Με κάθε τρόπο, εντός και εκτός αγωνιστικών χώρων, ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς αποδεικνύει αυτό που πίστεψαν οι περισσότεροι όταν ανακοινωνόταν ως ομοσπονδιακός τεχνικός. Ότι δηλαδή ήταν ο καταλληλότερος για να αναλάβει τις τύχες της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου. Τα διαπιστευτήριά του στα γήπεδα τα κατέθεσε ήδη με τις εξαιρετικές εμφανίσεις στο Nations League, αλλά πια έχουμε ξεκάθαρο δείγμα γραφής και για τα υπόλοιπα.
Σε μια εποχή που δεν υπάρχουν αγωνιστικές υποχρεώσεις για το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, ο Σέρβος κατάφερε να πετύχει κάτι πολύ σπουδαίο. Να πείσει τον Κωνσταντίνο Καρέτσα ότι μπορεί το ποδοσφαιρικό παρόν του να βρίσκεται στο Βέλγιο, αλλά το… εθνικό μέλλον του έχει χρώμα γαλανόλευκο. Όπως η σημαία της Ελλάδας, για λογαριασμό της οποίας θα αγωνίζεται στο εξής.
Το μπρα-ντε-φερ- Ελλάδας-Βελγίου
Ο Σέρβος τεχνικός κατάφερε να αποσπάσει το πολυπόθητο «ναι» αυτού του τρομερού ταλέντου, πείθοντας τον νεαρό να επιλέξει την Ελλάδα έναντι του Βελγίου. Για να το πετύχει, χρειάστηκε ένα τελευταίο ταξίδι μέχρι την άλλη πατρίδα του 17χρονου ποδοσφαιριστή, ο οποίος το τελευταίο διάστημα αποτέλεσε το μήλο της έριδος ανάμεσα στις δύο χώρες.
Οι Βέλγοι προφανώς μπορούν να αισθάνονται ηττημένοι έως και απογοητευμένοι από αυτήν την εξέλιξη. Στο κάτω-κάτω της γραφής, ο Κωνσταντίνος Καρέτσας γεννήθηκε σε αυτή τη χώρα και μεγάλωσε εκεί. Ακόμη πιο σημαντικό πάντως είναι το γεγονός ότι, όπως και να το κάνουμε, αποτελεί «προϊόν» του ποδοσφαίρου του Βελγίου. Είναι ένα κομμάτι της «παραγωγικής διαδικασίας», μαθαίνοντας μπάλα εκεί.
Γι’ αυτό και μάλλον ήταν και απολύτως αναμενόμενο το να χριστεί διεθνής με όλα τα «μικρά» αντιπροσωπευτικά συγκροτήματα, ξεκινώντας από την ομάδα Κ-15 και φτάνοντας μέχρι την Κ-21, ένα βήμα πριν την… κανονική εθνική δηλαδή…
In Ivan we trust
Δεν χωρά αμφιβολία ότι η παρουσία του Ιβάν Γιοβάνοβιτς στην τεχνική ηγεσία της «γαλανόλευκης» και ο δίαυλος επικοινωνίας που είχε ανοίξει με τον νεαρό παίκτη της Γκενκ, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο.
Κι ενδεχομένως κανένας άλλος (είτε Έλληνας είτε ξένος προπονητής) δεν θα κατάφερνε καλύτερα, αν βρισκόταν στη θέση του. Το είχαμε δει και από την εποχή που ο Σέρβος καθόταν στον πάγκο του Παναθηναϊκού, που μετά την απομάκρυνσή του δεν έχει δει άσπρη μέρα παρά την εκτόξευση του μπάτζετ. Ο Γιοβάνοβιτς διαθέτει μια φυσική ευγένεια, μια πραότητα κι μια φιλοσοφία με την οποία προσεγγίζει το άθλημα αλλά και ανθρώπους και καταστάσεις πέρα από το ποδόσφαιρο, που τον κάνει να σε κερδίζει από το πρώτο λεπτό.
