενδιαφέρον, η Ολλανδία ήταν πια μικρή για τον χωρέσει. Το περασμένο καλοκαίρι η Μπενφίκα έδωσε 18 εκατ. ευρώ στην Άλκμααρ και συμφώνησε για πενταετές συμβόλαιο συνεργασίας με τον Παυλίδη, ύψους 11,5 εκατ. ευρώ. Στους «αετούς» ο Παυλίδης είναι φυσικά βασικός και μπορεί να μην σκοράρει έως τώρα με μεγάλη συχνότητα στο πρωτάθλημα (4 γκολ), αλλά η συνεισφορά του είναι πολύπλευρη. Εκτός αυτού έχει ζήσει ένα ονειρικό τετράμηνο, με τα δύο γκολ στο «Γουέμπλεϊ» τον Οκτώβριο στο 2-1 επί της Αγγλίας και το απίθανο χατ-τρικ σε 28 λεπτά κόντρα στην Μπαρτσελόνα.
Το εν λόγω χατ-τρικ ήταν το τρίτο ταχύτερο από την αρχή ενός αγώνα στο Τσάμπιονς Λιγκ, μετά από εκείνο του Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι εναντίον της Ζάλτσμπουργκ το 2022 (23 λεπτά) και του Μάρκο Σιμόνε κόντρα στη Ρόζενμποργκ το 1996 (24 λεπτά). Παράλληλα ο Παυλίδης έγινε ο δεύτερος στον 21ο αιώνα που σημειώνει τρία γκολ κόντρα στην Μπάρτσα. Ο πρώτος ήταν ο Κιλιάν Εμπαμπέ, στις 16 Φεβρουαρίου 2021. Ο Γάλλος το είχε πετύχει σε 53 λεπτά.
Επί σειρά ετών ο Βαγγέλης Παυλίδης δεν έκανε ιδιαίτερο θόρυβο στην Ελλάδα, ίσως γιατί δεν έχει παίξει ποτέ μπάλα στην Ελλάδα, αν εξαιρεθεί βεβαίως η σχεδόν 12ετης θητεία του σε μια από τις καλύτερες ακαδημίες ποδοσφαίρου στη Θεσσαλονίκη, τους «Μπέμπηδες 2000». Εκεί, σε “μαθησιακό” επίπεδο, έβαλε τις βάσεις για να εξελιχθεί σε έναν από τους πλέον πετυχημένους διαχρονικά Έλληνες του εξωτερικού, με σωστό πλάνο καριέρας και ακόμα μεγαλύτερες προοπτικές.