Αν υπάρχει κάποιος ποδοσφαιριστής που θα μπορούσε να λάβει μέρος σε αφιέρωμα στο πάλαι ποτέ εθνικό νόμισμα της Ισπανίας, την πεσέτα, αυτός είναι ο Λουίς Φίγκο. Ο «προδότης». Ο “pesetero“, δηλαδή σε ελεύθερη μετάφραση ο «φραγκοφονιάς».
Το μοναχοπαίδι του Αντόνιο Κέιρο και της Μαρία Ζοάνα Πεστάνα Μαδέιρα γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1972. Λίγους μήνες νωρίτερα, οι γονείς του είχαν μετακομίσει από το Αλεντέχο στη Λισαβόνα, αναζητώντας μία καλύτερη ζωή. Ο πρωταγωνιστής του αφιερώματος μεγάλωσε στην εργατική συνοικία Κόβα ντα Πιεντάντε της Αλμάντα.
Κλώτσησε για πρώτη φορά σε ένα γηπεδάκι 5×5 που βρισκόταν πίσω ακριβώς από το σπίτι του. Πέρασε πολλά απογεύματα παίζοντας ποδόσφαιρο, περικυκλωμένος από ψηλούς φράχτες. Σε ηλικία 11 ετών τον εντόπισαν οι Ζοζέ Σίλβα και Ζοάο Σάντο, δηλαδή ο αθλητικός διευθυντής και ο προπονητής αντίστοιχα της Ος Παστίλιας, μιας ομάδας που συμμετείχε στο τοπικό πρωτάθλημα.
Χρειάστηκε τιτάνια προσπάθεια κι από τις δύο πλευρές για να μεταπειστεί η μητέρα του μικρού. Φοβόταν ότι θα ξεμυαλιστεί και δεν θα σπουδάσει. Μία κλασική, εικονογραφημένη ιστορία. Τελικά η συμφωνία έγινε.
Το ξεκίνημα αποδείχθηκε κάκιστο. Μία νίκη, μία ισοπαλία και 20 ήττες, ήταν ο απολογισμός της πρώτης σεζόν. Λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι τα υπόλοιπα σωματεία διέθεταν πιο μεγάλους και δυνατούς παίκτες.
Ωστόσο γινόταν εύκολα κατανοητό πως ο Λουίς ξεχώριζε, ασχέτως αν ήταν ο νεότερος. Όταν η Ος Παστίλιας έπαψε να συμμετέχει στο πρωτάθλημα 11v11 λόγω έλλειψης πόρων, η Μπαρεϊρένσε χτύπησε την πόρτα του. Η κάτοχος του τίτλου, βεβαίως-βεβαίως.
Ο πατέρας του Φίγκο, όμως, είχε άλλα σχέδια. Ως ένθερμος υποστηρικτής της Μπενφίκα και συχνός θεατής των προπονήσεων της πρώτης ομάδας, επιχείρησε να πετύχει το σχετικό deal. Απέτυχε διότι ο γιος του θεωρήθηκε πολύ μικρός.
Με βαριά καρδιά, ο έμπορος εξοπλισμού για κυνήγι και ψάρεμα οδήγησε τον ταλαντούχο κανακάρη του στη «μισητή» Σπόρτινγκ, η οποία δεν πτοήθηκε από την ηλικία.
Τη σεζόν 1989-90 έπαιξε για πρώτη φορά στην ανδρική ομάδα των «λιονταριών». Στα 17 του δηλαδή. Το 1989 πανηγύρισε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα U16 με την Πορτογαλία και μια διετία αργότερα σήκωσε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Ο διεθνής εξτρέμ αναδείχθηκε MVP του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος U21 εν έτει 1994. Την ίδια χρονιά ψηφίστηκε κορυφαίος παίκτης της Σπόρτινγκ και έλαβε την εγχώρια «Χρυσή Μπάλα» που διοργανώνει η εφημερίδα “A Bola”. Οι πόρτες ήταν πια ορθάνοιχτες.
Η Serie A χαρακτηριζόταν ακόμη το καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου από τους περισσότερους φιλάθλους, επομένως ο νεαρός δεν γινόταν να μείνει ασυγκίνητος.
Επίσης, η Πάρμα δεν ήταν αμελητέα δύναμη, όπως φανερώνει περίτρανα το γεγονός ότι είχε κατακτήσει ένα Κύπελλο Κυπελλούχων (1993) και ένα Super Cup Ευρώπης (1993), μετρώντας παράλληλα άλλη μία συμμετοχή σε τελικό Κυπέλλου Κυπελλούχων (1994).
Σπόρτινγκ και Φίγκο άναψαν το «πράσινο φως» για τη μετακίνηση στο «Ένιο Ταρντίνι», αλλά υπό την προϋπόθεση αυτό να συμβεί το καλοκαίρι του 1995. Η Γιουβέντους, πάντως, δεν αποδέχθηκε τη διαφαινόμενη ήττα της. Κατέθεσε δική της πρόταση, η οποία έγινε αποδεκτή!
«Εγώ ξέρω ότι έχω υπογράψει μόνο στην Πάρμα. Τα υπόλοιπα που συμβαίνουν δεν τα καταλαβαίνω», δήλωσε τότε στην “Gazzetta dello Sport“. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα κατέληγε στην Ιταλία. Η ομοσπονδία απαγόρευσε στις δύο διεκδικήτριες να αποκτήσουν τον Πορτογάλο.
Παράλληλα, ο Φίγκο δεν είχε το δικαίωμα να αγωνιστεί στη Serie A για την επόμενη διετία. Τότε ήταν που εμφανίστηκε ο αξεπέραστος Γιόχαν Κρόιφ. Η Μπαρτσελόνα παρέβλεψε το διπλό ταμπλό του νεαρού. Δεν ήξερε, δεν ρώταγε…