Τον ίδιο σεβασμό που είχε κάθε φορά που μίλαγε για το τριφύλλι και την ιστορία του, τον μετέφερε και στις τάξεις της Εθνικής ομάδας. Από τις πρώτες ομιλίες του έδειξε ότι γνώριζε πολύ καλά πώς να προσεγγίσει τον ψυχισμό του Έλληνα ποδοσφαιριστή. Με επίκληση ακόμη και στο συναίσθημα, αλλά όχι με τρόπο ψεύτικο και… τσαρλατανικό. Με τρόπο που δείχνει απόλυτη επίγνωση και αυθεντικότητα που δεν μπορεί να σε αφήσει ασυγκίνητο.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πριν τον Καρέτσα είχε προηγηθεί μια ανάλογη υπόθεση με τον Χρήστο Ζαφείρη. Λίγους μήνες νωρίτερα ήταν εκείνος που κλήθηκε να απαντήσει σε ένα ίδιο δίλημμα. Ελλάδα ή Νορβηγία;. Και όπως συνέβη και με τον μεσοεπιθετικό της Γκενκ, έτσι και ο χαφ της Σλάβια Πράγας απάντησε Ελλάδα.
Έκανε την Ελλάδα ξανά ελκυστική
Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι το… DNA έπαιξε μέχρι ενός βαθμό το ρόλο του, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι τον 21ο αιώνα δεν υπάρχει πολύς χώρος για συναισθηματισμούς όταν μιλάμε για επαγγελματικό αθλητισμό.
Ο κάθε ποδοσφαιριστής –στην προκειμένη περίπτωση- δεν θα οδηγηθεί σε μια τόσο σημαντική για την καριέρα και το μέλλον του βασισμένος στην περηφάνια για τους αρχαίους ημών προγόνους ή την αγάπη του για το σουβλάκι και τις παραλίες.
Για να επιλέξει να αγωνιστεί για την Εθνική ομάδα της γενέτειράς του ή αυτής των γονιών του, θα πρέπει να πειστεί ότι το project έχει να του δώσει πολλά. Και με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της πατρίδας μας να απέχει από κάθε τελική φάση μεγάλης διοργάνωσης πάνω από μία δεκαετία, όπως και να το κάνουμε, δεν είναι εύκολο να τον… ψήσεις να το κάνει.
Κι αυτή είναι το γεγονός που μαρτυρά την τεράστια αναμόρφωση και… μεταμόρφωση της Εθνικής επί των ημερών του Σέρβου προπονητή. Κατάφερε να κάνει την Ελλάδα ελκυστική. Να πείσει μεγάλα ταλέντα, με κορυφαίο τον Καρέτσα ότι εδώ είναι η «Ιθάκη» τους σε εθνικό επίπεδο και ότι με την συστράτευση όλων οι επιτυχίες είναι προ των πυλών.
Πριν κλείσουμε, δυο λέξεις και για το… κάζο των Βέλγων. Μέχρι σχετικά πρόσφατα επικρατούσε αρκετή αισιοδοξία ότι ο νεαρός παίκτης της Γκενκ θα τους επέλεγε. Τελικά διαπίστωσαν ότι αυτό δεν συνέβη και αναλυτές εκτιμούν ότι υπάρχει μια γενικευμένη τάση από ποδοσφαιριστές με διπλή υπηκοότητα (και τέτοιοι υπάρχουν πολλοί λόγω και των παλιών αποικιών αλλά και των πολλών μεταναστών) να μην προτιμούν τους «κόκκινους διαβόλους».
Και αυτό συμβαίνει μόλις μερικά χρόνια μετά την εμφάνιση της καλύτερης εθνικής Βελγίου η οποία στηρίχθηκε και σε αρκετές τέτοιες περιπτώσεις παικτών, όπως για παράδειγμα τον Λουκάκου. Οι… φίλοι μας ψάχνουν να βρουν τι φταίει, όπως και στο τι έφταιξε και η κορυφαία φουρνιά όλων των εποχών φεύγει χωρίς να έχει κατακτήσει τίποτα. Ίσως η απάντηση και στα δύο ερωτήματα να είναι η ίδια. Σε αντίθεση με εμάς, δεν έχουν τον δικό τους Ιβάν.